Η πραγματικότητα «καίει» τις θλιβερές προσπάθειες της αστικής προπαγάνδας να αποκρύψει το πραγματικό μέγεθος των επιπτώσεων, να συσκοτίσει τις πραγματικές αιτίες της νέας καταστροφικής πυρκαγιάς στην Αττική. Θρυμματίζει τις αστείες επικοινωνιακές προσπάθειες της κυβέρνησης, ενίοτε ντυμένες με «επιστημονικό» μανδύα. Φέτος την τιμητική τους είχαν όροι όπως «κηλιδώσεις», «ανομβρία», «ξηρασία», «λειψυδρία», που προστέθηκαν στις κλασικές δικαιολογίες για υψηλές θερμοκρασίες, ισχυρούς ανέμους, «κλιματική κρίση», δύσκολο ανάγλυφο κ.ά.
Και τι δεν ακούσαμε απ’ τα χείλη του αρμόδιου υπουργού και τα παπαγαλάκια του συστήματος… Οτι οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερες γιατί δεν έχει βρέξει για μεγάλο διάστημα, υπήρχε απουσία υγρασίας, επικρατούσαν υψηλές θερμοκρασίες σε συνδυασμό με δυνατούς ανέμους. Με άλλα λόγια, ότι βρισκόμαστε στον Αύγουστο και όχι στον Δεκέμβρη! Ακούσαμε ως «είδηση» ότι όταν καίει η φωτιά δημιουργούνται σπίθες που μεταφέρονται σε μεγάλη απόσταση με τον άνεμο και ανάβουν νέες εστίες. Λες και πρόκειται για νέες επιστημονικές «ανακαλύψεις» και πρωτόγνωρες συνθήκες…
Ακούσαμε και την ταυτολογία ότι η φωτιά ξέφυγε και μεταδόθηκε πολύ γρήγορα, γιατί δεν μπόρεσε να ελεγχθεί. Δηλαδή, η αιτία που η αρχική εστία εξελίχθηκε σε μεγάλη πυρκαγιά, είναι η πυρκαγιά…
Φανερές και αθέατες συνέπειες της μεγάλης καταστροφής
«Λίγους συμπολίτες μας» χαρακτήρισε ο πρωθυπουργός αυτούς που υπέστησαν ζημιές από την καταστροφική πυρκαγιά, αναδεικνύοντας για άλλη μια φορά το προκλητικό θράσος κάθε κυβέρνησης της άρχουσας τάξης.
Η πρόσφατη πυρκαγιά καθώς και οι αντίστοιχες στο παρελθόν επιδρούν πολλαπλά αρνητικά στη ζωή των κατοίκων. Οι συνέπειες για τους κατοίκους της Αττικής είναι τεράστιες και δεν αφορούν μόνο την τραγική απώλεια ζωής μιας εργαζόμενης, την καταστροφή σπιτιών, σχολείων, αθλητικών εγκαταστάσεων, καλλιεργειών και επιχειρήσεων, αλλά περιλαμβάνουν άμεσες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις σχετικές με την περιβαλλοντική καταστροφή, τις επιπτώσεις στην υγεία, τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις.
Πάνω από 90 σπίτια ή άλλα κτίρια έχουν μέχρι στιγμής κριθεί ακατάλληλα για χρήση («κόκκινα» ή «κίτρινα»), χιλιάδες στρέμματα δασικών εκτάσεων κάηκαν, καθώς και αγροτικές καλλιέργειες, ανυπολόγιστες είναι οι συνέπειες σε χλωρίδα και πανίδα, από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Η πυρκαγιά έκαψε τουλάχιστον 105.000 στρέμματα.
