Ορατό πλέον είναι το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να αποχωρήσουν από τα παζάρια για την ιμπεριαλιστική σύγκρουση με τη Ρωσία στην Ουκρανία – παζάρια για μια «διευθέτηση» που έτσι κι αλλιώς δεν θα έλυνε καμία από τις πραγματικές αιτίες της σύγκρουσης – ενώ η Μόσχα εμφανίζεται να μην υποχωρεί από τους βασικούς της στόχους, με το Κίεβο να μην δέχεται τους όρους που θέτει η Ρωσία.
Η δημόσια παραδοχή των ΗΠΑ ότι ο πόλεμος «δεν πρόκειται να τερματιστεί σύντομα», και οι συμφωνίες που έκλεισαν για τον ορυκτό πλούτο και την πώληση όπλων στην Ουκρανία, δείχνουν ότι η Ουάσιγκτον προχωρά το σχέδιό της να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα γεωπολιτικά και οικονομικά οφέλη, φορτώνοντας ταυτόχρονα σε ΕΕ και Βρετανία το μεγαλύτερο βάρος – οικονομικό και στρατιωτικό – για τη συντήρηση της σύγκρουσης.
Στο μεταξύ, και οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών επισημαίνουν ότι τα αντικρουόμενα συμφέροντα ΕΕ – ΗΠΑ σχετικά με την ιμπεριαλιστική σύγκρουση στην Ουκρανία και τη μοιρασιά της «λείας» ενδέχεται να εξελιχθούν σε βαθύτερη ρήξη. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η ΕΕ προετοιμάζει ένα «σχέδιο Β» αλλά και εντείνει τις προσπάθειες για «αμυντική αυτονομία» από τις ΗΠΑ, για την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.
Ο πόλεμος «δεν πρόκειται να τερματιστεί σύντομα»
Οι ΗΠΑ δεν πρόκειται πλέον να διαδραματίζουν τον ρόλο του μεσολαβητή στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, δήλωσε την Πέμπτη η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους, προσθέτοντας ότι ήρθε η ώρα για άμεσες διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών.
«Δεν θα είμαστε μεσάζοντες. Δεν θα πετάμε στην άλλη άκρη του κόσμου αστραπιαία για να συντονίσουμε τις συναντήσεις. Τώρα η δουλειά πρέπει να γίνει μεταξύ των δύο πλευρών», είπε.
Διευκρίνισε ότι οι ΗΠΑ «θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις προσπάθειες για την εδραίωση της ειρήνης, αλλά η έκβαση της σύγκρουσης εξαρτάται από τις κοινές προτάσεις που θα αναπτύξουν Ρωσία και Ουκρανία».
Ο ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, Μ. Ρούμπιο, αναμένει συγκεκριμένες προτάσεις από κάθε πλευρά για τον τερματισμό της σύγκρουσης στο εγγύς μέλλον, υπενθύμισε η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία «δεν πρόκειται να τερματιστεί σύντομα», επεσήμανε ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς σε συνέντευξή του στο «Fox News», καθώς «υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ αυτού που θέλουν οι Ρώσοι και αυτού που θέλουν οι Ουκρανοί».
Επαφίεται «στους Ρώσους και στους Ουκρανούς τώρα που κάθε πλευρά ξέρει ποιοι είναι οι όροι της άλλης», αλλά οι διαπραγματεύσεις «δεν πάνε πουθενά». Τώρα «η Ουάσιγκτον θα φροντίσει για την προσέγγιση των θέσεων».
Αλλά και ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμ. Πεσκόφ δήλωσε ότι η διευθέτηση της σύγκρουσης πρέπει να επιτευχθεί με την Ουκρανία και όχι με τις ΗΠΑ.
Η Μόσχα επαναλαμβάνει τη θέση της για έναρξη διαπραγματεύσεων με το Κίεβο χωρίς προϋποθέσεις, ενώ επαναλαμβάνει τους όρους της, μεταξύ άλλων για μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και αναγνώριση των κατεχόμενων εδαφών.
