Την αντίθεση των εργαζομένων και του λαού του Πειραιά στην κατασκευή προβλητών κρουαζιέρας στον Πειραιά μετέφεραν στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου (PETI) οι αναφορές που καταθέσαν μαζικοί φορείς του Πειραιά αλλά και ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος σχετικά με το ζήτημα.
Έπειτα από τη συζήτηση οι αναφορές παρέμειναν ανοιχτές προς παρακολούθηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα κληθεί να απαντήσει γραπτά.
Στην εισήγηση του ο ευρωβουλευτής του Κόμματος ανέφερε τα εξής:
«Τις σοβαρές και μεγάλες αντιδράσεις του λαού και των εργαζομένων της περιοχής έχει προκαλέσει το φαραωνικό έργο κατασκευής προβλητών κρουαζιέρας στον Πειραιά εξαιτίας της παράδοσης ενός σημαντικού μέσου παραγωγής σε επιχειρηματικά συμφέροντα – στην ΟΛΠ Α.Ε-COSCO εν προκειμένω, αλλά και διότι η επένδυση γίνεται εις βάρος εργατικών δικαιωμάτων, της δημόσιας υγείας και της προστασίας του περιβάλλοντος.
Σκοπός του συγκεκριμένου έργου είναι η βυθοκόρηση και διαμόρφωση της νότιας πλευράς του λιμανιού, προκειμένου να ενισχυθεί η προσέλευση μεγάλων σε όγκο κρουαζιερόπλοιων για να κερδοφορούν οι επιχειρηματικοί όμιλοι της κρουαζιέρας, του τουρισμού και άλλων κλάδων, ενάντια στις πραγματικές λαϊκές ανάγκες.
Μάλιστα, σε μια περίοδο όπου αυξάνονται οι αντιθέσεις μεγάλων συμφερόντων, η “επένδυση” με επίκεντρο το λιμάνι του Πειραιά θέτει το λαό της περιοχής ανάμεσα σε αντιμαχόμενα επιχειρηματικά και γεωπολιτικά συμφέροντα.
Στο συγκεκριμένο έργο δεν τηρούνται ούτε καν οι κουτσουρεμένες προϋποθέσεις από τους αντεργατικούς-αντιλαϊκούς νόμους των κυβερνήσεων και της ΕΕ, όπως έχουν ήδη αποτυπωθεί στις κατατεθειμένες μελέτες του έργου, πράγμα που αποδεικνύεται κι από τα στοιχεία που έχουμε καταθέσει στις σχετικές αναφορές (αποφλοιώσεις, διάβρωση, ρηγματώσεις, αποκολλήσεις κα). Ειδικά κατά την πόντιση του πρώτου κεσόν στις 28.11.2020 υπήρξε καταστροφή αυτού και οι τόνοι υλικών που περιείχαν διοχετεύτηκαν στη θάλασσα και στο ταφικό μνημείο του Θεμιστοκλή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ερώτηση σε σχέση με τη χρηματοδότηση του έργου και την παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων, προς την ΕΤΕπ που αποτελεί συγχρηματοδότη, εκείνη απαντά ότι «όλα είναι καλώς καμωμένα» και δεν βλέπει λόγο να προβεί σε κάποια ενέργεια. Παρά το γεγονός ότι τα έργα ξεκίνησαν το Δεκέμβριο του 2020 και διακόπηκαν το Φεβρουάριο του 2022, όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) αποφάσισε ότι οι διαδικασίες αδειοδότησης του έργου ήταν παράνομες. Βεβαίως, τον Ιανουάριο του 2023 η συνέχιση του έργου εγκρίθηκε με Προεδρικό Διάταγμα, με κυβερνητική απόφαση δηλαδή, παρά τις μεγάλες διαμαρτυρίες του λαού και των εργαζομένων της περιοχής.