Η πρόσφατη καταστροφή έρχεται να προστεθεί στις προηγούμενες πυρκαγιές στην Αττική, η οποία μέσα σε 8 χρόνια έχει χάσει το 37% των δασών της. Μόνο από το 2017 σε 13 μεγάλες πυρκαγιές έχουν καεί περισσότερα από 700.000 στρέμματα στην Αττική, σύμφωνα με αναφορές της Υπηρεσίας Ταχείας Χαρτογράφησης Copernicus και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS). Σε μια περιοχή στην οποία κατοικεί σχεδόν ο μισός πληθυσμός της χώρας, αντιστοιχεί πλέον λιγότερο από 1 τ.μ. πρασίνου ανά κάτοικο. Ακόμη μεγαλύτερες θα είναι, συνεπώς, οι επιπτώσεις ως προς τη δυνατότητα απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα και παροχής καθαρού αέρα, στο μικρόκλιμα, ως προς τις υψηλές θερμοκρασίες.Οι παλιότερες πυρκαγιές στην ίδια περιοχή, το 1995, το 1998 και ιδιαίτερα το 2009, αναδεικνύουν τον κίνδυνο της μη δυνατότητας αναγέννησης του δάσους. Η καταστροφή δασικών εκτάσεων αυξάνει τον κίνδυνο καταστροφικών πλημμυρών, ενώ σημαντικές είναι οι συνέπειες από την καταστροφή δικτύων νερού, Ενέργειας κ.ά. Το επόμενο διάστημα αν δεν ληφθούν επειγόντως τα αναγκαία μέτρα θα έχουμε έντονα πλημμυρικά φαινόμενα στις κατεστραμμένες περιοχές, με βάση και την πείρα των προηγούμενων χρόνων, π.χ. στα Βριλήσσια.
Πολύ σοβαρές είναι και οι συνέπειες για την υγεία των κατοίκων της Αττικής, ακόμη και άλλων περιοχών, όπως στην Πελοπόννησο, από το τοξικό νέφος που εκλύθηκε. Οι συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων έφτασαν τα 70 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο σε ορισμένες περιοχές, στη Γλυφάδα ξεπέρασαν τα 200 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο (όταν το επιτρεπτό όριο είναι 20 και 10 για ευάλωτες ομάδες, αντίστοιχα). Η επικινδυνότητα δεν περιορίζεται μόνο στα αιωρούμενα σωματίδια, αλλά και στην έκλυση πλήθους καρκινογόνων ουσιών, όπως διοξίνες, φουράνια κ.ά., από την καύση των δασών και πλήθους άλλων υλικών στα κτίρια. Πρόκειται για ανθεκτικούς ρύπους που μεταφέρονται στον άνθρωπο μέσω της τροφικής αλυσίδας και του υδροφόρου ορίζοντα, προκαλούν πλήθος προβλημάτων υγείας, όπως αναπνευστικά και καρδιαγγειακά προβλήματα, μέχρι και καρκίνο. Για τους κινδύνους αυτούς δεν γίνεται καν λόγος από την κυβέρνηση, δεν υπάρχει καμιά μέριμνα για την τεκμηρίωση της έκθεσης του πληθυσμού, για μετρήσεις τοξικών ουσιών που απειλούν την υγεία μας, ακόμη και για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πυρκαγιά. Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος από την αθροιστική έκθεση σε επικίνδυνες ουσίες στους εργασιακούς χώρους, από τη ρύπανση του περιβάλλοντος και από τις περιπτώσεις ατυχημάτων, όπως π.χ. οι φωτιές σε εργοστάσια πλαστικών και άλλων υλικών.
Ο τραγικός θάνατος της εργαζόμενης στο Πάτημα Χαλανδρίου ανέδειξε, επίσης, τη συνειδητή απουσία κρατικού ελέγχου της εργοδοτικής ευθύνης για τη λήψη μέτρων πρόληψης στους χώρους δουλειάς. Χωρίς ντροπή, ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας ανέφερε για τον θάνατο της εργαζόμενης: «Στην περιοχή εκείνη εκδόθηκε 112, οι συνάδελφοι της γυναίκας έφυγαν, για κάποιους λόγους η ίδια δεν έφυγε». Λες και η υλοποίηση σχεδίου διαφυγής αποτελεί ατομική ευθύνη του εργαζόμενου.
