Με αφορμή τις παρακολουθήσεις πολιτών από την ΕΥΠ

Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ) όπου στεγάζεται και η ΕΥΠ
Πηγή: Eurokinissi

Τα πρόσφατα δημοσιεύματα σχετικά με παρακολουθήσεις πολιτών από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) προκαλούν αντιδράσεις και έντονο προβληματισμό. Με βάση τα δημοσιεύματα αυτά, η ΕΥΠ παρακολουθεί και καταγράφει προσωπικά δεδομένα δημοσιογράφων, δικηγόρων, υπαλλήλων μεταναστευτικών οργανισμών, άλλων προσώπων που έχουν εμπλακεί με το Μεταναστευτικό – Προσφυγικό, απλών πολιτών για τη συμμετοχή τους σε συγκεντρώσεις, ακόμα και παιδιών.

Η τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Γ. Οικονόμου, ότι «η ΕΥΠ επιτελεί ένα πολύ σημαντικό, ένα πολύ σπουδαίο έργο – ρόλο», τόσο αναφορικά με τις «εξωτερικές» όσο και τις «εσωτερικές απειλές» για την εθνική ασφάλεια, αποτελεί έμμεση, αλλά σαφή επιβεβαίωση ότι οι παρακολουθήσεις και η καταγραφή της ιδεολογίας, της κοινωνικής και πολιτικής δράσης από το κράτος αποτελούν καθημερινότητα.

Πράγματι, τα περιστατικά αυτά δεν είναι πρωτοφανή ούτε μοναδικά ούτε φυσικά αφορούν μεμονωμένους πολίτες. Αρκεί να θυμηθούμε τα πολλαπλά κρούσματα υποκλοπών στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό.

Από το πρώτο κρούσμα συνακροάσεων – υποκλοπών στην έδρα της ΚΕ, το 2016, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όλοι οι συναρμόδιοι φορείς (Εισαγγελία, αστυνομικές αρχές κ.λπ.) κυριολεκτικά «έχουν ξεπεράσει εαυτόν», όχι βέβαια στην κατεύθυνση διαλεύκανσης της υπόθεσης αλλά στην κωλυσιεργία, στις παλινωδίες, σε ένα «γαϊτανάκι ευθυνών» που καταλήγει μόνο σε κουκούλωμά της. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ίδια η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) έπεσε σε φανερές αντιφάσεις. Στα τελικά πορίσματά της για τις υποκλοπές κατέληγε ότι δεν φαίνεται να υπάρχει παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών, την ώρα που είχαν αναδειχθεί σοβαρά στοιχεία, που έπρεπε να ερευνηθούν από τις αρμόδιες αρχές περαιτέρω και σε βάθος, αφού η πρακτική αυτή συνεχίστηκε διαπιστωμένα μέχρι τον Ιούνη του 2020 (επί κυβέρνησης ΝΔ).

Αντίστοιχα, στην Ερώτηση που είχε καταθέσει το ΚΚΕ στη Βουλή, καταγγέλλοντας τις καθυστερήσεις στη διερεύνηση της υπόθεσης, όλα τα συναρμόδια υπουργεία «σφύριξαν αδιάφορα»: Το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης δήλωσε αναρμόδιο (!), το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη θυμήθηκε τη «μυστικότητα» της δικαστικής έρευνας, με αποκορύφωμα το υπουργείο Δικαιοσύνης, που δήλωσε ότι δεν μπορεί να δώσει καμία απάντηση γιατί δεν ξέρει …τον αριθμό της σχετικής δικογραφίας! Πέντε ολόκληρα χρόνια μετά, ακόμα δεν έχουν αποκαλυφθεί και τιμωρηθεί οι υπαίτιοι.

Η παρακολούθηση του «εχθρού – λαού» συστατικό στοιχείο της πολιτικής του κεφαλαίου

Ολα τα παραπάνω προκαλούν δικαιολογημένη ανησυχία στον λαό και τη νέα γενιά, με την πανδημία να αξιοποιείται καταλυτικά για την ένταση και αναβάθμιση της καταστολής, όπως την περαιτέρω εξέλιξη των μηχανισμών παρακολούθησης. Εγιναν ακόμα πιο φανερές οι δυνατότητες του κράτους, σε συνεργασία με τα μονοπώλια των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής, να αναπτύσσει γιγαντιαία δίκτυα φακελώματος, έτοιμα για κάθε χρήση, σε «έκτακτες» και σε «κανονικές» συνθήκες.

