Στον τόπο του εγκλήματος

Συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου υπό τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024
Φώτο Αρχείου / Συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου υπό τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024 (ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ / EUROKINISSI)

Με τα λαϊκά νοικοκυριά να ζουν κάθε μήνα τον εφιάλτη της επιβίωσης και με το κόστος ζωής να απογειώνεται λόγω των ανατιμήσεων και των «παγωμένων» μισθών, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να επιστρέψει στον …τόπο του εγκλήματος.

Μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηριστεί η νομοθετική ρύθμιση που φέρνει για να εμπλουτίσει κι άλλο το αντεργατικό οπλοστάσιο της διαρκούς συμπίεσης των μισθών, κάτι που με θράσος το παρουσιάζει ως «μηχανισμό προστασίας» των εργαζομένων.

Πρόκειται για την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας για τους «ελάχιστους επαρκείς μισθούς», την οποία βέβαια – εκτός από την κυβέρνηση – στηρίζουν και τα άλλα αστικά κόμματα, όπως και η ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ.

Ολοι μαζί ομονοούν στη στρατηγική της ανταγωνιστικότητας, αντιμετωπίζοντας τους μισθούς ως εργαλείο για τη θωράκισή της, δηλαδή ως «κόστος». Γι’ αυτό η κυβέρνηση, με βάση αυτές τις «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές», εστιάζει στον λεγόμενο «αλγόριθμο», με βάση τον οποίο θα καθορίζεται ο κατώτατος μισθός.

Ετσι, η αθλιότητα που ξεκίνησε το 2012 στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας», δηλαδή της κατάργησης της συλλογικής διαπραγμάτευσης για τον κατώτατο μισθό και του προσδιορισμού του με υπουργική απόφαση, πλέον παίρνει μόνιμο χαρακτήρα, με τις ανάγκες των εργαζομένων να τσακίζονται με …«μαθηματική ακρίβεια».

Υπενθυμίζεται ότι το συγκεκριμένο μνημονιακό μέτρο εφαρμόστηκε για πρώτη φορά από την κυβέρνηση του «όλου ΣΥΡΙΖΑ». Εκτοτε, ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας κάθε χρόνο παίρνει τις σχετικές αποφάσεις. Με τους ίδιους μνημονιακούς νόμους θεσμοθετήθηκαν και όλα τα εργαλεία για το ξήλωμα των κλαδικών ΣΣΕ.

Με βάση αυτό το νομοθετικό πλαίσιο, που μένει άθικτο και από τη σημερινή κυβέρνηση, οι μισθοί είναι σήμερα μειωμένοι κατά 14% σε σχέση με το 2011. Κι αυτό όταν από το 2008 μέχρι σήμερα τα κέρδη των μεγαλύτερων εταιρειών αυξάνονται πάνω από 23%, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας μόνο στη μεταποίηση έχει αυξηθεί πάνω από 43%!

Αυτούς τους νόμους, που τσάκισαν μισθούς και συντάξεις, ικανοποιώντας κάθε απαίτηση της μεγαλοεργοδοσίας, έρχεται να «τελειοποιήσει» η κυβέρνηση, στηριγμένη στο «ευρωπαϊκό κεκτημένο».

Η προπαγάνδα λοιπόν για τον μηχανισμό διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού και για την υποτιθέμενη «θωράκιση» των εισοδημάτων, επιχειρεί να κρύψει την ουσία και να θωρακίσει από κάθε αντίδραση τη βασική γραμμή του κεφαλαίου: Να πληρώνει τα ελάχιστα και να συμπιέζει όλους τους μισθούς προς τα κάτω, να συνθλίβονται βασικά δικαιώματα μέσα στις συμπληγάδες της κερδοφορίας.

Με αυτήν τη στρατηγική οι εργαζόμενοι μετρούν διαρκώς απώλειες, ενώ το κεφάλαιο πολλαπλασιάζει τα κέρδη του, σε κρίση και ανάπτυξη της οικονομίας.

Στον αντίποδα αυτής της βαρβαρότητας βρίσκονται οι διεκδικήσεις των εργαζομένων, που ξεδιπλώνονται αγωνιστικά αυτές τις μέρες με απεργίες σε μια σειρά από κλάδους, με κορύφωση την πανελλαδική πανεργατική απεργία στις 20 Νοέμβρη. Οπως και με τη μεγάλη πρωτοβουλία που παίρνουν Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες για τη διεκδίκηση των ΣΣΕ, για την επαναφορά όλων των κατακτήσεων των εργαζομένων και την κατάργηση των αντεργατικών νόμων.

Για να κερδίσει ο λαός ακόμα και τα ελάχιστα, πρέπει να χάσει το κεφάλαιο, να δεχθεί πλήγμα η πολιτική που το στηρίζει. Αυτό σημαίνει ανυποχώρητη διεκδίκηση σε χώρους δουλειάς και κλάδους. Σημαίνει περισσότεροι εργαζόμενοι συσπειρωμένοι στα σωματεία τους, νέα βήματα στον πανελλαδικό αγωνιστικό συντονισμό, καθημερινή πλούσια δράση.

Πάνω απ’ όλα σημαίνει προετοιμασία για σύγκρουση εφ’ όλης της ύλης και δημιουργία των προϋποθέσεων για αντεπίθεση μέσα από κάθε μικρό και μεγάλο αγώνα, ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο, το κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις και τα κόμματά του, στις διεθνείς συμμαχίες του, όπως είναι και η ΕΕ.

Ενας αγώνας που θα φτάνει μέχρι τέλους, στην ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, για να απαλλαγούν οι εργαζόμενοι και ο λαός από τα δεινά της, να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες της εποχής για την ικανοποίηση των διευρυμένων λαϊκών αναγκών, και όχι να υποτάσσονται στην κερδοφορία μιας χούφτας παράσιτων.

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τη στήλη «Η Αποψή μας», του «Ριζοσπάστη», Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024.

Ετικέτες:

Δείτε ακόμα...