«Ανθρακες» τα σχέδια της κυβέρνησης για την αντιπυρική προστασία
Μετά από κάθε καταστροφή έχουμε βαρεθεί να ακούμε τους εκπροσώπους της κυβέρνησης να λένε ότι διδάσκονται από την εμπειρία και θα διορθώσουν τις αστοχίες και τις αδυναμίες. Τα ακούσαμε από τον πρωθυπουργό πριν από 3 χρόνια, μετά την πυρκαγιά στη Βόρεια Εύβοια, τα ακούσαμε και πέρσι μετά τη φωτιά στη Δαδιά, τα ακούσαμε και μετά τις καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία, τα ακούμε και φέτος.
«Το κράτος ήταν εδώ», ανέφερε ο κ. Κικίλιας μετά την πρόσφατη πυρκαγιά στην Αττική και ότι «αύριο ξεκινούν και πάλι μελτέμια, υπάρχει λειψυδρία, θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε σε αυτές τις συνθήκες». Ο κ. Μητσοτάκης, κατά την επίσκεψή του στην αεροπορική βάση της Ελευσίνας, επισήμανε ότι «από κάθε φωτιά η οποία ξεφεύγει παίρνουμε τα μαθήματά μας, ειδικά, θα έλεγα, για τις πολύ δύσκολες ζώνες στις οποίες και εσείς πρακτικά δεν μπορείτε να επιχειρήσετε, που αφορούν την επαφή του δάσους με τον αστικό ιστό».
Τι μας λένε δηλαδή; Οτι στην πράξη θα παραμείνει ο σχεδιασμός όπως είναι σήμερα, με κάποιες μικροβελτιώσεις, και ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις πυρκαγιές (όπως και με τους σεισμούς, τις πλημμύρες κ.λπ.), ελέω «κλιματικής κρίσης», να προσαρμοστούμε, να γίνουμε «ανθεκτικοί». Ειδικά για τις πυρκαγιές στον αστικό ιστό, στην ουσία μας λένε ότι θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι δεν μπορεί να γίνουν και πολλά πράγματα.
Η κρατική ευθύνη για την πολιτική προστασία μετατίθεται στην ατομική ευθύνη, είτε γιατί οι κάτοικοι δεν καθάρισαν το οικόπεδό τους (πληρώνοντας φυσικά αναλόγως) είτε γιατί δεν ακολούθησαν τις οδηγίες του 112 είτε γιατί δεν ασφάλισαν την κατοικία τους κ.λπ. Προωθείται, επίσης, ο κοινωνικός αυτοματισμός, η λογική τού «να καταγγείλω τον γείτονα».
Ο κρατικός σχεδιασμός πρόληψης υπάρχει μόνο στα χαρτιά
Οι στοιχειώδεις αρχές πρόληψης έναρξης ή επέκτασης μιας πυρκαγιάς επιβάλλουν τη λήψη μέτρων για τη μείωση της καύσιμης ύλης και τον έλεγχο των πηγών θερμότητας – ανάφλεξης. Η έγκαιρη ανίχνευση μιας εστίας είναι σημαντική, αλλά δεν αρκεί για την προστασία από μια καταστροφική πυρκαγιά, εάν δεν έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για την έγκαιρη επέμβαση και καταστολή, τη διασφάλιση λήψης προληπτικών μέτρων που θα επιβραδύνουν τη γρήγορη εξάπλωσή της.
Πλήθος παραδειγμάτων αποκαλύπτουν ότι δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα πρόληψης. Αντί να έχουν γίνει οι αναγκαίοι καθαρισμοί δασών, η διάνοιξη δασικών δρόμων, η δημιουργία αντιπυρικών ζωνών έγκαιρα, με βάση ολοκληρωμένες μελέτες, υπάρχει συσσωρευμένος πολύ μεγάλος όγκος καύσιμης ύλης που βοηθάει στη γρήγορη εξάπλωση της φωτιάς και τρέχουν οι δυνάμεις που ρίχνονται στη μάχη για να τεθεί υπό έλεγχο η πυρκαγιά να ανοίξουν καμιά αντιπυρική ζώνη την τελευταία στιγμή, την ώρα της φωτιάς. Πλήθος είναι τα παραδείγματα απουσίας σημείων υδροληψίας, κρουνών χωρίς νερό.