Φυσικά, όλα αυτά δεν οφείλονται σε «ιδεοληψίες των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων» ούτε αποτελούν «προσωπική ατζέντα» ορισμένων μόνο πολιτικών προσώπων, όπως επιχειρείται να παρουσιαστεί. Αντίθετα, υλοποιούνται σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη, με συνεχή τα καταγεγραμμένα περιστατικά μαζικής παρακολούθησης, και όχι μόνο από κολοσσούς στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που βέβαια και αυτοί βρίσκονται σε αγαστή συνεργασία με τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, των κρατών – μελών του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών.

Ειδικά σε επίπεδο ΕΕ έχει διαμορφωθεί ένα ευρύτατο πλέγμα αντιδραστικών νομοθετημάτων που υλοποιείται σε όλα τα κράτη – μέλη της από τις κυβερνήσεις κάθε ιδεολογικής «απόχρωσης». Αξίζει σχετικά να αναφέρουμε ότι ήδη το 1995, σε ψήφισμά του σχετικά με τη «νόμιμη παρακολούθηση των τηλεπικοινωνιών», το Συμβούλιο της ΕΕ καλούσε όλες τις εταιρείες παροχής τηλεφωνικών υπηρεσιών κάθε τρόπου σύνδεσης (PSTN, ISDN, GPRS, UMTS, GSM κ.λπ.) να ακολουθούν τις οδηγίες και να παρέχουν στις διωκτικές αρχές την απαιτούμενη τεχνολογική υποδομή για την πραγματοποίηση «νόμιμων συνακροάσεων». Πρόκειται για ένα μόνο παράδειγμα σε μία μακρά σειρά Οδηγιών, Κανονισμών και άλλων πράξεων, ειδικά σχετικά με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, που δίνουν το ελεύθερο στα μονοπώλια, στις κρατικές αρχές και τα όργανα της ίδιας της ΕΕ να παρακολουθούν και να συγκεντρώνουν πληροφορίες.

Ιδιαίτερη έμφαση φυσικά δίνεται στη λήψη προληπτικών μέτρων ενάντια στον λαό, στην προληπτική καταστολή που εντείνεται με ταχύτατους ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, όπως αποτυπώθηκε πολύ γλαφυρά τόσο στους Ποινικούς Κώδικες που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όσο και στις τροποποιήσεις που ψήφισε στη συνέχεια η κυβέρνηση της ΝΔ, με βάση τις κατευθύνσεις της ΕΕ.

Αλλωστε, στο στόχαστρο της ΕΕ και των αστικών κρατών βρίσκονται διαχρονικά η δράση των μαζικών λαϊκών οργανώσεων, η κοινωνική – πολιτική δραστηριότητα των εργαζομένων και των νέων, ακόμα και η ίδια η σκέψη τους. Εκεί στοχεύει η επίσημη ευρωενωσιακή ιδεολογία των «δύο άκρων», σε συνδυασμό με την αξιοποίηση της έννοιας – λάστιχο της «τρομοκρατίας», στην οποία ρητά εντάσσεται και η «αριστερή» ανατρεπτική δράση1. Ποινικοποιεί τη «ριζοσπαστικοποίηση», δηλαδή στοχοποιεί ακόμα και τις ιδέες, όταν αμφισβητούν το καπιταλιστικό σύστημα.

Χέρι χέρι ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στα δικαιώματα και τις ελευθερίες του λαού

Επομένως, είναι προκλητικό αστικές πολιτικές δυνάμεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, να εμφανίζονται ως «αθώες περιστερές» προσπαθώντας να «ξεπλύνουν» όχι απλώς τις ευθύνες τους αλλά στην ουσία την πολιτική του κεφαλαίου που αντιμετωπίζει ως «βασικό εχθρό» την εργατική – λαϊκή πάλη. Οι ίδιοι που εμφανίζονται σήμερα λάβροι κατά της ΝΔ, κατά της όξυνσης της καταστολής και του αυταρχισμού, είναι οι ίδιοι που ενίσχυσαν το αντιδραστικό νομοθετικό οπλοστάσιο για να το «παραδώσουν» στη ΝΔ, που πίνουν νερό στο όνομα της ΕΕ και υλοποίησαν μέχρι κεραίας τις κατευθύνσεις της!

