…«Η Δύση έχει πράγματι σοβαρό πρόβλημα…Γινόμαστε μάρτυρες της φθοράς της Δύσης ως μιας σχετικά συνεκτικής γεωπολιτικής διαμόρφωσης» και σήμερα «η Δύση αμφισβητείται από μέσα κι από έξω».
Με αυτά τα λόγια και κάτω από τον χαρακτηριστικό τίτλο «Westlessness» (έλλειμμα «δυτικότητας»), η έκθεση της φετινής 56ης Διάσκεψης (14 – 16 Φλεβάρη) επικεντρώνεται στην αλλαγή των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών συσχετισμών δυνάμεων, με την ανάδειξη νέων κέντρων και στο πλαίσιο των αντιθέσεων μέσα στον ευρωατλαντικό άξονα.
Εξετάζοντας μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα όπως ΗΠΑ, Ευρώπη, Κίνα, Ρωσία, η έκθεση θέτει το ερώτημα αν τα αντικρουόμενα συμφέροντα της καπιταλιστικής “Δύσης” θα της επιτρέψουν τελικά να απαντήσει με «κοινή στρατηγική» στη «νέα εποχή ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων».
Η αμφισβήτηση-φθορά της «Δύσης» στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, είναι «ολοφάνερη σε διάφορες συγκρούσεις» ανά τον κόσμο, ενώ υπάρχει διάσταση στην αντιμετώπιση της Ρωσίας, της Κίνας και του Ιράν. Φαίνεται – σύμφωνα με την έκθεση, στη Συρία, αλλά και «Κίνα, Ιράν και Ρωσία πραγματοποίησαν τις πρώτες κοινές ναυτικές ασκήσεις στον Ινδικό Ωκεανό και στον Κόλπο του Ομάν, που ερμηνεύονται ως μήνυμα προς τις ΗΠΑ». Στη Λιβύη,«Τουρκία και Ρωσία δρουν πιο αποφασιστικά – αν και η Ευρώπη επηρεάζεται πιο άμεσα από την αστάθεια στην απέναντι όχθη της Μεσογείου».
Και ενώ «οι Δυτικοί παίκτες δρουν δυσανάλογα με τη βαρύτητά τους σήμερα, η Ρωσία έχει καθιερωθεί – με σχετικά περιορισμένα μέσα – ως παίκτης που δεν μπορεί να αγνοηθεί», έχει μεγιστοποιήσει την παρουσία της σε Συρία, Λιβύη, Αφρική, Λατινική Αμερική, «είναι παρούσα σε κάθε κρίση εξαιτίας των αδυναμιών μας ή των λαθών μας», αναφέρονται τα λόγια του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν.
Πιο επικίνδυνες οι μελλοντικές συγκρούσεις
Μάλιστα η έκθεση εκτιμά ότι η εμπλοκή της Δύσης σε ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις στο μέλλον – τις οποίες θεωρεί βέβαιες και πιο επικίνδυνες – θα δυσκολέψει κι άλλο, καθώς «δεν απολαμβάνει πια την αδιαμφισβήτητη ελευθερία» να επεμβαίνει στρατιωτικά «σχεδόν παντού», αφού οι συσχετισμοί και οι επιρροές στον ΟΗΕ – όπως και στον ΠΟΕ ως προς το εμπόριο – έχουν αλλάξει με την άνοδο δυνάμεων όπως η Κίνα, η Ρωσία κ.ά. Ακόμη και κατεξοχήν δυτικοί ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί – ΝΑΤΟ και ΕΕ – πασχίζουν να ξεπεράσουν τις αντιθέσεις, όπως φανερώνουν και σχετικές δηλώσεις, π.χ. του Ντόναλντ Τραμπ και του Εμ. Μακρόν. Η στρατιωτική υπεροχή του ΝΑΤΟ…κινδυνεύει καθώς «άλλες χώρες προσπαθούν να καλύψουν ή να ξεπεράσουν τη Δύση σε σημαντικές τεχνολογίες, όπως διαστημικές δυνατότητες, τεχνητή νοημοσύνη, υπερηχητικοί πύραυλοι».
Στον Ινδικό – Ειρηνικό, η «τεράστια ποικιλία πυραύλων ακριβείας της Κίνας και άλλα συστήματα υποβαθμίζουν τη στρατιωτική υπεροχή των ΗΠΑ» και «με τα αυξανόμενα στρατιωτικά ίχνη Κίνας και Ρωσίας ανά τον κόσμο, οι επεμβάσεις θα γίνουν ακόμη πιο επικίνδυνες στο μέλλον», επισημαίνεται.
Οι περιφερειακές εντάσεις σε Βόρεια Κορέα, Ινδία και Πακιστάν, Ιράν, «έχουν δυναμική πυρηνικής κλιμάκωσης. Στη γενική εικόνα του ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων, αυτές οι τάσεις μπορεί να σηματοδοτήσουν “την αυγή μιας επικίνδυνης νέας πυρηνικής εποχής”», προειδοποιεί η έκθεση.
