Στη συζήτηση για την κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2025, που ξεκίνησε σήμερα στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, μίλησε ο Νίκος Καραθανασόπουλος βουλευτής του ΚΚΕ.
Ξεκίνησε με τη σφοδρή όξυνση των ανταγωνισμών που υπάρχει ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα, μεταξύ ΗΠΑ και Κίνα για το ποιος θα αναλάβει την πρωτοκαθεδρία της παγκόσμιας οικονομίας. Αυτός ο ανταγωνισμός σχετίζεται με τον τεχνολογικό πόλεμο, τον εμπορικό πόλεμο, αλλά και για τον ορυκτό πλούτο, αντιθέσεις που φθάνουν σε πολέμους, όπως στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, για το μοίρασμα των αγορών, τον έλεγχο των πηγών ενέργειας και των δρόμων μεταφοράς της. Οι τελευταίες εξελίξεις αναδεικνύουν τον κίνδυνο για τη γενίκευση της σύγκρουσης, με την Ελλάδα να συμμετέχει ενεργά με ευθύνη της κυβέρνησης αλλά και τη σύμφωνη γνώμη και των άλλων αστικών κομμάτων.
Ο Ν. Καραθανασόπουλος, αναφέρθηκε ακόμα στην αβεβαιότητα που επικρατεί και στην οικονομία της Ευρωζώνης, με 6 οικονομίες να παρουσιάζουν αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης και 8 οικονομίες να είναι σε κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος,. Ολα αυτά δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστην την ελληνική οικονομία, επισήμανε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας και την ανεπάρκεια όλων των οικονομικών μειγμάτων που ακολουθούνται, είτε είνανι επεκτατικό, είτε είναι περιοριστικό.
Τέλος, αναφέρθηκε με συγκεκριμένα στοιχεία στη μετατροπή της οικονομίας της ΕΕ και της «πράσινης» οικονομίας σε πολεμική, με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Αμυνας να δημοσιεύει στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία, οι αμυντικές δαπάνες των κρατών – μελών της ΕΕ για το 2024 θα ανέλθουν σε 326 δισ ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 30% σε σύγκριση με το 2021.
Εργαλείο άδικης και αντιλαϊκής αναδιανομής
Ο Ν. Καραθανασόπουλος σημείωσε ότι ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2025 συγκροτήθηκε υπό το πρίσμα της δημοσιονομικής πυθαρχίας του νέου συμφώνου σταθερότητας και του ταμείου ανάκαμψης της ΕΕ, ένα σύμφωνο που είναι υποχρεωτικό για όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα με την ίδια την Κομισιόν, να καθορίζει τους στόχους για κάθε κράτος μέλους και ιδιαίτερα για την Ελλάδα, ο καθορισμός αυτός είναι πολύ πιο αυστηρός λόγω του υψηλού κρατικού χρέους και τις ανάγκες εξυπηρέτησης του.
Έτσι λοιπόν οι δεσμευτικές υποδείξεις, όπως καταγράφονται από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχέδιο 25-28, είναι δεσμευτικές τόσο για την πορεία των δαπανών, όσο και προς το πρωτογενές πλεόνασμα.
Κατήγγειλε ότι «η πορεία των δαπανών είναι περίπου 3,5 δις ευρώ, τα οποία είναι προκαθορισμένα, περίπου 1 δισεκατομμύριο για τις νέες συντάξεις και την ωρίμανση, περίπου 1 δισεκατομμύριο για τα νέα εξοπλιστικά προγράμματα και ένα δισεκατομμύριο είναι για τα λειτουργικά έξοδα λόγω της αύξησης του τιμάριθμου. «Αρα δεν μένει περιθώριο για συγκεκριμένες αυξήσεις δαπανών στους κοινωνικούς τομείς, στην παιδεία, στην υγεία, την πρόνοια, τον πολιτισμό ή τον αθλητισμό ή και για την τοπική και περιφερειακή διοίκηση».
