«Οι αποφασιστικές ενέργειες των ΗΠΑ θα μπορούσαν να φέρουν το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία το επόμενο έτος», υποστήριξε ο Ουκρανός Πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, που βρίσκεται στις ΗΠΑ για να συμμετάσχει στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και να έχει συναντήσεις με τον Αμερικανό Πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, και την υποψήφια Πρόεδρο των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις, στην Ουάσιγκτον, όπου θα παρουσιάσει το λεγόμενο «σχέδιο νίκης».
Το σχέδιο αυτό θα φέρει, υποτίθεται, πιο κοντά το …«τέλος» του πολέμου και θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της Ουκρανίας, που χάνει καθημερινά εδάφη στο Ντονμπάς. Στην πράξη ωστόσο αποτελεί σχέδιο στρατιωτικής κλιμάκωσης που αυξάνει κατακόρυφα το ενδεχόμενο επέκτασης της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης, από την οποία το Κίεβο ευελπιστεί να επωφεληθεί.
Μεταξύ άλλων το «σχέδιο νίκης» προβλέπει περισσότερες παραδόσεις σύγχρονων ΝΑΤΟικών εξοπλισμών, ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας της Ουκρανίας, έγκριση των χτυπημάτων βαθιά σε ρωσικό έδαφος με «δυτικούς» πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, αλλά και άμεση ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, που θα επέφερε μια άμεση σύγκρουση ΝΑΤΟ – Ρωσίας.
Μέχρι στιγμής ο Ζελένσκι δεν έχει αποκαλύψει λεπτομέρειες για το «σχέδιο νίκης», το οποίο πρόκειται να χρησιμεύσει ως «γέφυρα» προς τη δεύτερη «διάσκεψη για την ειρήνη στην Ουκρανία», η οποία σχεδιάζεται να πραγματοποιηθεί τον Νοέμβρη. Η Ρωσία αρνήθηκε να συμμετάσχει.
Ο προσωπάρχης του Ζελένσκι, Αντρίι Γέρμακ, δήλωσε προχτές από τη Νέα Υόρκη ότι το «σχέδιο νίκης» περιλαμβάνει την επίσπευση της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, κάτι που η Μόσχα θεωρεί «κόκκινη γραμμή», ενώ η αποτροπή της ένταξης είναι ένας από τους στόχους της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία.
Ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, έχει επισημάνει ότι «ειρηνευτικές» συνομιλίες μπορούν να ξεκινήσουν αφού το Κίεβο εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες του να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και αφού δεχθεί να παραχωρήσει στη Ρωσία επαρχίες στο νότιο και το ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας, μεγάλο μέρος των οποίων ελέγχεται σήμερα από τις ρωσικές δυνάμεις. Επίσης, η Ρωσία υποστήριξε το «ειρηνευτικό σχέδιο» που πρότειναν η Κίνα και η Βραζιλία.