Η δυναμική κλιμάκωσης της έντασης ΗΠΑ – Ιράν «μας υπενθυμίζει ότι ένας μεγάλος διακρατικός πόλεμος δεν είναι παρελθόν» σε «ένα περιβάλλον πιο έντονου ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων».
Στην έκθεση αναφέρονται δέκα βασικές συγκρούσεις που θα απασχολήσουν το 2020: Αφγανιστάν, Υεμένη, Αιθιοπία, Μπουρκίνα Φάσο, Λιβύη, ΗΠΑ – Ισραήλ – Ιράν στον Περσικό Κόλπο, ΗΠΑ – Βόρεια Κορέα, Κασμίρ, Βενεζουέλα, Ουκρανία.
ΗΠΑ: Οι εσωτερικές αντιθέσεις δεν κρύβονται
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των διοργανωτών της Διάσκεψης, η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, -αν και ορισμένες φορές φαίνεται «αλλοπρόσαλλη», καθορίζεται από τις «προσπάθειες των ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν τη μεγαλύτερη πρόκληση για το εθνικό τους συμφέρον – την Κίνα». Ενώ, «…η αυξανόμενη εσωτερική πόλωση επιβαρύνει τη διεθνή επιρροή της χώρας» και διαφαίνεται μια «αυξανόμενη ανικανότητα των ΗΠΑ για αξιόπιστες μακροπρόθεσμες επιλογές εξωτερικής πολιτικής. Βραχυπρόθεσμα, μια αλλαγή πορείας φαίνεται απίθανη», υπογραμμίζεται.
Ακόμα, στις ΗΠΑ εκφράζεται προβληματισμός από τους «ατέλειωτους πολέμους», ενώ «η πλειοψηφία των βετεράνων των ΗΠΑ λένε ότι “δεν άξιζαν” οι πόλεμοι σε Αφγανιστάν και Ιράκ», όπου εδώ και δεκαετίες έχει ξοδευτεί «πολύ αίμα και χρήμα». Αλλά και στη Λιβύη, σχεδόν εννιά χρόνια μετά την επέμβαση, οι δυτικές δυνάμεις δεν έχουν καταφέρει μια «διευθέτηση»…. «Αντί να σταματήσουν οι λεγόμενοι “ατελείωτοι πόλεμοι”, τα αμερικανικά στρατεύματα στη Μέση Ανατολή μετατοπίστηκαν βασικά από μια σύγκρουση σε άλλη». Ειδικότερα, «η απόφαση για αναδιάταξη των αμερικανικών δυνάμεων στη Συρία αιφνιδίασε τους Δυτικούς εταίρους», που αναρωτιούνται και αμφισβητούν «αν οι ΗΠΑ θα τηρήσουν μελλοντικά τις στρατιωτικές τους δεσμεύσεις».
Η Κίνα “είναι έτοιμη να απαντήσει”
Αναφέρει σχετικά η έκθεση : «Η Κίνα αναπτύσσεται συνεχώς στρατιωτικά, προβάλλοντας εξουσία στην περιοχή Ασίας – Ειρηνικού…Αναβαθμίζει φυλάκια στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, κατασκευάζει τρίτο αεροπλανοφόρο, έχει αναπτύξει θαλάσσια βάση πυρηνικών αποτρεπτικών και βαλλιστικών πυραύλων που θα μπορούσαν να στοχεύσουν τη βάση των ΗΠΑ στο Γκουάμ (δυτικός Ειρηνικός Ωκεανός), εντείνει τις στρατιωτικές και λεκτικές προειδοποιήσεις προς την Ταϊβάν, όπου οι ΗΠΑ ενθαρρύνουν “αυτονομιστικές δυνάμεις”».
Ενώ σημειώνει οτι τα «άλματα σε τεχνολογικούς τομείς…προκαλεί ανησυχία στη Δύση» για «έναν μελλοντικό τεχνολογικό διαχωρισμό του κόσμου, στις χώρες που χρησιμοποιούν δυτικές τεχνολογίες και κανόνες και σε εκείνες που βασίζονται στις κινεζικές».
Οι διοργανωτές της Διάσκεψης εκτιμούν πως αυτό έχει κόστος και ‘εσωτερικούς ανταγωνισμούς’ : «Η αντίσταση στη συγκέντρωση ισχύος του Σι αυξάνεται», ενώ «η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 χρόνων και πασχίζει να μείνει ανεπηρέαστη από το αυξανόμενο χρέος και τη δημογραφική αλλαγή. Εάν η ανάπτυξη υποφέρει από την πολιτική ακαμψία, αυτή η δυσαρέσκεια ίσως επιδεινωθεί». Ηδη «στο Χονγκ Κονγκ η αντίδραση ενάντια στην εξουσία του Πεκίνου βράζει».
