Το οριστικό κλείσιμο του προγράμματος «ΕΣΤΙΑ» στο τέλος του έτους, του «μεγαλύτερου» προγράμματος υποστήριξης των προσφύγων, αναδεικνύει για ακόμη μία φορά τη βιαιότητα του συστήματος απέναντι στην εργατική τάξη ανεξάρτητα από εθνικότητα, χρώμα, φυλή.
Θα μπορούσε να πει κανείς πως το πρόγραμμα «ΕΣΤΙΑ» ήταν «ιδανικό» για τους πρόσφυγες και τους εργαζόμενους. Ηταν όμως;
Το πρόγραμμα «ΕΣΤΙΑ» αφορά υπηρεσίες στέγασης σε διαμερίσματα και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, σε όσους έχουν καταθέσει αίτηση για άσυλο. Οι υπηρεσίες διακόπτονται, όταν η αίτηση ασύλου γίνει δεκτή ή απορριφθεί, όπως γίνεται συνήθως στις περισσότερες περιπτώσεις. Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2015 με χρηματοδότηση της ΕΕ μέσω της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ. Από τη γέννησή του, η αντίφαση είναι έκδηλη. Οι υπεύθυνοι του ξεριζωμού και του πολέμου, αποφάσισαν να φροντίσουν τα θύματά τους! Από το 2020, το πρόγραμμα υπάγεται στη διαχείριση του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου.
Το πρότυπο αυτό πρόγραμμα, όπως το διαφήμιζε η ΥΑ του ΟΗΕ και η τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, θα παρείχε τα αυτονόητα σε μία μερίδα ευάλωτων προσφύγων. Η χρηματοδότηση δόθηκε σε ΜΚΟ, για να την διαχειριστούν κατά το δοκούν και κατά συμφέρον. Το πρόγραμμα ανά τακτά διαστήματα άλλαζε ονόματα, «απλωνόταν» και «μαζευόταν», ανάλογα με τις χρηματοδοτήσεις, χωρίς επιστημονικό σχεδιασμό και χωρίς να λογαριάζονται οι ανάγκες των προσφύγων.
Για τους εργαζόμενους
Με την έναρξη του προγράμματος, πλήθος νέων εργαζομένων, διαφόρων ειδικοτήτων και στην πλειοψηφία τους ειδικοί ψυχικής υγείας, άρχισε να απασχολείται σε ΜΚΟ, που πλέον δραστηριοποιούνταν στο Προσφυγικό. Ο ρόλος των ΜΚΟ, ιδιωτών δηλαδή, ξέπλυνε τις ευθύνες των κυβερνήσεων και της ΕΕ.
Συμβάσεις ορισμένου χρόνου επαναλαμβανόμενες, απλήρωτες υπερωρίες που ανταλλάσσονταν με ρεπό (πρωτοπόρο παράδειγμα, οι ΜΚΟ και οι Διεθνείς Οργανισμοί, για την εφαρμογή του νόμου Χατζηδάκη), ανοχύρωτα εργασιακά δικαιώματα, εντατικοποίηση σε φάσεις άνθισης του προγράμματος, απολύσεις σε φάσεις συρρίκνωσης και κλεισίματος όπως συμβαίνει τώρα, χωρίς καν αποζημίωση. Πολλές φορές άθλιες συνθήκες εργασίας, σε ακατάλληλα γραφεία, σε κοντέινερ, χωρίς μέτρα προστασίας για τον κορονοϊό. Και φυσικά, το καθεστώς της απληρωσιάς το τελευταίο δίχρονο ακόμα πιο έντονα, να είναι δεδομένο. Σε πολλές ΜΚΟ, μάλιστα, η «προσωρινή αδυναμία πληρωμής», όπως τη λένε, ανακοινώνεται από τη μέρα της πρόσληψης χωρίς ίχνος ντροπής. «Θα ξεκινήσεις να δουλεύεις, αλλά δεν ξέρουμε πότε θα πληρωθείς. Εξαρτάται από το υπουργείο».
