Με το σφαγείο των πολύνεκρων μαχών σε ανατολική και νότια Ουκρανία να συνεχίζεται χωρίς κάποια ουσιαστική μεταβολή επί του στρατιωτικού πεδίου, πληθαίνουν αναλύσεις και προβληματισμοί στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο για την περιορισμένη αποτελεσματικότητα και την προοπτική της ουκρανικής αντεπίθεσης, καθώς και για τη διατήρηση της συνοχής του ευρωατλαντικού μπλοκ στην παραπέρα στρατιωτική και οικονομική στήριξη του Κιέβου σε μια μακροχρόνια συνέχιση της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ και Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ως «λύσεις» στο στρατιωτικό αδιέξοδο προκρίνονται κινήσεις που αντικειμενικά οδηγούν σε παραπέρα κλιμάκωση της σύγκρουσης και αυξάνουν τους κινδύνους επέκτασής της. Μεταξύ άλλων, σχεδιάζονται και δρομολογούνται η παροχή ακόμα περισσότερων ΝΑΤΟικών βαρέων εξοπλισμών στο Κίεβο, η αποστολή σύγχρονων δυτικών μαχητικών αεροσκαφών και περισσότερων πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς για χτυπήματα σε στόχους βαθιά πίσω από τις γραμμές του μετώπου, ενώ ακριβώς σε ένα τέτοιο πλαίσιο αυξάνονται τα ουκρανικά πλήγματα σε στόχους εντός της Ρωσίας και ανεβαίνει κι άλλο η ένταση στην Κριμαία και στη Μαύρη Θάλασσα.
Αμερικανοί και άλλοι Δυτικοί αξιωματούχοι τους οποίους επικαλείται το αμερικανικό δίκτυο CNN περιγράφουν ως ολοένα και πιο «απογοητευτικές» τις εκτιμήσεις σχετικά με την ικανότητα των ουκρανικών δυνάμεων να ανακαταλάβουν σημαντικό έδαφος, στο πλαίσιο της αντεπίθεσης που βρίσκεται σε εξέλιξη.
«Οι ενημερώσεις μας είναι απογοητευτικές. Μας υπενθυμίζουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν», δήλωσε ο Μάικ Κουίγκλι, βουλευτής στο Ιλινόις με το Δημοκρατικό Κόμμα, ο οποίος επέστρεψε πρόσφατα από συναντήσεις στην Ευρώπη με Αμερικανούς διοικητές που εκπαιδεύουν ουκρανικές τεθωρακισμένες δυνάμεις. «Αυτή είναι η πιο δύσκολη στιγμή του πολέμου», πρόσθεσε.
Αλλος Δυτικός ανώτερος διπλωμάτης δήλωσε στο CNN ότι μέσα στο επόμενο διάστημα μια πρόοδος «που θα άλλαζε την ισορροπία αυτής της σύγκρουσης νομίζω ότι είναι εξαιρετικά απίθανη».
Ως κύρια πρόκληση περιγράφεται η συνεχιζόμενη δυσκολία διάρρηξης των πολυεπίπεδων αμυντικών γραμμών της Ρωσίας στα ανατολικά και νότια τμήματα της Ουκρανίας, οι οποίες αποτελούνται από δεκάδες χιλιάδες νάρκες και τεράστια δίκτυα χαρακωμάτων.
«Οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν υποστεί ιλιγγιώδεις απώλειες εκεί, με αποτέλεσμα οι Ουκρανοί διοικητές να κρατούν πίσω ορισμένες μονάδες για να ανασυνταχθούν και να μειώσουν τις απώλειες», αναφέρει το CNN.
«Οι Ρώσοι έχουν μια σειρά από αμυντικές γραμμές και (οι ουκρανικές δυνάμεις) δεν έχουν πραγματικά περάσει την πρώτη γραμμή», δήλωσε στο αμερικανικό δίκτυο Δυτικός ανώτερος διπλωμάτης, εκτιμώντας ότι είναι απίθανο να το καταφέρουν το επόμενο διάστημα, με ακόμα πιο εξαντλημένες δυνάμεις.
Στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται ότι το φθινόπωρο που πλησιάζει και η αναμενόμενη επιδείνωση των καιρικών συνθηκών δίνουν στις δυνάμεις του Κιέβου ένα «περιορισμένο παράθυρο».
Η έλλειψη προόδου επί του εδάφους είναι ένας λόγος για τον οποίο οι ουκρανικές δυνάμεις χτυπούν συχνότερα εντός της ρωσικής επικράτειας, «για να προσπαθήσουν να δείξουν τη ρωσική ευπάθεια», δήλωσε στο CNN ανώτερος στρατιωτικός αξιωματούχος των ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας τις αντίστοιχες τοποθετήσεις από τη ρωσική πλευρά.
Το δε αμερικανικό μέσο «Newsweek», σε ρεπορτάζ με τίτλο «Γιατί αποτυγχάνουν οι πολεμικές τακτικές των ΗΠΑ στην Ουκρανία», εστιάζει στην απουσία αεροπορικής υπεροχής (air superiority) για τις ουκρανικές δυνάμεις.
Το στιλ μάχης του ΝΑΤΟ έχει επίσης δοκιμαστεί τα τελευταία χρόνια σε συγκρούσεις όπου οι ΝΑΤΟικές δυνάμεις είχαν αεροπορική υπεροχή, αναφέρουν ειδικοί που μιλούν στο «Newsweek», με φόντο τις αποφάσεις και τους σχεδιασμούς για εκπαίδευση Ουκρανών πιλότων και παροχή F-16 και άλλων σύγχρονων δυτικών μαχητικών αεροσκαφών στο Κίεβο.
«Για να λειτουργήσει αποτελεσματικά η δυτική προσέγγιση, χρειάζεσαι όλα τα στοιχεία» των Ενόπλων Δυνάμεων «και βασικό στοιχείο αυτής είναι η αεροπορική δύναμη», δηλώνει ο Βρετανός απόστρατος συνταγματάρχης Χάμις ντε Μπρετόν – Γκόρντον.
«Ο τρόπος χερσαίου πολέμου του ΝΑΤΟ δεν δοκιμάστηκε ποτέ σοβαρά ενάντια σε έναν σημαντικό κρατικό αντίπαλο, παρά τις δεκαετίες επενδύσεων και εκπαίδευσης», προσθέτει ο Ντέιβις Ελισον, στρατηγικός αναλυτής στο Κέντρο Μελετών Ασφαλείας της Χάγης (HCSS).
Σε περιπτώσεις όπως το Ιράκ και ο Πόλεμος του Κόλπου του 1991, «οι ΗΠΑ και οι δυτικές δυνάμεις μπόρεσαν να δημιουργήσουν γρήγορα τεράστια αεροπορική υπεροχή», σημειώνει ο Πολ βαν Χουφτ, άλλος αναλυτής από το HCSS.
Επισημαίνεται επίσης η «τεράστια έλλειψη έμπειρου προσωπικού» στις ουκρανικές Ενοπλες Δυνάμεις, όπως και το περιορισμένο χρονικό διάστημα για την εκπαίδευση νέων δυνάμεων από το ΝΑΤΟ.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τόσο το «Newsweek» όσο και αντίστοιχο δημοσίευμα των «New York Times» σημειώνουν ότι στη διάρκεια των σκληρών μαχών των τελευταίων μηνών, ουκρανικές δυνάμεις εγκαταλείπουν την εκπαίδευση στις δυτικές μεθόδους μάχης και «επιστρέφουν στην τακτική που γνωρίζουν καλύτερα».