Υπάρχουν όλες οι επιστημονικές και τεχνολογικές δυνατότητες να γίνουν μελέτες εκτίμησης διακινδύνευσης, να μελετηθούν σενάρια έναρξης και εξάπλωσης μιας πυρκαγιάς ώστε να σχεδιαστούν τα ανάλογα μέτρα πρόληψης και να ενισχυθεί η ετοιμότητα αντιμετώπισης. Ομως, είτε δεν έχουν γίνει τέτοιου είδους μελέτες είτε δεν είναι ολοκληρωμένες. Η επικινδυνότητα γειτνίασης κατοικημένων περιοχών με δασικές εκτάσεις πρέπει να αποτελεί ειδική πλευρά της μελέτης.
Στο πλαίσιο της επικοινωνιακής προπαγάνδας της κυβέρνησης, τα νούμερα με χιλιάδες ή εκατομμύρια ευρώ που έχουν δοθεί τάχα για την αντιπυρική προστασία και την πολιτική προστασία (όπως π.χ. το πρόγραμμα ΑΙΓΙΣ) δίνουν και παίρνουν. Ο «διάβολος» όμως κρύβεται στις λεπτομέρειες.
Η κυβέρνηση επιλέγει να εστιάσει σε ορισμένες πλευρές της διαχείρισης κρίσεων, όπως η έγκαιρη ανίχνευση ή η ειδοποίηση μέσω του 112. Εχουν ξοδευτεί πολλά εκατομμύρια για τα πολυδιαφημισμένα drones και δορυφόρους, όμως αυτά τα συστήματα δεν προλαμβάνουν τις φωτιές. Μπορούν βεβαίως να αξιοποιηθούν από το αστικό κράτος για την καταστολή του λαϊκού κινήματος…
Τα ποσά που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για πρόληψη και μέσα πυρόσβεσης αποτελούν ένα πολύ μικρό ποσοστό των πραγματικών αναγκών. Δεν υπάρχουν στελεχωμένες Δασικές Υπηρεσίες, επαρκείς σε αριθμό και με όλα τα μέσα επίγειες δυνάμεις, ειδικά εκπαιδευμένες και με γνώση του δάσους ευθύνης τους, διασκορπισμένες σε κατάλληλα σημεία ώστε να προσεγγίζουν και να παρεμβαίνουν έγκαιρα σε πιθανή εστία στα πρώτα λεπτά, δεν υπάρχουν οι αναγκαίες δυνάμεις σε προσωπικό στην Πυροσβεστική και σύγχρονα, λειτουργικά, ασφαλή μέσα και υποδομές πυρόσβεσης. Για παράδειγμα, στη Δασική Υπηρεσία, οι κενές θέσεις μόνιμου και ειδικευμένου επιστημονικού και λοιπού προσωπικού είναι κατά μέσο όρο το 70% των αναγκαίων, ενώ περίπου 4.000 είναι οι κενές οργανικές θέσεις των πυροσβεστών. Απουσιάζουν ο κρατικός έλεγχος και η προληπτική συντήρηση υποδομών, ώστε να μην υπάρχουν πηγές ανάφλεξης (π.χ. δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας).
Η ίδια πολιτική οδηγεί και στην απουσία μέτρων ουσιαστικής αποκατάστασης των δασικών εκτάσεων που κάηκαν. Συνολικά, ενώ την τριετία 2021 – 2023 κάηκαν 3,2 εκατομμύρια στρέμματα, η κυβέρνηση έβγαλε προκήρυξη για αναδάσωση μόλις 57.000 στρεμμάτων. Μετά τη φωτιά στην Εύβοια, όπου κάηκαν 520.000 στρέμματα, ακολούθησαν οι γνωστές υποσχέσεις για αναδάσωση που τελικά κατέληξε πρόσφατα στην επιλογή αναδόχου μετά από προκήρυξη για μόλις 1.480 στρέμματα, δηλαδή για το 0,28%.