Μόνο πρόκληση μπορεί να θεωρηθεί εν προκειμένω και η εστίαση της αντιπαράθεσης από τον ΣΥΡΙΖΑ στην τάχα ορθή και με αξιοκρατικές διαδικασίες στελέχωση της ΕΥΠ, με αφορμή το νέο σχετικό ΠΔ της ΝΔ, υπερασπιζόμενος τον τρόπο αξιολόγησης προσωπικού που ο ίδιος είχε θεσπίσει ως κυβέρνηση. Χωρίς ντροπή, συσκοτίζει τον ρόλο της ΕΥΠ, στον οποίο περιλαμβάνεται σαφώς η στοχοποίηση και καταστολή του εργατικού – λαϊκού κινήματος. Από κοντά και η προσπάθεια «καθαγίασης» της αστικής Δικαιοσύνης από τον ΣΥΡΙΖΑ, κρύβοντας συνειδητά για το όφελος και τις ανάγκες ποιων η Δικαιοσύνη σήμερα επιταχύνεται, ποιο δίκαιο εφαρμόζει. Ταυτόχρονα, απέναντι σε ποιους ορθώνεται ως ένας δαπανηρός λαβύρινθος, και μάλιστα τις περισσότερες φορές χωρίς δικαίωση.

Πρόκειται για μέρος μίας επικίνδυνης προσπάθειας να κρυφτεί ο αληθινός χαρακτήρας του αστικού κράτους, που «έχει συνέχεια» στην υπεράσπιση της εξουσίας του κεφαλαίου. Στοχεύει στο να αναθερμανθεί πάση θυσία η αυταπάτη ότι αυτό το κράτος μπορεί να «εκδημοκρατιστεί», να γίνει πιο «διαφανές», πιο φιλολαϊκό, κλίνοντας σε όλες τις πτώσεις το «κράτος δικαίου».

Και σε αυτό, φυσικά, τον συνεπικουρούν διάφορες οπορτουνιστικές δυνάμεις, παρόλο που όψιμα, τελευταίες μέρες πριν από τις δικηγορικές εκλογές (τυχαίο;) θυμήθηκαν να κάνουν άσφαιρη κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ. Στην πραγματικότητα, συμπορεύονται μαζί του με κάθε ευκαιρία, ρίχνοντας νερό στο μύλο της κυβερνητικής εναλλαγής, που την έχουν πληρώσει ακριβά οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα. Εκεί στοχεύουν και οι αυταπάτες που καλλιεργούν για τον ρόλο του δικηγορικού συλλόγου, ο οποίος εκ φύσεως είναι «κέρβερος» αποκλειστικά των συμφερόντων του κεφαλαίου.

Από κοινού, αστικά κόμματα και δυνάμεις του οπορτουνισμού αποκρύπτουν ότι οι νόμοι, το Σύνταγμα, τα δικαστήρια αλλά και τα Σώματα Ασφαλείας, το σωφρονιστικό σύστημα αποτελούν λειτουργίες αυτού του «κράτους δικαίου» με τις οποίες ενιαία οργανώνει τόσο την καταστολή όσο και την ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος, το «κέρδισμα» των νεανικών συνειδήσεων, την απόσπαση συναίνεσης στη βαρβαρότητα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Επιχειρούν να «θολώσουν» ότι οι σημερινές προσαρμογές στο αστικό κράτος υπηρετούν την προετοιμασία του, ενόψει ανάτασης, ανασύνταξης και αντεπίθεσης του λαού.Δεν αναζητούμε σωτήρες. Οργανώνουμε τον αγώνα για τις σύγχρονες ανάγκες μας!

Οι δικηγόροι που απαρτίζουμε και στηρίζουμε τα ψηφοδέλτια της «Αγωνιστικής Συσπείρωσης Δικηγόρων» θεωρούμε καθήκον μας, και καλούμε κάθε προοδευτικό και ριζοσπάστη δικηγόρο, να αξιοποιήσουμε τις νομικές μας γνώσεις για την προάσπιση των αγώνων και των διεκδικήσεων των εργαζομένων, απέναντι στην ενίσχυση του αντιδραστικού νομικού πλαισίου και την εντεινόμενη επιθετικότητα στα λαϊκά δικαιώματα και ελευθερίες. Γιατί γνωρίζουμε ότι είναι υπόθεση του ίδιου του οργανωμένου λαϊκού κινήματος να υπερασπιστεί τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του, με τη συλλογική ανυποχώρητη πάλη του. Σε αυτήν την υπόθεση καταθέτουμε και εμείς όλες μας τις δυνάμεις.

Σημείωση:

1. Βλ. και πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Αστυνομίας: Europol, European Union Terrorism Situation and Trend Report 2020

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη
Της
Στέλας ΠΑΠΑΟΙΚΟΝΟΜΟΥ*
* Η Στέλα Παπαοικονόμου είναι μέλος της Επιτροπής Οικονομικών και του Τμήματος Δικαιοσύνης της ΚΕ του ΚΚΕ

Ετικέτες: ,

Δείτε ακόμα...