Χαρακτηριστικό της άθλιας κατάστασης που επικρατούσε στο «ΕΣΤΙΑ», είναι το καθεστώς του μοναδιαίου κόστους. Οι δομές των ΜΚΟ χρηματοδοτούνται βάσει πληρότητας, λες και είναι ξενοδοχεία, ενώ οι μισθοί των εργαζομένων εμπεριέχονται σε αυτό το κόστος. Το αποτέλεσμα αυτής της διαχείρισης είναι, να υπάρχουν υποστελεχωμένες δομές και να μειώνονται ποιοτικά και ποσοτικά οι υπηρεσίες προς τους πρόσφυγες. Επικαλούμενοι το μοναδιαίο κόστος, οι ΜΚΟ απολύουν προσωπικό, καθώς λένε «δεν βγαίνει το πρόγραμμα, φταίει το υπουργείο». Από την άλλη πλευρά, το υπουργείο απαντά: «Εμείς σας δίνουμε υψηλό μοναδιαίο κόστος, διαχειριστείτε το». Με λίγα λόγια, οι εργαζόμενοι γίνονται «μπαλάκι» ανάμεσα στην εργοδοσία των ΜΚΟ και το κράτος, που τις εντάσσει στα διάφορα πακέτα χρηματοδότησης. Σε όλη αυτήν τη χαοτική κατάσταση, προστέθηκαν το τελευταίο δίχρονο οι δραματικές καθυστερήσεις πληρωμών και το ξαφνικό κλείσιμο του προγράμματος, αφήνοντας ξεσπιτωμένους τους πρόσφυγες και στην ανεργία τους εργαζόμενους, έτσι απλά.
Εργαζόμενοι που οι περισσότεροι δουλεύουν πάνω από 3 χρόνια στο Προσφυγικό, με εμπειρία, με γνώσεις, πετιούνται στο δρόμο, ενώ ακόμη και τώρα στο τέλος δουλεύουν απλήρωτοι!
Ειδικότερα για τις συνθήκες εργασίας
Επαγγελματική εξουθένωση, εντατικοποίηση, απληρωσιά, μηνιαίες συμβάσεις που δημιουργούν ανασφάλεια, απολύσεις είναι ο κανόνας για τους εργαζόμενους σε ΜΚΟ. Πάνω σε αυτό το έδαφος, οι περισσότεροι εργαζόμενοι, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, γιατροί, νοσηλευτές κ.ά. βιώνουν έντονα σημάδια στρες, τη ματαίωση, την παραίτηση. Δεν είναι λίγες φορές που συνάδελφοι ξεσπούν σε κλάματα, παρουσιάζουν διαταραχές ύπνου, σωματικές εκδηλώσεις του άγχους και αρκετές φορές παραιτούνται παρ’ όλο που ξέρουν πόσο δύσκολο είναι να βρεις δουλειά.
Τα φαινόμενα αυτά δεν εμφανίζονται στο κενό. Οι ΜΚΟ εντέχνως καλλιεργούν ότι οι εργαζόμενοι δεν δουλεύουν σε επιχείρηση, αλλά σε κάτι διαφορετικό, ότι πρέπει να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό, να κάνουν θυσίες για να προσφέρουν, να βοηθήσουν τους ανθρώπους, να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή πάντα για τον άνθρωπο! Ας αναλογιστούμε πώς διαμορφώνεται η ψυχολογία ενός νέου εργαζόμενου, που του καλλιεργούν ότι ατομικά ένας κοινωνικός λειτουργός/ψυχολόγος μπορεί να φέρει την άνοιξη/λύση στο Προσφυγικό. Που ακούει διοικήσεις, επιστημονικούς υπεύθυνους και κυβερνητικά στελέχη να του αναθέτουν την ευθύνη έξωσης των προσφύγων από τα διαμερίσματα, όταν απορρίπτεται η αίτηση ασύλου τους.
Πώς να νιώθει ένας ψυχολόγος που ξέρει πως η δουλειά του έχει τέλος και μάλιστα βίαιο. Τον τερματισμό των παροχών όπως το λένε, επίσημα. Πώς να δουλέψεις με το τραύμα του εκτοπισμού, του βιασμού, της χρόνιας ασθένειας, του βασανισμού, της επιβίωσης μετά από ένα ναυάγιο, όταν ο άνθρωπος που έχεις απέναντί σου, δεν έχει πού να μείνει! Πώς να νιώθει ένας γιατρός, στα διάφορα πολυιατρεία που εξυπηρετεί απανωτά ραντεβού, χωρίς διάλειμμα πολλές φορές, χωρίς τα απαραίτητα μέσα, όταν ο άνθρωπος που έχει απέναντί του δεν έχει καν ΠΑΑΥΠΑ (προσωρινό ΑΜΚΑ), γιατί απορρίφθηκε το άσυλό του, άρα δεν δικαιούται να έχει πρόσβαση στην Υγεία!