Το κάλπικο κυβερνητικό ενδιαφέρον για τις δυνάμεις πυρόσβεσης
Οι δυνάμεις πυρόσβεσης, οι εθελοντές και όσοι συνδράμουν την κατάσβεση των πυρκαγιών εκτίθενται σε πολλαπλούς κινδύνους για τη ζωή και την υγεία τους. Η πολιτική της σημερινής κυβέρνησης, όπως και των προηγούμενων, με τα τεράστια κενά σε προσωπικό, τις ελλείψεις μέσων και μέτρων προστασίας, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε πρόκληση σοβαρών ή θανατηφόρων ατυχημάτων, αλλά και επαγγελματικών ασθενειών, όπως διάφορα είδη καρκίνου, καρδιαγγειακά προβλήματα, ψυχικές ασθένειες κ.ά. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός για την Ερευνα για τον Καρκίνο (IARC) έχει κατατάξει το επάγγελμα του πυροσβέστη ως πιθανώς καρκινογόνο.
Ο κ. Κικίλιας συγχαίρει τους ήρωες του Πυροσβεστικού Σώματος και όσους συνδράμουν την κατάσβεση της φωτιάς. Οταν όμως καταγγέλθηκε από τους πυροσβέστες ότι τους είχαν αφήσει χωρίς φαγητό και νερό, δεν ντράπηκε να πει ότι «δεν κάθονται δύο μέρες στη φωτιά οι πυροσβέστες, αλλάζουν βάρδιες». Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Οι πυροσβέστες εργάζονται τουλάχιστον 24 ώρες, υπάρχουν περιπτώσεις που μετακινούνται από μεγάλες αποστάσεις. Εξάλλου, με τις αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο, έχει δοθεί η δυνατότητα να δουλεύουν και επιπλέον υπερωρίες. Πλήθος είναι τα παραδείγματα από προηγούμενες πυρκαγιές, αλλά και τη φετινή, όπου καταγγέλλεται ότι πυροσβέστες δούλευαν συνεχόμενα ακόμη και 48 ώρες.
Ούτε θέλουν ούτε μπορούν να προστατεύσουν τον λαό
Η προσπάθεια συγκάλυψης των ευθυνών της κυβέρνησης για απουσία ολοκληρωμένου σχεδίου αντιπυρικής προστασίας είναι προκλητική. Πλήθος πυρκαγιών στο παρελθόν και ειδικότερα στη συγκεκριμένη περιοχή της Βορειοανατολικής Αττικής, ιδιαίτερα η πυρκαγιά στο Μάτι το 2018 με τους 102 νεκρούς, η διεθνής εμπειρία, οι προειδοποιήσεις του ΚΚΕ στη Βουλή και Ευρωβουλή, οι αγωνιστικές παρεμβάσεις σωματείων και συλλογικών φορέων, της «Λαϊκής Συσπείρωσης» σε δήμους και Περιφέρειες, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για οποιονδήποτε να δηλώνει «έκπληξη» ή άγνοια για τους κινδύνους από πυρκαγιές σε δάση ή σε περιοχές συνύπαρξης δασικών εκτάσεων με κατοικίες και άλλες δραστηριότητες.
Η ελλιπής χρηματοδότηση και η λειτουργία των δήμων και Περιφερειών με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, που οδηγούν σε απουσία λήψης των αναγκαίων μέτρων πολιτικής προστασίας, είναι μέρος της ίδιας πολιτικής. Η διάσπαση των αρμοδιοτήτων σε διάφορους κρίκους του κρατικού μηχανισμού (υπουργείων, Περιφερειών, δήμων κ.λπ.), εκτός από το αναγκαίο μοίρασμα της «πίτας» της κρατικής χρηματοδότησης στους διαφορετικούς ομίλους, διασφαλίζει και έναν βολικό τρόπο για να διαχέονται και να συσκοτίζονται οι πολιτικές ευθύνες.
Χαρακτηριστική είναι η συζήτηση με αφορμή τη συσσώρευση τεράστιας καύσιμης ύλης στους δήμους από τα υπολείμματα καθαρισμού των οικοπέδων των κατοίκων, που αποτελούσαν «βόμβες» μέσα στον αστικό ιστό, για τις οποίες υπήρχαν προειδοποιήσεις, η κυβέρνηση όμως κώφευε. Σε ανακοίνωσή της, ακόμα και η Κεντρική Ενωση Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ) εγκαλούσε την κυβέρνηση για τον τρόπο εφαρμογής της εγκυκλίου για τον καθαρισμό των οικοπέδων, για την ελλιπή χρηματοδότηση, αναφέροντας ότι οι δήμοι δεν διαθέτουν ούτε τα απαραίτητα μέσα ούτε τους πόρους ούτε και το προσωπικό για να ανταποκριθούν στις σχετικές δράσεις, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για ένα διαχρονικό πρόβλημα.
