tageszeitung
Αφιέρωμα στη Ζωή Κωνσταντοπούλου φιλοξενεί η εφημερίδα, με αφορμή και την αισθητή άνοδο της Πλεύσης Ελευθερίας στις δημοσκοπήσεις.
«Για τους ένθερμους υποστηρικτές της η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι μία γενναία μαχήτρια που στρέφεται ακούραστα εναντίον των κυβερνόντων στην Ελλάδα. Στα μάτια τους είναι η Ζαν ντ’ Αρκ της Ελλάδας, η νέα αριστερή ελπίδα της χώρας. Οι πιο σκληροί επικριτές της βέβαια τη βλέπουν αλλιώς. Γι’ αυτούς, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι άντρες από το συντηρητικό κυβερνητικό στρατόπεδο, αποτελεί ένα αντιπαθητικό πρόσωπο που δεν αξίζει κανέναν σεβασμό. Οι πολιτικοί της αντίπαλοι επιτίθενται στην ιδρύτρια και πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας με λύσσα και τη μέγιστη δυνατή περιφρόνηση».
Εκείνη όμως «παραμένει ψύχραιμη», συνεχίζει το γερμανικό μέσο. «Και αυτό αποφέρει καρπούς: σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις η Πλεύση Ελευθερίας αναδεικνύεται δεύτερη δύναμη στην Ελλάδα με 17,9%, πίσω μόνο από το συντηρητικό κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ένα τεράστιο άλμα σε σύγκριση με τις τελευταίες εκλογές του Ιουνίου του 2023, όταν το κόμμα της κατάφερε οριακά να υπερβεί το όριο του 3% και να μπει έτσι για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Οι αναλυτές στην Αθήνα συμφωνούν στο εξής: πως η εξαιρετικά εύγλωττη επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας δίνει μία ισχυρή ώθηση στο κόμμα της, πρωτίστως λόγω του πάθους που επιδεικνύει τόσο στη Βουλή όσο και στο επάγγελμά της ως δικηγόρος για τη διερεύνηση του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών. Η 48χρονη προβάλλεται ως προστάτιδα της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, που η κυβέρνηση Μητσοτάκη υπονομεύει ολοένα και περισσότερο».
Όσον αφορά τη σταδιοδρομία της στον ΣΥΡΙΖΑ, η taz αναφέρει πως η Κωνσταντοπούλου «αποτέλεσε στα 38 της χρόνια τη νεότερη πρόεδρο του κοινοβουλίου. Ωστόσο τον Ιούλιο του 2015 τα έσπασε με τον ΣΥΡΙΖΑ και μέχρι σήμερα κατηγορεί τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα ότι μετά το ξεκάθαρο “Όχι” στο δημοψήφισμα για το αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας αυτός έκανε μία θεαματική αλλαγή ρότας.
Αυτό ήταν ένα “ασυγχώρητο λάθος”, όπως επέκρινε η Κωνσταντοπούλου. Εγκατέλειψε τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Απρίλιο του 2016 ίδρυσε την Πλεύση Ελευθερίας. Τάχθηκε υπέρ της διαγραφής του ελληνικού δημοσίου χρέους, το οποίο θεωρεί αποδεδειγμένα μη βιώσιμο. Η Κωνσταντοπούλου υποστηρίζει επίσης με σθένος τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας. Αποτελεί δε και τη μοναδική γυναίκα ανάμεσα στους προέδρους των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Είναι όμως έτοιμη να γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ελλάδας; “Φυσικά και προετοιμάζομαι για αυτό”, λέει η ίδια».
Frankfurter Allgemeine Zeitung
Σε αναθεώρηση της πρόβλεψης για τον ρυθμό ανάπτυξης της Γερμανίας προχώρησε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Όπως ανακοίνωσε ο απερχόμενος υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι), η πρόβλεψη για το 2025 τοποθετείται πλέον στο 0,0% – εν αντιθέσει με τις προ μηνών προβλέψεις για μία αδύναμη μεν, υπαρκτή δε ανάπτυξη της τάξεως του 0,3%. Για το επόμενο έτος υπήρξε επίσης διόρθωση προς τα κάτω: πλέον η εκτίμηση είναι ανάπτυξη 1,0%, ενώ μέχρι πρότινος βρισκόταν στο 1,1%. Έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία η γερμανική οικονομία δεν θα παρουσιάσει ανάπτυξη για τρία συναπτά έτη.