Σήμερα, τις αστοχίες της κατασκευαστικής εταιρείας καλείται να πληρώσει ο φορολογούμενος λαός, καθώς η χρηματοδότηση γίνεται μέσω της Περιφέρειας Αττικής, η οποία έχει εντάξει το έργο στο “ΠΕΠ Αττικής 2021-2027”, το οποίο καλύπτεται κατά το ήμισυ από ευρωπαϊκά κονδύλια, ενώ μεταθέτει τον έλεγχο της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης στη λιμενική αρχή και στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Για το έργο έχει ήδη καταβληθεί από την περιφέρεια Αττικής προς την ΟΛΠ Α.Ε.-COSCO το ποσόν 19.578.373,27€. Το παραπάνω ποσόν, όπως γίνεται αντιληπτό, εξανεμίστηκε αφού τα υλικά πλήρωσης, μπετόν κλπ. έχουν σημαντικές φθορές και αστοχίες και θα χρειαστούν επιπλέον χρήματα για την αμφίβολης επιτυχίας επισκευή τους.
Ζητούμε η Επιτροπή Αναφορών, να παραπέμψει το θέμα στις αρμόδιες επιτροπές του Ευρωκοινοβουλίου – DEVE, TRAN και ENVI, να ζητήσει τις τοποθετήσεις αρμόδιων ελληνικών αρχών σχετικά με την κατεπείγουσα ανάγκη να διακοπεί οριστικά το έργο ως ελάχιστο μέτρο προστασίας του λαού του Πειραιά, καθώς έχει αποδειχθεί ότι αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια ασφάλεια και υγεία και στην προστασία του περιβάλλοντος».
Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ πήρε εκ νέου το λόγο στο κλείσιμο της συζήτησης και τόνισε τα παρακάτω:
«Το γεγονός ότι σήμερα συζητήσαμε 3 αναφορές για αυτό το θέμα, δείχνει την μεγάλη ανησυχία του λαού του Πειραιά για τις αρνητικές για τη ζωή τους επιπτώσεις που θα έχει η υλοποίηση αυτού του έργου. Μάλιστα, πριν από ένα μήνα το ίδιο θέμα συζητήθηκε στο Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής, όπου και ζητήθηκαν εξηγήσεις από την Περιφερειακή Αρχή, η οποία δεν έδωσε καμία πειστική απάντηση.
Το έργο “Επέκταση Νοτίου Λιμένα Πειραιά” αποτελεί κλασική περίπτωση εφαρμογής της αντιλαϊκής και αντιπεριβαλλοντικής στρατηγικής της ΕΕ, που υλοποίησαν και υλοποιούν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις. Σε αυτή τη βάση τα τελευταία χρόνια, και με τη βούλα της ΕΕ, έγιναν αλλαγές στις απαιτήσεις των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, οι οποίες πλέον γίνονται κατά παραγγελία και από τον ίδιο το φορέα υλοποίησης έργου, ψηφίστηκαν περιβαλλοντοκτόνοι νόμοι που επιτρέπουν τέτοια έργα ακόμη και πλάι σε περιοχές ιστορικής και αρχαιολογικής σημασίας (βλ στην περίπτωση του έργου αυτού το ταφικό μνημείο του Θεμιστοκλή). Μάλιστα, όταν πρόκειται για “υπέρτερο εθνικό συμφέρον “αίρεται οποιαδήποτε περιβαλλοντική προστασία, όπως έχουμε δει στην τοποθέτηση έργων ΑΠΕ.
Η ίδια η “ευρωενωσιακή νομοθεσία”, η ΕΕ και οι θεσμοί της, τους οποίους ορισμένοι επικαλούνται ως δήθεν “ασπίδα προστασίας”, δεν απαγορεύει το εν λόγω έργο, αντίθετα, απαιτεί την τήρηση της “περιβαλλοντικής διαδικασίας” που οι ίδιοι και οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν νομοθετήσει, για τη διευκόλυνση των ομίλων ώστε να υλοποιούνται οι κερδοφόρες επενδύσεις τους.
Εξάλλου, σε περίπτωση που η Κομισιόν κρίνει ότι το έργο δεν πληροί ορισμένες προϋποθέσεις, η συνήθης πρακτική ποια είναι; Και να επιβάλει πρόστιμο μη συμμόρφωσης το οποίο θα κληθεί να το πληρώσει ο ελληνικός λαός, και βεβαίως να προχωρήσει το έργο με βάση την ευρωενωσιακή νομοθεσία.
Για αυτούς τους λόγους, ζητούμε να παραμείνει ανοιχτή η αναφορά, ώστε το Ευρωκοινοβούλιο κι οι αρμόδιες επιτροπές του να τοποθετηθούν».