Με φόντο τη συνέχιση της προώθησης των ρωσικών δυνάμεων στην ανατολική Ουκρανία και τις ανακοινώσεις για πλήρη ανακατάληψη της ρωσικής περιφέρειας Κουρσκ, η Μόσχα θέλει οι όποιες συνομιλίες να πραγματοποιηθούν με αυτό το «χαρτί», χωρίς να προηγηθεί εκεχειρία.
Αντίθετα, το Κίεβο, που δέχεται την πίεση της ρωσικής προέλασης, ζητά «μια πραγματική κατάπαυση του πυρός για τουλάχιστον 30 μέρες» και στη συνέχεια, αν αυτή πετύχει, να καθίσουν στο «τραπέζι».
Σε αυτό το πλαίσιο, ΗΠΑ και Κίεβο πρόταξαν μια «κατάπαυση πυρός διαρκείας», έναντι της πρόσφατης ρωσικής πρότασης για τριήμερη εκεχειρία μεταξύ 8 και 10 Μάη, με αφορμή τον εορτασμό των 80 χρόνων από την Αντιφασιστική Νίκη.
Η Κίνα είναι πιο σημαντική
Ο Μ. Ρούμπιο εξήγησε επίσης ότι οι ΗΠΑ δεν σκοπεύουν να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες για «διευθέτηση», αλλά ο Πρόεδρος Ντ. Τραμπ θα πρέπει να αποφασίσει για πόσο καιρό μπορεί να αντιμετωπίζεται η σύγκρουση στην Ουκρανία στο υψηλότερο επίπεδο.
«Υπάρχουν πολλά και πιο σημαντικά πράγματα που συμβαίνουν στον κόσμο. Δεν θέλω να πω ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία δεν είναι σημαντική, αλλά νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει γύρω από την Κίνα είναι πιο σημαντικό μακροπρόθεσμα», σημείωσε ο Αμερικανός ΥΠΕΞ.
Εξάλλου, ο Ρούμπιο κάλεσε την Ευρώπη να ενεργοποιήσει πραγματικούς πόρους και πολιτική βούληση για την επίλυση της σύγκρουσης στην Ουκρανία. Ζήτησε δε να ληφθούν περισσότερα μέτρα για την «επίτευξη ειρήνης».
«Ο υπουργός Ρούμπιο επαίνεσε την ηγεσία της Γαλλίας για τη συγκέντρωση της ευρωπαϊκής και ουκρανικής υποστήριξης για μια βιώσιμη συμφωνία, αλλά κατέστησε σαφές ότι τα λόγια δεν αρκούν», ανακοίνωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο Ρούμπιο με τον Γάλλο ομόλογό του, Ζαν – Νοέλ Μπαρό.
Οι «πρόθυμοι» δυσκολεύονται να συγκεντρώσουν στρατό
Τα κράτη της ΕΕ και η Βρετανία θα δυσκολευτούν να αναπτύξουν ακόμα και 25.000 στρατιώτες στην Ουκρανία στο πλαίσιο του «συνασπισμού των προθύμων», μετέδωσαν προ ημερών οι «Times», επικαλούμενοι πηγές και πληροφορίες από τις συζητήσεις υψηλού επιπέδου μεταξύ των υπουργών Αμυνας της Ευρώπης και των αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αυτό υπολείπεται κατά πολύ της δύναμης των 64.000 στρατιωτών που είχε αρχικά προταθεί από τη βρετανική στρατιωτική ηγεσία. Οι υπουργοί Αμυνας της Ευρώπης εξέφρασαν σοβαρές αμφιβολίες για τη δυνατότητα επίτευξης αυτών των αριθμών, τονίζοντας ότι μια εκ περιτροπής στρατιωτική παρουσία θα απαιτούσε 256.000 στρατιώτες σε διάστημα δύο ετών.
Μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ εξέφρασαν απροθυμία ή πλήρη άρνηση να διαθέσουν χερσαίες δυνάμεις. Πολωνία, Ισπανία και Ιταλία ξεκαθάρισαν ότι δεν θα στείλουν στρατιώτες, Φινλανδία και Εσθονία εξέφρασαν ανησυχίες ότι θα «αραιώσει» η δική τους άμυνα στα σύνορα. Η Γερμανία φέρεται αντίθετη στην αποστολή χερσαίων δυνάμεων, αλλά δεν την έχει αποκλείσει εντελώς.
Το «ειρηνευτικό σώμα» αναμένεται να περιλαμβάνει «πάνω από 10.000 στρατιώτες», σύμφωνα με τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ, με δυνάμεις κυρίως από τη Βρετανία και τη Γαλλία.
Πάντως οι «Times» αναφέρουν ότι η Βρετανία είναι πιθανό να εγκαταλείψει τα σχέδια να στείλει χιλιάδες στρατεύματα στην Ουκρανία, επειδή οι κίνδυνοι θεωρούνται «πολύ υψηλοί».
Το σχέδιο ευρωπαϊκά στρατεύματα να φρουρούν βασικές πόλεις, λιμάνια και πυρηνικούς σταθμούς της Ουκρανίας για να διασφαλίσουν μια «ειρηνευτική» συμφωνία φαίνεται να εγκαταλείπεται, σύμφωνα με ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας.
Αντ’ αυτού, οι «εγγυήσεις ασφαλείας» προς την Ουκρανία εξετάζεται να επικεντρωθούν στην ανασύσταση και τον επανεξοπλισμό του ουκρανικού στρατού, με προστασία σε αέρα και θάλασσα. Βρετανοί και Γάλλοι στρατιωτικοί εκπαιδευτές θα μπορούσαν να σταλούν στη δυτική Ουκρανία.
Τα αεροσκάφη θα προστάτευαν τον εναέριο χώρο της Ουκρανίας και θα παρείχαν αεροπορική κάλυψη στα «δυτικά» στρατεύματα στο έδαφος. Η Τουρκία θα έπαιζε ναυτικό ρόλο, σύμφωνα με τα πιθανά σχέδια.
Οι «εγγυήσεις ασφαλείας», η στρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας και το εδαφικό είναι οι βασικοί τομείς διαπραγμάτευσης με τη Ρωσία και οι «Δυτικοί» αξιωματούχοι δεν πιστεύουν ότι ο Πούτιν θα ήταν πρόθυμος να δεχτεί μια «μονόπλευρη» «ειρηνευτική» δύναμη.
Διπλωματική πηγή δήλωσε στους «Times»: «Θα αλλάξουμε τη θέση μας, αλλά θέλουμε η Μόσχα να σπάσει τις κόκκινες γραμμές της». Η Βρετανία και η Ευρώπη πρέπει να είναι σε θέση να επανεξοπλίσουν την Ουκρανία, ως μέρος των «εγγυήσεων ασφαλείας» που θα της παρέχουν. «Το πρόβλημά μας τώρα είναι να προσπαθήσουμε να βρούμε ένα έδαφος όπου η Ουκρανία δεν θα χρειαστεί να παραβιάσει όλες τις κόκκινες γραμμές της», πρόσθεσε.
Πάντως, στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Αμυνας της έκδοσης 2024 η Κομισιόν επενδύει 910 εκατ. ευρώ «για τη δημιουργία μιας ισχυρής και καινοτόμου αμυντικής βιομηχανίας στην Ευρώπη», και για πρώτη φορά οι ουκρανικές πολεμικές βιομηχανίες μπορούν να συνδεθούν με τα 62 έργα του Ταμείου.
Οι ΗΠΑ θα πουλήσουν όπλα στην Ουκρανία
Στο μεταξύ, η κυβέρνηση Τραμπ πρόκειται να εγκρίνει την πρώτη πώληση αμερικανικού στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία επί των ημερών της, ενώ προηγουμένως οι αμερικανικές αποστολές όπλων γίνονταν με άλλα ανταλλάγματα, αλλά όχι επί πληρωμή.