Η αντιλαϊκότητα του προϋπολογισμού, συνέχισε, αποδεικνύεται και από τα φορολογικά έσοδα τα οποία προβλέπονται για το 2025 να φτάσουν περίπου στα 70 δισεκατομμύρια, ένα τεράστιο ποσό, όταν για το ’24 προβλεπόταν 63 δισεκατομμύρια και τελικά θα φθάσει γύρω στα 67,5 δις. Αυτή η αύξηση των 2,5 δις θα προέρθει από τους έμμεσους φόρους, τους κατεξοχήν αντιλαϊκούς και από τους φόρους εισοδήματος φυσικών προσώπων. Την ίδια ώρα, κατήγγειλε, καμία κυβέρνηση, ούτε η σημερινή ούτε οι προηγούμενες, δεν τολμούν να επιβάλλουν φόρο στο μεγάλο κεφάλαιο. Πάνω από 50 φοροαπαλλαγές είναι νομοθετικά κατοχυρωμένες για το εφοπλιστικό κεφάλαιο, σημείωσε, προσθέτοντας ότι καμία κυβέρνηση δεν πειράζει ούτε τους φορολογικούς παραδείσους, ούτε τις offshore εταιρείες κ.α.
Φέρνοντας συγκεκριμένα στοιχεία για τις δαπάνες, σημείωσε ότι το 2008 οι δαπάνες για την υγεία ήταν 6,2 δις ευρώ, και τώρα είναι 6,7 δις ευρώ, μια ελάχιστη αύξηση που δεν καλύπτει ούτε τον πληθωρισμό. Στην παιδεία, ο προυπολογισμος του 2008 έδινε 7,6 δις ευρώ και τώρα, 6,4 δις ευρώ. Αυτά και μόνο τα στοιχεία αρκούν για να καταγράψουν την εγκληματική και ολομέτωπη επίθεση που δέχονται εδώ και χρόνια, οι εργαζόμενοι και τα λαικά στρώματα, σημείωσε χαρακτηριστικά.
Καταλήγοντας, σημείωσε ότι έχουμε όξυνση της ανισομετρίας, όξυνση των ανισοτήτων και διεύρυνση της ψαλίδας ανάμεσα στις αντικειμενικές δυνατότητες που υπάρχουν για να ικανοποιηθούν οι λαϊκές ανάγκες και στο επίπεδο ικανοποίησης των αναγκών, που συμπιέζεται όλο και περισσότερο για τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Για το ΚΚΕ, σημείωσε ότι μπροστά σε όλα αυτά «υπάρχει διέξοδος που έχει καταγραφεί ιστορικά, στα επιτεύγματα της Σοβιετικής Ενωσης, τα οποία ο καπιταλισμός δεν πρόκειται να τα διασφαλίσει ποτέ. «Αυτό το ιστορικό παράδειγμα φωτίζει τη δυνατότητα, την αναγκαιότητα, αλλά και την υπεροχή μιας ανώτερης μορφής οργάνωσης της κοινωνίας, στην οποία θα αλλάξει ριζικά ο σκοπός της παραγωγής, από το να υπηρετεί το καπιταλιστικό κέρδος να υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες, ο χαρακτήρας της εξουσίας και της ιδιοκτησίας και ο ρόλος της εργατικής τάξης. Δηλαδή, καταργείται η καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και με την κοινωνικοποίησή τους περνάμε στην κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αλλάζει ο σκοπός της παραγωγής και στη θέση του καπιταλιστικού κέρους, καταλαμβάνει η ικανοποίηση των αναγών της κοινωνίας, οι εργαζόμενοι περνούν στο προσκηνιο της ιστορίας γιατί παίζουν ενεργό ρόλο στη λήψη αποφάσεων και με τον επιστημονικά κεντρικό σχεδιασμό, καθορίζονται οι στόχοι της παραγωγής με στόχο την κάλυψη των αναγκών της κοινωνίας».