Οι απανωτές καταστροφές επιβεβαιώνουν πανηγυρικά ότι ούτε θέλουν ούτε μπορούν να εξασφαλίσουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αντιπυρικής προστασίας και συνολικά πολιτικής προστασίας.
Ο μεγάλος ένοχος είναι η ίδια η λειτουργία, διαχρονικά, του εχθρικού για τον λαό αστικού κράτους. Είναι η υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής που καθορίζει την πολιτική προστασία με το κριτήριο του κόστους – οφέλους για το κέρδος των ομίλων, η οποία εφαρμόστηκε από όλες τις αστικές κυβερνήσεις.
Είναι η πολιτική εμπορευματοποίησης της γης και της χρήσης της, των δασικών οικοσυστημάτων, των παράκτιων περιοχών, η πολιτική της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ, που οπλίζουν και το χέρι των εμπρηστών. Σε αυτήν την κατεύθυνση εντάσσεται η πολιτική αξιοποίησης των καταστροφών για επιτάχυνση επενδυτικών σχεδίων και αλλαγών χρήσεων γης, στην οποία συμβάλλει και το ίδιο το νομοθετικό πλαίσιο. Αναφερόμαστε στα διάφορα σχέδια «ανασυγκρότησης» και «διαχείρισης», με στόχο τη μετατροπή των δασών σε πεδίο κυρίως βιομηχανικής, τουριστικής, εκμετάλλευσης, από τα επιχειρηματικά «κοράκια» «αναδόχους» ή «διαχειριστές», σε βάρος των λαϊκών αναγκών, των κατοίκων, αλλά και των δασών των περιοχών αυτών. Την ίδια στιγμή συνεχίζεται η πίεση για αλλαγή της χρήσης γης των δασών σε όλη τη χώρα, με τη διεύρυνση των αδειοδοτήσεων για επενδύσεις σε προστατευόμενες περιοχές, Εθνικούς Δρυμούς, ιδιαίτερα από τους ομίλους των ΑΠΕ, των logistics, της διαχείρισης των απορριμμάτων και σε ό,τι άλλο χρειάζεται το κεφάλαιο.
Είναι η ίδια πολιτική που διατηρεί ανεξέλεγκτη τη συμβίωση βιομηχανικών και άλλων επικίνδυνων εγκαταστάσεων με κατοικημένες περιοχές, την απουσία αποστάσεων ασφαλείας με κίνδυνο πρόκλησης βιομηχανικού ατυχήματος μεγάλης έκτασης, την απουσία ελεύθερων χώρων και οδών μαζικής διαφυγής.
Πραγματικός ένοχος για τις καταστροφές είναι η πολιτική που ξεζουμίζει τα φτωχά λαϊκά στρώματα και περικόπτει αναγκαίες κρατικές δαπάνες για την προστασία από καταστροφές και τις κοινωνικές ανάγκες, για να ενισχύει το εφοπλιστικό κεφάλαιο και άλλους επιχειρηματικούς ομίλους. Το κράτος δεν αντέχει να χρηματοδοτήσει την πολιτική προστασία, αντέχει όμως να δαπανά δισεκατομμύρια για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ, να συμμετέχει ενεργά στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, καθιστώντας τη χώρα στόχο αντιποίνων.
Αυτήν την πολιτική ακολούθησαν όλες οι αστικές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, και οι συνοδοιπόροι τους. Αυτήν την πολιτική υλοποίησαν και υλοποιούν οι περιφερειακές και δημοτικές αρχές που εκπροσωπούν τα αστικά κόμματα.