Η Ρωσία «χρησιμοποιεί καλά “ένα αδύναμο χέρι”»
Η έκθεση αναφέρεται σε πολλές «νίκες» της το 2019: Επαναφορά στο Συμβούλιο της Ευρώπης, αγορά «S-400» από ένα μέλος του ΝΑΤΟ (Τουρκία), εδραίωση «ως μεσολαβητή εξουσίας στη Μέση Ανατολή». Το πιο σημαντικό, ωστόσο, ήρθε από τον Πρόεδρο της Γαλλίας Εμ. Μακρόν, ο οποίος προέτρεψε την ΕΕ «να ξανασκεφτεί τις βασικές αρχές» των σχέσεων με τη Ρωσία, προειδοποιώντας ότι «η απομάκρυνση της Ρωσίας από την Ευρώπη είναι σημαντικό στρατηγικό λάθος», που θα ρίξει τη Ρωσία στην «αγκαλιά» της Κίνας.
Η Ρωσία έχει “απλωθεί” σε άλλες περιοχές του κόσμου και έχει κάνει σημαντική στροφή προς την Κίνα. «Εχει αναβιώσει τις πωλήσεις όπλων στην Κίνα, κάλεσε το Πεκίνο να συμμετάσχει στη στρατιωτική άσκηση “Vostok-2018” και τον Ιούλη του 2019 προχώρησε στη διεξαγωγή αεροπορικών περιπολιών στην Ανατολική Κίνα».
Πάντως δεν μπορεί να αγνοηθεί «η σημαντική ασυμμετρία εξουσίας μεταξύ των δύο χωρών», καταρχήν στο εμπόριο, και στον στρατιωτικό τομέα, στο Διάστημα, στον κυβερνοχώρο, στην τεχνητή νοημοσύνη, εκτιμώντας [η έκθεση] οτι “οι σινο-ρωσικοί δεσμοί αντιμετωπίζουν ορισμένες σκληρές δοκιμασίες” . Και σε συνδυασμό με τον πρόσφατο ανασχηματισμό της ρωσικής κυβέρνησης, υποδηλώνεται «ότι τα εγχώρια θεμέλια για την προβολή της Ρωσίας ως παγκόσμιας δύναμης ενδέχεται σιγά σιγά να φθαρούν».
Η ΕΕ και οι ενδοαστικοί ανταγωνισμοί των κρατών-μελών της
«Η Επιτροπή μου θα είναι μια γεωπολιτική Επιτροπή», δήλωσε η νέα πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αποδίδοντας την έντονη συζήτηση για το πώς η ΕΕ δεν θα «παγιδευτεί» στα «διασταυρούμενα πυρά» ΗΠΑ – Κίνας και θα προετοιμαστεί «για έναν κόσμο στον οποίο οι ΗΠΑ ίσως δεν ενδιαφέρονται για την Ευρώπη όσο πριν». «Προς το παρόν, τα ανταγωνιστικά οράματα για τη θέση της Ευρώπης στον κόσμο αποθαρρύνουν τις προσπάθειες», εκτιμά η έκθεση.
Πολλοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και ηγέτες διαπιστώνουν πως «αν η Ευρώπη δεν μάθει τη γλώσσα της ισχύος θα εξαφανιστεί γεωπολιτικά» ή «άλλοι παίκτες θα καθορίζουν τη μοίρα της». Ιδιαίτερα σε μια εποχή που το Ηνωμένο Βασίλειο, «ένας από τους λίγους “βαρέων βαρών” παίκτες της ΕΕ σε οικονομικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο», αποχαιρετά την Ευρωένωση.
Πάντως οι εσωτερικές αντιθέσεις της ΕΕ εκφράζονται σε διάφορα μέτωπα, αλλά πρωτίστως στην αντιμετώπιση Ρωσίας, Κίνας και ΗΠΑ. Γενικότερα «υπάρχει ελάχιστη στρατηγική συναίνεση για τον τρόπο ενίσχυσης της ΕΕ».
Ιδιαίτερα μεταξύ Γαλλίας – Γερμανίας, οι οποίες αποτελούν «το δίδυμο που θα αποτελούσε την αιχμή της ενδυνάμωσης της ΕΕ». Στον γαλλογερμανικό άξονα «η διαφωνία είναι ιδιαίτερα έντονη για τη διεύρυνση της ΕΕ προς τα Δυτικά Βαλκάνια (που πρόσφατα παρεμποδίστηκε από τη Γαλλία με βέτο), για την κατάλληλη προσέγγιση της Ρωσίας και για τις σχέσεις της Ευρώπης με το ΝΑΤΟ». Οι διατυπώσεις του Μακρόν για το «εγκεφαλικά νεκρό ΝΑΤΟ» προκάλεσαν ανησυχίες στη Γερμανία και σε ανατολικά κράτη της ΕΕ, ότι η Γαλλία επιδιώκει ενίσχυση της ΕΕ σε βάρος των διατλαντικών σχέσεων.
Πηγή: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ



