«Την άμεση εφαρμογή ολοκληρωμένης αντιπυρικής προστασίας των αρχαίων μνημείων μας και σοβαρό σχεδιασμό προστασίας των εργαζόμενων στον πολιτισμό για να μη θρηνήσουμε στο μέλλον, θύματα», απαιτεί το Πανελλήνιο Σωματείο Εκτάκτου Προσωπικού Υπουργείου Πολιτισμού, με αφορμή τις πυρκαγιές σε Αλεξανδρούπολη και Βοιωτία όπου δεν έμειναν αλώβητα τα αρχαία μνημεία.
Όπως αναφέρει μεταξύ άλλων ο Σύλλογος, «στις συγκλονιστικές πυρκαγιές των τελευταίων ημερών τόσο στην Αλεξανδρούπολη, όσο και στη Βοιωτία, δεν θα μπορούσαν να μείνουν αλώβητα τα αρχαία μνημεία. Και δεν θα μπορούσαν να μείνουν αλώβητα όχι γιατί οι φωτιές δεν ήταν αντιμετωπίσιμες, αλλά γιατί τα αρχαία μνημεία είναι πλήρως “ανοχύρωτα”, απροστάτευτα και αφημένα στην τύχη τους από τις πολιτικές επιλογές που ακολουθεί εδώ και πολλά χρόνια το υπουργείο Πολιτισμού».
Τονίζει ότι «στην περίπτωση του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Ζώνης στον Έβρο, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού έσπευσε μετά από το πέρασμα της φωτιάς να μας πληροφορήσει ότι δεν προκλήθηκαν ζημιές στις αρχαιότητες, γιατί ο χώρος ήταν “πολύ προσεκτικά αποψιλωμένος”, καθώς και ότι κάηκε μόνο “χαμερπής βλάστηση”. Το μη επικοινωνιακό “πούσι” που “άρπαξε” στις Μυκήνες το 2020 και είχε προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων, επανέρχεται σήμερα με έναν πιο στρογγυλοποιημένο όρο καλλιεργώντας μια ακόμη πιο ωραιοποιημένη εικόνα… Με απλά λόγια, άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς…».
Σημειώνει επίσης ότι «στην περίπτωση της Iεράς μονής Οσίου Λουκά στο Στείρι Βοιωτίας, το υπουργείο Πολιτισμού με σχετική ανάρτησή του αναφέρθηκε στην κατάρρευση κτιρίου του 19ου αιώνα, τονίζοντας ότι διασώθηκαν τα βυζαντινά κτίσματα του χώρου, δίνοντας για μια ακόμη φορά έμφαση στη “συστηματική αποψίλωση του περιβάλλοντος χώρου”».
«Τι καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω; Ότι για το υπουργείο Πολιτισμού σοβαρή αντιπυρική προστασία αρχαίων μνημείων -και μάλιστα μνημείων εγγεγραμμένων στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO- είναι η αποψίλωση των χώρων από τα ξερόχορτα! Κοινώς, από καθαρή τύχη σώθηκαν οι βυζαντινές αρχαιότητες στη μονή Οσίου Λουκά, ενώ η τύχη αυτή δεν φαίνεται να βοήθησε ιδιαίτερα τον χώρο της Αρχαίας Ζώνης. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι το υπουργείο Πολιτισμού δεν έχει καταρτίσει σοβαρές μελέτες πυρόσβεσης για όλους τους αρχαιολογικούς χώρους της χώρας με βάση τις τοπογραφικές και αρχαιολογικές ιδιαιτερότητές τους και αυτή η ευθύνη βαραίνει όλες τις πολιτικές ηγεσίες που έχουν περάσει από αυτό.
Τι άλλο καταλαβαίνουμε; Ότι οι πολιτικές των ιδιωτικοποιήσεων, της οικονομικής απελευθέρωσης, της εσκεμμένης υποστελέχωσης του δημόσιου φορέα, της διαρκούς υποχρηματοδότησης, που έχουν υλοποιηθεί από όλες τις κυβερνήσεις διαχρονικά, έχουν καταστροφικές συνέπειες τόσο για το φυσικό μας περιβάλλον, τόσο για τους ίδιους τους ανθρώπους, όσο και για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Μπορεί η παράδοση στον υπερτουρισμό να φέρνει άκρατη κερδοφορία στα ταμεία του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά τα χρήματα αυτά χάνονται σε απροσδιόριστα μονοπάτια και ποτέ δεν διοχετεύονται στην πραγματική προστασία των εργαζομένων στον πολιτισμό, στην πραγματική προστασία των αρχαιοτήτων. Άνθρωποι και αρχαιότητες πλήττονται ανεπανόρθωτα, είναι ανοχύρωτοι μπροστά στις καταστροφές και επιβιώνουν -όποτε και αν επιβιώνουν- από καθαρή τύχη», υπογραμμίζει ο Σύλλογος και επισημαίνει:
«Συναδέλφισσες και συνάδελφοι, αυτό που βλέπουμε δεν είναι οι ωραιοποιημένες προσεγγίσεις του ΥΠΠΟ, αλλά καμένη γη παντού: Καμένες αρχαιότητες και καμένες υποδομές. Δεν βλέπουμε καμένο “πούσι” ή “χαμερπή βλάστηση”, αλλά βλέπουμε ένα συνολικά καμένο και εγκληματικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα που δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις ολοένα και αυξανόμενες ανάγκες, δεν μπορεί να προστατεύσει ουσιαστικά τα μνημεία και εκθέτει σε ανεπανόρθωτο κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή.
Απαντάμε: Δεν ανεχόμαστε άλλο αυτή την πολιτική που αφήνει πίσω της στάχτη και αποκαΐδια!».