Καμία φροντίδα για το προσωπικό για την αποφόρτισή του από τη διαχείριση των περιστατικών. Η εποπτεία θεωρείται πολυτέλεια. Ο σχεδιασμός της «κοινωνικής υπηρεσίας» θυσιάζεται στο βωμό της χρηματοδότησης, με αποτέλεσμα το προσωπικό να αλλάζει συνεχώς και οι πρόσφυγες να μην έχουν τη σωστή υποστήριξη. Για παράδειγμα, ο κοινωνικός λειτουργός θεωρείται πρόσωπο αναφοράς και χτίζει σχέση εμπιστοσύνης με τον πρόσφυγα που βοηθά. Ομως, η σχέση αυτή ξαφνικά διαλύεται και ο πρόσφυγας πρέπει να πει την ιστορία της ζωής του ξανά από την αρχή, να μοιραστεί όλα αυτά που βίωσε, για να τον γνωρίσει ο καινούργιος συνάδελφος – κοινωνικός λειτουργός. Αραγε πόσες φόρες αντέχει ο ψυχισμός μιας γυναίκας να περιγράφει τον βιασμό της;
Και ήρθε το κλείσιμο
Η επιλογή κλεισίματος του προγράμματος «ΕΣΤΙΑ» και το ξεσπίτωμα χιλιάδων προσφύγων δεν είναι καθόλου τυχαία και φυσικά δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, όπως παρουσιάζεται. Η διαδικασία εξώσεων όσων δεν θεωρούνται πλέον αιτούντες άσυλο, αλλά η αίτησή τους έχει γίνει δεκτή ή έχει απορριφθεί, έχει ξεκινήσει από το 2018, με χρηματοδότη την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ και κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αρχές του 2020, εκπρόσωποι της Υπατης Αρμοστείας όταν παρέδιδαν το πρόγραμμα στο υπουργείο, σε συνάντηση με όλους τους φορείς που το διαχειρίζονται (ΜΚΟ, δήμοι), τόνιζαν πως τώρα που παραδίδουμε στο ελληνικό κράτος το πρόγραμμα, έχουμε φροντίσει να πάρουμε έγκριση για γενναία χρηματοδότηση για όποια δικαστικά έξοδα προκύψουν για τις εξώσεις. Η γενναία χρηματοδότηση ζητήθηκε για τις εξώσεις, ποτέ για τη σωστή λειτουργία του προγράμματος, ποτέ για την έγκαιρη καταβολή των δεδουλευμένων των εργαζομένων.
O «Helios» για τους πρόσφυγες…
Το επίσημο ενταξιακό πρόγραμμα για τους πρόσφυγες που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς του ασύλου, έχει ανατεθεί στη διαχείριση του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ) μέσω ΜΚΟ. Το πρόγραμμα παρείχε μόνο μία επιδότηση ενοικίου για ένα εξάμηνο, για σπίτι που θα βρει μόνος του ο πρόσφυγας! Φυσικά, όλοι γνωρίζουμε τη δυσκολία για ανεύρεση κατοικίας και συντήρησής της για το λαϊκό νοικοκυριό με την ακρίβεια να μαστίζει κ.λπ. Ας αναλογιστούμε τη δυσκολία για πολυμελείς ευάλωτες οικογένειες προσφύγων, χωρίς δουλειά, με δυσκολία επικοινωνίας στη γλώσσα. Παρά τον τίτλο του ως «ενταξιακό», το συγκεκριμένο πρόγραμμα παραβλέπει την ψυχοκοινωνική υποστήριξη, τη βοήθεια για την πρόσβαση σε εργασία, την εκμάθηση της γλώσσας, που είναι οι βασικοί πυλώνες της ομαλής ένταξης στην κοινωνία.
Η κυβέρνηση σήμερα διαφημίζει την «ενίσχυση» του προγράμματος «HELIOS», ανακοινώνοντας την υποστήριξη των προσφύγων σε όλη τη διαδικασία εύρεσης και ενοικίασης σπιτιού, μέχρι και τη μετακόμιση, καθώς και επέκταση της χρηματικής βοήθειας για έναν χρόνο. Ομως, στα ψιλά γράμματα περνά πως η χρηματοδότηση αυτού του προγράμματος, σταματάει τον Γενάρη του 2023! Και μετά βλέπουμε…
Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι στον ΔΟΜ, ο οποίος θεωρείται ότι προασπίζεται τα δικαιώματα των προσφύγων, στερούνται θεμελιώδη δικαιώματα: Μηνιαίες συμβάσεις ΜΟΝΟ, ελαστικές μορφές εργασίας, απαγόρευση συνδικαλιστικής δράσης στο όνομα ότι «ο ΔOM συνεργάζεται άρρηκτα με την κάθε κυβέρνηση κάθε κράτους και οτιδήποτε πάει κόντρα στην κυβέρνηση (π.χ. απεργία) δεν είναι αποδεκτό στον οργανισμό». Τι φοβερός ανθρωπισμός!
Ηχηρή απάντηση η απεργία στις 9 Νοέμβρη
Από όλα τα παραπάνω, αποδεικνύεται η ορθότητα της θέσης του ΚΚΕ για καμία εμπλοκή των ΜΚΟ στο Προσφυγικό – Μεταναστευτικό (όπως και σε όλα τα ζητήματα που αφορούν στην προστασία των εργαζομένων και του λαού, όπως η υγεία και η εκπαίδευση κ.ά.) και για προστασία των ξεριζωμένων με ευθύνη του κράτους, με δομές αποκλειστικά κρατικές, με σταθερό και μόνιμο προσωπικό, που θα μπορεί να υποστηρίζει τους πρόσφυγες συνολικά μέχρι την ένταξή τους ή την αναχώρησή τους για τη χώρα προορισμού τους. Αυτή είναι η μοναδική συμφέρουσα θέση τόσο για τους πρόσφυγες όσο και για τους εργαζόμενους. Το ψευδεπίγραφο καλή ή κακή ΜΚΟ, τα μητρώα που φτιάχνουν οι κυβερνήσεις, είναι μία συζήτηση διαχείρισης των ΜΚΟ και των επιχορηγήσεων που λαμβάνουν. Στην πραγματικότητα, οι ΜΚΟ είναι το δεξί τους χέρι, βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία με τις πολιτικές που εφαρμόζουν, παρέχουν τις όποιες υπηρεσίες με γνώμονα τις χρηματοδοτήσεις και επουδενί τις ανάγκες του πληθυσμού, όπως ακριβώς και κάθε επιχείρηση.
Είναι σημαντικό, λοιπόν, οι εργαζόμενοι σε ΜΚΟ, που βίαια οδηγούνται στην ανεργία και στην εργασιακή περιπλάνηση, να μη σταματήσουν να διεκδικούν το δικαίωμά τους σε μόνιμη και σταθερή δουλειά, αλλά και καθολικά κρατικές δημόσιες υπηρεσίες για την ψυχική Υγεία και την Πρόνοια, την ουσιαστική προστασία των προσφύγων και μεταναστών κ.λπ. Σ’ αυτές τις κρατικές υπηρεσίες πρέπει και οι ίδιοι να ενταχθούν, λαμβάνοντας υπόψη την πολύτιμη εμπειρία τους.
Να μην ξεχνούν τον ρόλο των κυβερνήσεων, με όποιο πρόσημο και αν εμφανίζονται, καθώς υπηρετούν τον ίδιο θεό, δηλαδή την κερδοφορία του κεφαλαίου, που υπηρετείται μέσα από τα εκάστοτε Ταμεία Ανάκαμψης και τις κάθε είδους χρηματοδοτήσεις, την ίδια ώρα που οι εργαζόμενοι στις ΜΚΟ είναι διαχρονικά όμηροι της εργασιακής ανασφάλειας.
Να δυναμώσουν οι αγώνες ενάντια στην πολιτική, που υποβαθμίζει και ξηλώνει κοινωνικές δομές. Να μη δεχτούν οι νέοι εργαζόμενοι να σφίξουν κι άλλο το ζωνάρι, να μην απογοητεύονται, να μάχονται ταξικά γιατί εκεί βρίσκεται η λύση. Ραντεβού στις 9 Νοέμβρη.
Μαρία ΤΖΙΤΖΙΟΥ
Γραμματέας της ΚΟΒ ΜΚΟ του ΚΚΕ, ψυχολόγος