Μετά τον νόμο – έκτρωμα για την κατάργηση του οκτάωρου, η «σκυτάλη» της αντιλαϊκής επέλασης περνάει στο Ασφαλιστικό και στην Παιδεία. Στο Υπουργικό Συμβούλιο, που συνεδριάζει σήμερα, θα παρουσιαστούν τα νομοσχέδια για την ιδιωτικοποίηση της Επικουρικής Ασφάλισης και την «αξιολόγηση» των εκπαιδευτικών.
Πέραν αυτών, στην ατζέντα της συνεδρίασης περιλαμβάνονται το «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής», ο «Αναπτυξιακός νόμος: Ελλάδα 2.0», δηλαδή τα νέα προκλητικά κίνητρα που θα δοθούν στους επιχειρηματικούς ομίλους μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, και αρκετά ακόμη σχέδια νόμου.
Επί της ουσίας, μέσα στο κατακαλόκαιρο, η κυβέρνηση «τρέχει» όλα τα «προαπαιτούμενα» για το Ταμείο Ανάκαμψης όπως τα αντιλαϊκά μέτρα σε Εργασιακό, Ασφαλιστικό και Παιδεία, τα οποία θα αποτελέσουν το απαραίτητο συμπλήρωμα στα χρηματοδοτικά πακέτα που θα λάβει το κεφάλαιο, για να στηριχθεί η καπιταλιστική ανάπτυξη.
Στο Υπουργικό Συμβούλιο θα παρουσιαστεί επίσης το νομοσχέδιο «για τη διάρθρωση του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, την αναδιοργάνωση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και την οργάνωση και λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας», καθώς η αντιλαϊκή πολιτική πηγαίνει χέρι – χέρι με την ενίσχυση των κατασταλτικών μηχανισμών απέναντι στον «εχθρό λαό».
Τζογάρισμα των επικουρικών συντάξεων
Με το σχέδιο νόμου, που σήμερα συζητείται στο Υπουργικό Συμβούλιο και το οποίο αποτελεί ένα ακόμα «ορόσημο» των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων για να εισρεύσει «ζεστό» χρήμα στους επιχειρηματικούς ομίλους, η κυβέρνηση στοχεύει στην πλήρη ιδιωτικοποίηση της Επικουρικής Ασφάλισης, στην αποκοπή των επικουρικών συντάξεων από το δημόσιο σύστημα και την παράδοσή τους στον τζόγο, σύμφωνα με τους νόμους της «ελεύθερης αγοράς».
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, όλοι οι νέοι ασφαλισμένοι που θα πρωτοασφαλίζονται μετά την 1/1/2022 και οι κλάδοι τους προβλέπουν Επικουρική Ασφάλιση, θα υπάγονται υποχρεωτικά στο νέο ιδιωτικό ασφαλιστικό σύστημα. Σε αυτούς θα προστεθούν και όσοι μέχρι σήμερα προέρχονται από κλάδους που δεν έχουν Επικουρική Ασφάλιση (π.χ. αυτοαπασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες), αλλά και «εθελοντικά», όσοι εργαζόμενοι κάτω των 35 ετών ασφαλίζονται σήμερα στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης & Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), σε μια προσπάθεια να μεγαλώσει όσο γίνεται περισσότερο η πελατεία για τα κοράκια της αγοράς, που θα αποκτήσουν πρόσβαση σε έναν μεγάλο «κουμπαρά» για να κάνουν τις μπίζνες τους, ως ένα ακόμα εργαλείο «ανάκαμψης».
Με αυτόν τον τρόπο παύει να υπάρχει οποιαδήποτε «εγγύηση» για το ύψος της επικουρικής σύνταξης, ενώ οι εισφορές των εργαζομένων, που υπολογίζονται σε πάνω από 80 δισ. ευρώ σε βάθος χρόνου (40 έτη), θα γίνουν «καύσιμο» για την καπιταλιστική ανάπτυξη. Παρά τους ανυπόστατους ισχυρισμούς των κυβερνητικών στελεχών πως δήθεν το νέο ιδιωτικό σύστημα θα δίνει «μεγαλύτερες συντάξεις» από το ισχύον, η αλήθεια είναι ότι οι επικουρικές συντάξεις των νέων ασφαλισμένων δεν θα είναι εγγυημένες, καθώς το ύψος τους θα εξαρτάται από το τζογάρισμα στις αγορές και γενικώς από την «απόδοση» του ρίσκου που αναλαμβάνει ο κάθε ασφαλισμένος ατομικά! Η επικουρική σύνταξη γίνεται «ατομική υπόθεση» και «ατομική ευθύνη». Αυτή είναι η φιλοσοφία της κυβέρνησης για την Κοινωνική Ασφάλιση.
Νέο αντιδραστικό πολυνομοσχέδιο για τα σχολεία
Κάτω από τον παραπλανητικά εύηχο τίτλο «Αναβάθμιση του Σχολείου και Ενδυνάμωση των Εκπαιδευτικών», η υπουργός Παιδείας, Ν. Κεραμέως, παρουσιάζει σήμερα στο Υπουργικό Συμβούλιο ένα νομοσχέδιο που αποτελεί βαθιά, αντιδραστική τομή στη δομή και το περιεχόμενο του σχολείου, σε συνέχεια των όσων έχει φέρει όλο αυτό το διάστημα, αξιοποιώντας και τα κλειστά σχολεία και πανεπιστήμια, και στενά δεμένο με τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που προωθούνται στο πλαίσιο και του Ταμείου Ανάκαμψης, του νέου «υπερ-μνημόνιου».
Χτες η υπουργός Παιδείας παρουσίασε στα ΔΣ των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών ΔΟΕ και ΟΛΜΕ τους τέσσερις βασικούς άξονες του νομοσχεδίου, που περιλαμβάνουν τη λεγόμενη «αυτονομία» του σχολείου, την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, τις αλλαγές στις δομές εκπαίδευσης και την επιλογή στελεχών καθώς και ζητήματα της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης.
Η ενίσχυση της «αυτονομίας» του σχολείου, που είναι από τους βασικούς στόχους του ΟΟΣΑ και της ΕΕ, παραπέμπει στην όλο και μεγαλύτερη απαλλαγή του κράτους από τις υποχρεώσεις του στη χρηματοδότηση, στη στελέχωση, στην επιμόρφωση και άλλες λειτουργίες του σχολείου. Εξάλλου, ανάμεσα στα κριτήρια της λεγόμενης αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας (που απορρίφθηκε με συντριπτικά ποσοστά από τους εκπαιδευτικούς) ήταν η διαχείριση των οικονομικών πόρων και του προσωπικού σε επίπεδο σχολικής μονάδας. «Αυτονομία» με βάση αυτήν την εμπειρία σημαίνει μεγαλύτερη εξάρτηση των σχολείων από την τσέπη των γονιών και τις ανάγκες της αγοράς, μεγαλύτερη εμπλοκή τους με διάφορους φορείς (ιδρύματα, ΜΚΟ, επιχειρήσεις) που αποκτούν λόγο ακόμα και στο τι θα διδάσκεται, με τους ταξικούς φραγμούς να υψώνονται όλο και μεγαλύτεροι.
Συνέπεια των παραπάνω θα είναι η ακόμα μεγαλύτερη κατηγοριοποίηση των σχολείων, κάτι που θα ενταθεί ακόμα περισσότερο και από το πολλαπλό βιβλίο που είχε εξαγγείλει τις προηγούμενες μέρες ως «καινοτομία» ο ίδιος ο πρωθυπουργός και θα περιληφθεί επίσης σε αυτό το νομοσχέδιο. Ουσιαστικά, η συγγραφή των βιβλίων από ευθύνη του κράτους μεταφέρεται στους ιδιώτες, ενώ δεν εξασφαλίζεται η ευθύνη του κράτους για δωρεάν παροχή τους. Όσο για τη δήθεν «ελευθερία επιλογής», αυτή υπονομεύει την ανάγκη για ένα ενιαίο, σύγχρονο και επιστημονικά και παιδαγωγικά τεκμηριωμένο πρόγραμμα σπουδών, ενώ εντείνει την κατηγοριοποίηση των σχολείων.
Όσο για τη λεγόμενη «ατομική αξιολόγηση» των εκπαιδευτικών, αυτή καμία σχέση έχει με την αναβάθμιση της διδασκαλίας, του περιεχομένου της Εκπαίδευσης που θα υπονομεύεται την ίδια ώρα παραπέρα, αλλά αφορά στην ουσία τον ασφυκτικό έλεγχο ώστε να υλοποιούν κατά γράμμα τις αντιδραστικές κατευθύνσεις συνολικά, όπως αυτές θα εξειδικεύονται κάθε φορά και από την εκάστοτε κυβέρνηση. Σύμφωνα με το κυβερνητικό σχέδιο, οι εκπαιδευτικοί θα αξιολογούνται ανά 4 χρόνια στη «γενική και ειδική διδακτική επάρκεια» από τον σύμβουλο εκπαίδευσης και στο «παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης», από τον διευθυντή του σχολείου. Παράλληλα, ανά 2 χρόνια θα αξιολογούνται στο πεδίο της υπηρεσιακής «συνέπειας και επάρκειας» από τον σύμβουλο εκπαίδευσης και παιδαγωγικής ευθύνης και τον διευθυντή του σχολείου από κοινού. Θα βαθμολογούνται σε 4βαθμη κλίμακα (μη ικανοποιητικός, ικανοποιητικός, πολύ καλός, εξαιρετικός) και όσοι κρίνονται ως μη ικανοποιητικοί και ικανοποιητικοί θα οδηγούνται σε «επιμόρφωση».
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι την ώρα που ανακοινώνεται αυτός ο ασφυκτικός έλεγχος για τους εκπαιδευτικούς, καμιά μέριμνα δεν υπάρχει, καμιά συζήτηση δεν γίνεται για μόνιμους διορισμούς στα σχολεία, για μέτρα ασφάλειας που ζητούν εδώ και δυο χρόνια μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί, διατηρούνται τα 25άρια τμήματα, τα κοντέινερ στην Προσχολική Αγωγή κ.ο.κ.