Ο λόγος πίσω από τη νέα πρόβλεψη, πέραν της πολιτικής αστάθειας στη Γερμανία κατά τους τελευταίους μήνες, είναι ιδίως η «εμπορική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ», όπως εξήγησε ο Χάμπεκ, προσθέτοντας πως η απειλή και η επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη γερμανική οικονομία, η οποία παραδοσιακά εστιάζει στις εξαγωγές.
«Η Γερμανία οδεύει προς το τρίτο έτος οικονομικής αδυναμίας – μία συνθήκη για την οποία είναι ανεπαρκείς οι χαρακτηρισμοί “στασιμότητα” ή “ελαφρά ύφεση”», παρατηρεί η εφημερίδα. «Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία δεν πέρασε ποτέ άλλοτε μία τόσο μακρά φάση στασιμότητας ολόκληρης της οικονομίας. Ακόμη και κατά τον τρίτο χρόνο της κρίσης και παρά την αλλαγή κυβέρνησης δεν δίνεται η εντύπωση πως η πολιτική ηγεσία έχει αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Οι προοπτικές είναι οπωσδήποτε δυσοίωνες. Οι απειλές για δασμούς του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ θέτουν και πάλι στον πάγο τις ελπίδες για μία αδύναμη οικονομική ανάκαμψη στη Γερμανία. Και σε περίπτωση που ξεσπάσει πραγματικός εμπορικός πόλεμος μεταξύ της Αμερικής και της ΕΕ, αυτό θα μπορούσε να βυθίσει ξανά την εγχώρια οικονομία σε ύφεση».
Κατά τη FAZ «ο απερχόμενος υπουργός Οικονομίας Χάμπεκ έχει συμβάλει και αυτός στην επιδείνωση της κατάστασης και αυτό όχι μονάχα επειδή επαναλάμβανε ξανά και ξανά την ιδέα των μεγάλων πακέτων δαπανών με όχημα την ανάληψη χρέους. Μπορεί να επικριθεί ακόμη περισσότερο για το γεγονός ότι έθεσε σε προτεραιότητα τον “πράσινο” νομοθετικό παροξυσμό και την οικολογική αναδιάρθρωση της οικονομίας. Η Γερμανία θα βρισκόταν σε πολύ καλύτερη θέση και άρα και σε αντιπαράθεση με τον Τραμπ, εάν ο Χάμπεκ είχε λάβει σοβαρότερα υπόψιν το βασικό του καθήκον: να διευκολύνει την οικονομική ανάπτυξη».
tageszeitung
Η εφημερίδα του Βερολίνου πάντως διαφωνεί. Σε σχετικό σχόλιο με τίτλο «Ο Χάμπεκ δεν φταίει», γράφει: «Υπάρχει κάτι το σχεδόν τραγικό στο ότι είναι ο Χάμπεκ αυτός που έπρεπε να παρουσιάσει την άσχημη κατάσταση σε μία από τις τελευταίες του εμφανίσεις ως υπουργός Οικονομίας.
Διότι ο Χάμπεκ ήταν αυτός που έδινε μάχη στην κυβέρνηση “Φανάρι” για την εφαρμογή μέτρων που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την οικονομία, δεδομένων των πολλών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα. Ο πολιτικός των Πρασίνων προσπαθούσε μάταια να πείσει τα άλλα κόμματα της κυβέρνησης, όπως και την τότε αντιπολίτευση, να προβούν στα απαραίτητα βήματα». Και κάποια από αυτά που αρνούνταν να κάνουν τα άλλα κόμματα, όπως η θέσπιση ενός επενδυτικού προγράμματος για τη βελτίωση των υποδομών, «αυτά ακριβώς θέλουν να εφαρμόσουν τώρα ως κυβέρνηση η Χριστιανική Ένωση και το SPD. Με τη μακρά άρνησή τους όμως φέρουν αυτοί την ευθύνη για το ότι η κατάσταση είναι χειρότερη απ’ όσο θα μπορούσε να είναι».
Πληροφορίες από DW