Η Ισπανία θα αυξήσει τον εθνικό κατώτατο μισθό κατά 3,67% στα 1.167 ευρώ μικτά, μετά τη συμφωνία που επιτεύχθηκε με τα συνδικάτα (CCOO και UGT), δήλωσε την Τετάρτη η προερχόμενη από τους Podemos υπουργός Εργασίας και αντιπρόεδρος της συγκυβέρνησης Σοσιαλιστών (PSOE) – Unidas Podemos, Γ. Ντίαθ. Ετσι ο καθαρός κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 1.000 ευρώ από 964 πριν. Πρόκειται για την τέταρτη αύξηση του κατώτατου μισθού από το 2019.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και μετά τις αυξήσεις ο κατώτατος μισθός δεν ξεπερνά το επίσημο όριο της φτώχειας, που ορίζεται ως το 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος. Η προσέγγιση του κατώτατου μισθού στο 60% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος στην Ισπανία (περίπου 1.944 ευρώ) παραμένει …στόχος για την σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση.
Στα πλαίσια της σύγκλισης της αγοράς εργασίας στην ΕΕ, έχει τεθεί ο στόχος οι βασικοί μισθοί στα κράτη μέλη να προσεγγίσουν το επίσημο όριο της φτώχειας. Όπως ισχυρίστηκε η Ντίαθ, η Ισπανία εγκαταλείπει την «ανωμαλία των χαμηλών μισθών», την πρακτική «Ισπανία ενάντια στην Ευρώπη».
Πάντως όσον αφορά στην προσδοκία της κυβέρνησης η αύξηση να προκαλέσει την αύξηση των μισθών γενικότερα, η Ισπανική Συνομοσπονδία Επιχειρηματικών Οργανώσεων (CEOE) – και παρά το δώρο της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης προς τους επιχειρηματικούς ομίλους μέσω της «Εργασιακής Μεταρρύθμισης» – ξεκαθάρισε ότι οι εργοδότες αρνούνται να στηρίξουν αυτήν την αύξηση στους μισθούς, λόγω της αύξησης του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Σχολιάζοντας τα «πανηγύρια» των κυβερνητικών επιτελείων για την εξαγγελθείσα αύξηση του κατώτατου μισθού, το ΚΚ των Εργαζομένων της Ισπανίας σχολιάζει ότι την ίδια ώρα ο πληθωρισμός υπερβαίνει το 4%, οι τιμές γενικά έχουν ανέβει κατά 6%, ενώ οι δισεκατομμυριούχοι της χώρας αυξάνουν τον πλούτο τους. «Να είναι καθαρό, γίνονται πιο πλούσιοι γιατί μας εκμεταλλεύονται περισσότερο», τονίζει. «Μην σας κοροϊδεύουν, η αύξηση του κατώτατου μισθού εξακολουθεί να είναι ξεκάθαρα ανεπαρκής, δεν κερδίζουμε εμείς. Με τον πληθωρισμό να εκτοξεύεται, η εργατική τάξη είναι αυτή που εξακολουθεί να χάνει και η αστική τάξη αυτή που κερδίζει, αφού οι αυξήσεις δεν ισούνται ούτε καν με τους ρυθμούς του πληθωρισμού».