Συνεχίζουμε μαχητικά στον δρόμο της ανατροπής
Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο κρατικός μηχανισμός δεν επιτρέπει κανέναν εφησυχασμό. Αν με μια απλή φωτιά σε συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών και δυνατών ανέμων, που δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο το καλοκαίρι, έχουμε αυτήν την κατάσταση, ας αναρωτηθούμε, τι θα γίνει σε περίπτωση εκδήλωσης ταυτόχρονων μετώπων πυρκαγιάς σε διαφορετικές περιοχές της χώρας;
Οι κίνδυνοι αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο αν σκεφτούμε ότι τα σύννεφα του ιμπεριαλιστικού πολέμου πυκνώνουν, με την ενεργό εμπλοκή της χώρας μας, αν σκεφτούμε την κατάσταση που διαμορφώνεται στην περιοχή μας.
Σε όλες τις δύσκολες ώρες των καταστροφών τα προηγούμενα χρόνια φάνηκε η δύναμη της λαϊκής πρωτοβουλίας. Η μαχητική οργανωμένη δράση των δυνάμεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στην πρώτη γραμμή μαζί με τον λαό, για να αντιμετωπιστούν οι πυρκαγιές και να δοθεί βοήθεια σε όποιον έχει ανάγκη, για την οργάνωση κινητοποιήσεων στην Αττική, στην Εύβοια, στη Θεσσαλία και σε όλες τις περιοχές της χώρας, αποδεικνύει για μια ακόμα φορά τη δύναμη που έχει ο λαός.
Η ζωή επιβεβαιώνει ότι μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό, βαδίζοντας στον δρόμο της ανατροπής. Ουσιαστική προστασία μπορεί να εξασφαλιστεί στο έδαφος του επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας, με κατοχύρωση της κοινωνικής ιδιοκτησίας στη γη, στους φυσικούς πόρους, στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, στις υποδομές, δηλαδή στο έδαφος του σοσιαλισμού. Σε αυτό το σύστημα, το τι και πώς θα παραχθεί, ποιος θα είναι ο χωροταξικός σχεδιασμός, ποια θα είναι η παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση, πώς θα εξασφαλίζονται η υγεία και η ασφάλεια εργαζομένων και κατοίκων και η προστασία του περιβάλλοντος, καθορίζονται με βάση το κριτήριο της κάλυψης του συνόλου των κοινωνικών αναγκών και όχι το καπιταλιστικό κέρδος, όπως είναι σήμερα.
Για να ανοίξει ο δρόμος γι’ αυτήν την ελπιδοφόρα προοπτική, μπαίνουμε σήμερα μπροστά για την οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης, σημαδεύοντας τον πραγματικό αντίπαλο. Μπαίνουμε μπροστά στην αναμέτρηση με την πολιτική της ΕΕ και όλων των κυβερνήσεων, που θυσιάζει τις ανάγκες μας στον βωμό του κέρδους, που μας αφήνει απροστάτευτους μπροστά στη ρύπανση, στις φωτιές, στις πλημμύρες, στα ατυχήματα μεγάλης έκτασης. Μπαίνουμε μπροστά για να υπάρξει άμεση και πλήρης στο 100% αποκατάσταση των πληγέντων, για τη διασφάλιση όλων των δικαιωμάτων των εργαζομένων, την αποκατάσταση και αναβάθμιση όλων των υποδομών και την προστασία της υγείας του λαού. Για να εκπονηθεί ολοκληρωμένος σχεδιασμός πολιτικής προστασίας (χωρίς μετάθεση της κρατικής ευθύνης σε επιχειρηματικούς ομίλους) και κυρίως για να μπορεί να υλοποιηθεί και να μη μείνει την κρίσιμη ώρα ξανά στα χαρτιά. Για την κατάργηση του αντιλαϊκού θεσμικού πλαισίου που ψήφισαν και εφάρμοσαν όλες οι αστικές κυβερνήσεις.
Αυτός ο δρόμος, της ανατροπής, είναι ρεαλιστικός και επίκαιρος. Είναι ο μόνος δρόμος για να ζήσουμε τη ζωή που μας αξίζει. Σε αυτόν τον δρόμο συνεχίζουμε.
Της
Εύης ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ*
* Η Εύη Γεωργιάδου είναι μέλος του Τμήματος Περιβάλλοντος της ΚΕ και της ΕΠ της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