Για το ΚΚΕ, ο αθλητισμός είναι δημόσιο – κοινωνικό αγαθό και δεν μπορεί να μπει στη λογική του κέρδους. Χρειάζεται να καταργηθεί κάθε μορφή επαγγελματικού αθλητισμού, να κοπεί ο ομφάλιος λώρος του αθλητισμού με τους επιχειρηματίες και τους χορηγούς, να εδραιωθεί και να στηριχθεί ο μαζικός ερασιτεχνικός αθλητισμός τόνισε μεταξύ άλλων ο Μανώλης Συντυχάκης, βουλευτής του ΚΚΕ, μιλώντας στην Επιτροπή της Βουλής στο νομοσχέδιο για την ενίσχυση του ερασιτεχνικού και επαγγελματικού αθλητισμού.
Αναφέρθηκε στην τροποποίηση που προβλέπει ότι ο εκάστοτε διαιτητής – μέλος διοίκησης αθλητικού σωματείου θα μπορεί να έχει λόγο στα αποτελέσματα ενός πρωταθλήματος και επεσήμανε ότι έτσι «θα ευνοούνται αθλητές που θα διαιτητεύονται από τα μέλη του ΔΣ των αθλητικών τους σωματείων. Άρα αυτοί θα έχουν περισσότερες πιθανότητες να λάβουν τα μόρια αλλά και μεγάλες χορηγίες. Φανταστείτε τι έχει να γίνει όταν θα δίνονται ποινές από μέλη ΔΣ στους ανταγωνιστές των αθλητών τους. Θα επικρατήσει χάος και είναι σίγουρο ότι θα ζήσουμε και σκηνικά βίας».
Επεσήμανε ότι το παρόν σχέδιο νόμου, έμμεσα υποβαθμίζει το πτυχίο των ΤΕΦΑΑ, αφού εξισώνονται τα προσόντα όσων διαθέτουν δίπλωμα UEFA C με αυτούς που έχουν δίπλωμα UEFA B (πτυχιούχοι ΤΕΦΑΑ) και υπογράμμισε ότι το νομοσχέδιο, οφείλει να διασφαλίσει όλοι οι προπονητές πρέπει να έχουν παιδαγωγική επάρκεια, και να είναι διαπιστωμένα καταρτισμένοι με γνώσεις προπονητικής.
Εξέφρασε την αντίθεση του ΚΚΕ με τον θεσμό των σχολών προπονητών υπό την ευθύνη της ΓΓΑ, αφού αυτή δεν είναι εκπαιδευτικό ίδρυμα, ενώ υπάρχουν κρατικοί φορείς του υπουργείου Παιδείας που παρέχουν ανάλογη εκπαίδευση.
Σχετικά με τις χρηματικές επιβραβεύσεις διακριθέντων αθλητών, ο Μ. Συντυχάκης επεσήμανε ότι με βάση την παρούσα διάταξη, γίνεται διάκριση των συμμετεχόντων σε αθλήματα που δεν είναι στο ολυμπιακό πρόγραμμα ενώ είναι εγκεκριμένα από την ολυμπιακή επιτροπή δημιουργώντας συνθήκες επιλεκτικής και άνισης διάκρισης και κατά συνέπεια αποκλεισμού αθλητών.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε για τις ρυθμίσεις αδειοδότησης και λειτουργίας των αθλητικών εγκαταστάσεων σημειώνοντας ότι το νομοσχέδιο «σε γενικές γραμμές διαβαθμίζει – κατηγοριοποιεί τις αθλητικές εγκαταστάσεις για να μπορεί να ξεφύγει από τον Σκόπελο των δανειοδοτήσεων και τα μαζικά “λουκέτα” που επέβαλαν τα προηγούμενα χρόνια, προϊόντος της συνολικής υποβάθμισης, υποχρηματοδότησης και την υποσυντήρηση τους».
Όσον αφορά την βία και τον στοιχηματισμό, ο Μ. Συντυχάκης επεσήμανε ότι η κυβέρνηση επιχειρεί μάταια να διαμορφώσει συνθήκες «διαφάνειας», καθώς αφήνει άθικτο το καθεστώς του στοιχηματισμού και «επί της ουσίας καλεί το “λύκο να φυλάξει τα πρόβατα’’, όταν είναι γνωστές κατά το παρελθόν αυτές οι υπόγειες διαδρομές των στημένων αγώνων». Υπογράμμισε ότι είναι υποκριτικές οι εξαγγελίες για τη βία, καθώς «η βία, μέσα και έξω από τα γήπεδα αποτελεί αντανάκλαση της βίας της εκμετάλλευσης, της αδικίας, της ανεργίας, του κοινωνικού αποκλεισμού και της καταπίεσης που δέχεται καθημερινά, ο νέος της λαϊκής οικογένειας στους χώρους δουλειάς, στην εκπαίδευση, σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Τομείς που οι περισσότεροι λειτουργούν με βάση το κέρδος και ελέγχονται από μεγαλοεπιχειρηματίες».