Σύμφωνα με τον «Guardian», το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πιστοποίησε μια πρόταση για άδεια εξαγωγής «τουλάχιστον 50 εκατ. δολαρίων» αμυντικού υλικού και υπηρεσιών στην Ουκρανία.
Το Κίεβο ελπίζει ότι οι παραδόσεις όπλων θα συνεχιστούν γρήγορα. «Δεν υπάρχει άμεση σύνδεση, ότι “θα λάβετε αυτά τα συγκεκριμένα όπλα”, αλλά ανοίγει η δυνατότητα για παράλληλες συνομιλίες για την αγορά όπλων», δήλωσε ο Μ. Ποντολιάκ, σύμβουλος του Ουκρανού Προέδρου.
Τώρα που τα όπλα από τις ΗΠΑ θα πρέπει να αγοραστούν, το Κίεβο θα πρέπει να είναι πιο επιλεκτικό σε αυτά που ζητά από την Ουάσιγκτον, επεσήμανε ο Β. Ζελένσκι.
Συμφωνία για κρίσιμα ορυκτά και στρατηγικές υποδομές
Εν μέσω «ανησυχιών» της ΕΕ ότι οι ΗΠΑ θα διαπραγματευτούν ξεχωριστές συμφωνίες με την Ουκρανία και τη Ρωσία για να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους, αποχωρώντας από τη «διαμεσολάβηση» στη σύγκρουση, προχθές Ουάσιγκτον και Κίεβο υπέγραψαν τη συμφωνία για τα ουκρανικά ορυκτά και για ουκρανικές υποδομές.
Η συμφωνία έδειξε ότι «οι ΗΠΑ έχουν οικονομικό συμφέρον στην Ουκρανία», δήλωσε ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, η συμφωνία προβλέπει τη δημιουργία ενός κοινού Επενδυτικού Ταμείου Ανασυγκρότησης και προνομιακή πρόσβαση στους ουκρανικούς φυσικούς πόρους για τις ΗΠΑ. Το Ταμείο θα χρηματοδοτείται από νέες άδειες εκμετάλλευσης κοιτασμάτων κρίσιμων ορυκτών, πετρελαίου και φυσικού αερίου στην ουκρανική επικράτεια.
Η Ουκρανία δεν θα κληθεί να αποπληρώσει κανένα «χρέος» προς τις ΗΠΑ για την αμερικανική οικονομική και στρατιωτική στήριξη στον πόλεμο με τη Ρωσία, δήλωσε ο Ουκρανός πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι η όποια μελλοντική στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ μπορεί να θεωρηθεί συνεισφορά στο Ταμείο, αλλά η προηγούμενη δεν περιλαμβάνεται.
Μετά τη συμφωνία πάντως ο Τραμπ τόνισε πως «οι ΗΠΑ θα λάβουν πίσω πολύ περισσότερα απ’ όσα έχουν επενδύσει ως τώρα».
Η συμφωνία δεν θα παρεμποδίζει τις προσπάθειες της Ουκρανίας για ένταξη στην ΕΕ και οι αμερικανικές εταιρείες δεν θα έχουν μονοπώλιο στις συμφωνίες στην Ουκρανία.
Κομμάτι της «λείας» στην Ουκρανία διεκδικούν κι άλλα κράτη, όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία, σε διάφορα έργα για την εκμετάλλευση σημαντικών πρώτων υλών.
«Η ουκρανική κυβέρνηση εκτιμά ότι το επενδυτικό δυναμικό μέχρι το 2033 θα κινηθεί κάπου μεταξύ 12 και 15 δισ. δολαρίων», αναφέρει η γερμανική εφημερίδα «Tagesschau».
Στη συμφωνία δεν γίνεται λόγος για συγκεκριμένες «εγγυήσεις ασφαλείας» από τις ΗΠΑ, αλλά αναφέρονται γενικώς «παραδόσεις όπλων».



