Σελίδες επί σελίδων γράφτηκαν πριν και μετά τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών, με άξονα το «αγωνιώδες» ερώτημα για το τι θα σηματοδοτήσει η εκλογή Τραμπ για τις ΗΠΑ, αλλά και για την Ελλάδα. Κι όσο για το δεύτερο μπορεί, κατά τον Κυρ. Μητσοτάκη, να είναι «δεδομένο» ανεξαρτήτως αποτελέσματος, αφού οι σχέσεις είναι «στρατηγικές», και «υπάρχει και το προηγούμενο της πρώτης θητείας» του «διαβολικά καλού» Τραμπ, με την εμπλοκή να απογειώνεται διαδοχικά από ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, αλλά και το πρώτο… εξίσου δεδομένο είναι.
Και δεν το λέμε εμείς, αλλά κοτζάμ διευθύνων σύμβουλος της «BlackRock» – του μεγαλύτερου επενδυτικού fund παγκοσμίως – L. Fink, ο οποίος σε συνέδριο τον περασμένο Οκτώβρη είπε πως «κουράστηκα να ακούω ότι αυτές είναι οι σημαντικότερες εκλογές της ζωής σας. Η πραγματικότητα είναι πως σε βάθος χρόνου, δεν έχει σημασία», σημειώνοντας ότι «δουλεύουμε και με τις δύο διοικήσεις και έχουμε συζητήσεις και με τους δύο υποψηφίους».
Τέτοια ξεσπάσματα «ειλικρίνειας» δεν σημαίνουν βέβαια ότι δεν υπήρχαν διαφορές ανάμεσα στους δύο και μάλιστα μεγάλες, διαφορές που βγήκαν ορμητικά στην επιφάνεια όλο το προηγούμενο διάστημα εκφράζοντας και τον πολύ βαθύ διχασμό στο εσωτερικό της αστικής τάξης των ΗΠΑ. Αποτυπώνουν όμως το έδαφος, τις «ράγες» πάνω στις οποίες κινείται η διαπάλη αυτή.
Και στην περίπτωση της νέας διακυβέρνησης Τραμπ, αυτές οι «ράγες» δεν είναι άλλες από τη μάχη με την Κίνα για την πρωτοκαθεδρία στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ανοιχτά πολεμικά μέτωπα σε όλο τον κόσμο και το ενδεχόμενο μιας νέας διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης να είναι ορατό. Αυτά, λοιπόν, και καθόρισαν την εκλογή Τραμπ και θα δώσουν τον «τόνο» της διακυβέρνησής του.
*Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου