Παρέμβαση πραγματοποίησε η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ σχετικά με την πρόσφατη πυρκαγιά που ξέσπασε στην Κορινθία και τη Δυτική Αττική, με κατεπείγουσα ερώτηση που κατέθεσε ο ευρωβουλευτής του Κόμματος Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ζητώντας την άμεση, πλήρη και καθολική αποζημίωση των πληγέντων.
Η ερώτηση:
Μια τεράστια καταστροφή σημειώθηκε στην Κορινθία και τη Δυτική Αττική από την φωτιά που ξέσπασε στο Σχίνο στις 19/5 και για τέσσερις ημέρες κατέκαιγε την ευρύτερη περιοχή. Περισσότερα από 71.000 στρέμματα έγιναν στάχτη, εκατοντάδες κατοικίες κάηκαν ή υπέστησαν ζημιές και δεκάδες οικογένειες έμειναν άστεγες. Καταστράφηκαν καλλιέργειες ρητίνης, ελιών και κηπευτικών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το εισόδημα των καλλιεργητών και των οικογενειών τους.
Λίγες μόλις ημέρες από την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου οι κάτοικοι της περιοχής γίνονται θεατές στο ίδιο έργο. Μόνο μέσα στην τελευταία πενταετία έχουν βιώσει πυρκαγιές και πλημμύρες, από τις οποίες ακόμα προσπαθούν να ορθοποδήσουν.
Η διαχρονική, και από όλες τις κυβερνήσεις επίρριψη ευθυνών στα «ακραία καιρικά φαινόμενα» και στην κλιματική αλλαγή, συνιστά πρόκληση για τους πληγέντες και για όλο τον ελληνικό λαό συνολικά και κυρίως δεν μπορεί να αποκρύψει την τεράστια ευθύνη που φέρουν για τις συνεχείς καταστροφές οι ίδιες οι κυβερνήσεις, αλλά και η ΕΕ.
Συγκεκριμένα καταγράφεται η κραυγαλέα έλλειψη ολοκληρωμένης προστασίας των δασικών οικοσυστημάτων της Ελλάδας, η υποχρηματοδότηση κι η υποστελέχωση του Πυροσβεστικού Σώματος και της Δασικής Υπηρεσίας, τα οποία βασίζονται στις ηρωικές προσπάθειες συμβασιούχων και εθελοντών που ρισκάρουν τη ζωή τους με ανεπαρκή εξοπλισμό, καθώς κι η συνεπακόλουθη απουσία των αναγκαίων μελετών για την αντιπυρική προστασία. Η ευρωενωσιακή στρατηγική της «Πράσινης Ανάπτυξης» κι η σχετική χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης όχι μόνο δεν περιλαμβάνει τέτοια μέτρα, επιβεβαιώνοντας ότι κριτήριο τους δεν είναι η προστασία του περιβάλλοντος αλλά αντίθετα με τις οδηγίες της ΕΕ COM(2013)659 και COM(2018)811 οι κυβερνήσεις τόσο σήμερα της ΝΔ όσο και προηγούμενα του ΣΥΡΙΖΑ έχουν καταργήσει ακόμα και τις μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Επιταχύνουν με αυτό τον τρόπο τη διαδικασία των αδειοδοτήσεων στις επιχειρήσεις για επενδύσεις αλλαγής στη χρήση και τον χαρακτήρα δασικών εκτάσεων, ακόμη και σε προστατευόμενες περιοχές, για να γίνουν τουριστικές επιχειρήσεις, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, κ.α, την κατάργηση της άδειας παραγωγής για τις ΑΠΕ και την αντικατάστασή της με μια απλή «βεβαίωση παραγωγού».
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής ενεργοποιήθηκε ο μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας της ΕΕ (RescEU), που διαιωνίζει τις ελλείψεις των κρατών-μελών με ανακύκλωση μέσων, υποδομών και προσωπικού που πηγαινοέρχονται όχι με βάση τις ανάγκες και το σχεδιασμό που θα έπρεπε να έχει κάθε κράτος – μέλος αλλά για τη διαχείριση των ελλείψεων.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι ζητήματα κακοδιαχείρισης, ή ανικανότητας του κρατικού μηχανισμού. Αποτελούν συνειδητή πολιτική επιλογή των αστικών κυβερνήσεων, που εκπορεύεται από την αντίληψη ότι το δάσος, η γη, το φυσικό περιβάλλον γενικότερα είναι εμπόρευμα, και βάζει στο ζύγι του κόστους-οφέλους την κάλυψη των λαϊκών αναγκών, για να ενισχύονται οι επιχειρηματικοί όμιλοι.
Με βάση τα παραπάνω ο ευρωβουλευτής του Κόμματος υπέβαλε τα εξής ερωτήματα:
«Ερωτάται η Επιτροπή πώς τοποθετείται:
- Στο κατεπείγον αίτημα για άμεση αποζημίωση των πληγέντων κατοίκων και καλλιεργητών για το 100% των ζημιών που υπέστησαν σε κατοικίες, αλλά και στο εισόδημά τους από την πυρκαγιά από το Ταμείο Αλληλεγγύης, παρακάμπτοντας τους περιοριστικούς όρους και προϋποθέσεις του;
- Πώς αιτιολογεί ότι τέτοιες αλλεπάλληλες καταστροφές σε δάση και οικοσυστήματα εκθέτουν τη Στρατηγική της ΕΕ περί «Πράσινης Ανάπτυξης» και τεκμηριώνουν ότι κριτήριο της είναι η θωράκιση της κερδοφορίας των ομίλων κι όχι η προστασία του περιβάλλοντος, της υγείας και της ζωής του λαού;
- Στο γεγονός ότι η ενεργοποίηση του RescEU διαιωνίζει τις τραγικές ελλείψεις σε μέσα, υποδομές και χρηματοδότηση των κρατών με κριτήριο τη διαχείριση των ελλείψεων, σε αντίθεση με την επιτακτική ανάγκη να εξασφαλιστεί η ολοκληρωμένη προστασία των δασών με ριζική αλλαγή στον αντιπυρικό σχεδιασμό με κύριο βάρος στην πρόληψη και την εξασφάλιση όλων των απαιτούμενων μέσων, προσωπικού, υποδομών και χρηματοδότησης για την οργάνωση των δυνάμεων πρόληψης και κατάσβεσης σε κάθε χώρα;»