RND
Για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν Κρήτη και Γαύδος με τις μεταναστευτικές ροές γράφει το Γερμανικό Δημοσιογραφικό Δίκτυο.
«Νωρίς το πρωί της Κυριακής το πλήρωμα ενός φορτηγού πλοίου εντόπισε σκάφος με 108 μετανάστες στα νότια των ακτών της Κρήτης. Η ελληνική ακτοφυλακή που κλήθηκε στο σημείο μετέφερε τους ανθρώπους στο λιμάνι της Παλαιόχωρας.
Μόλις το Σάββατο η ακτοφυλακή και η Frontex είχαν διασώσει 522 ανθρώπους από διάφορα σκάφη ανοιχτά της Κρήτης. Την εβδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα είχαν εντοπιστεί μέσα σε μόλις δύο ημέρες πάνω από 650 μετανάστες στα πέριξ της Κρήτης. Στελέχη της ελληνικής ακτοφυλακής αποδίδουν την ασυνήθιστη αύξηση στις ήπιες καιρικές συνθήκες των τελευταίων εβδομάδων, που διευκολύνουν τα δίκτυα διακινητών».
Όπως αναφέρει περαιτέρω το RND, «έπειτα από μερικές ημέρες οι άνθρωποι μεταφέρονται από την Κρήτη σε κέντρα υποδοχής στην ηπειρωτική χώρα. Μέχρι να συμβεί όμως αυτό, είναι οι τοπικοί δήμοι αυτοί που προσπαθούν να καλύψουν τις ανάγκες τους σε στεγνά ρούχα, φαγητό και νερό. Όμως με εκατοντάδες αφίξεις σε καθημερινή βάση, αυτό καθίσταται όλο και πιο δύσκολο».
Από τις αρχές του έτους, πάντως, «έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα περίπου 48.000 παράτυποι μετανάστες. Πρόκειται για μείωση περίπου 25% σε σύγκριση με πέρυσι». Η ελληνική κυβέρνηση έχει ενισχύσει «τη φύλαξη των χερσαίων συνόρων με την Τουρκία με έναν φράχτη μήκους 40 χιλιομέτρων, αισθητήρες κίνησης και θερμικές κάμερες, ενώ τα σύνορα ελέγχονται αυστηρότερα και από την τουρκική πλευρά».
Ίσως αυτός είναι ο λόγος που το ίδιο διάστημα «έχουν φτάσει στη Γαύδο και την Κρήτη σχεδόν 20.000 άνθρωποι που ζητούν προστασία, τέσσερις φορές περισσότεροι από πέρυσι. Οι περισσότεροι κατάγονται από το Αφγανιστάν, την Αίγυπτο και το Σουδάν. Περίπου το ένα πέμπτο εξ αυτών είναι ανήλικα αγόρια ηλικίας 15 έως 18 ετών. Κάθε τρίτος ανήλικος φτάνει στη χώρα ασυνόδευτος, χωρίς γονείς ή συγγενείς», καταλήγει το γερμανικό δίκτυο.
Süddeutsche Zeitung
Η εφημερίδα γράφει από την πλευρά της για το Ουκρανικό, με αφορμή τη συνάντηση Τραμπ-Ζελένσκι στη Φλόριντα.
Ήδη από πριν «ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε καταστήσει σαφές πως δεν μπορεί να γίνεται λόγος για κάποιο οριστικό σχέδιο. Αν και ο Τραμπ εμφανίστηκε αισιόδοξος τόσο για τη συνάντηση με τον Ζελένσκι όσο και για συνομιλίες με τον Ρώσο ηγέτη Βλάντιμιρ Πούτιν, υπάρχουν στην πραγματικότητα ελάχιστοι λόγοι αισιοδοξίας. Διότι μέσα στο Σαββατοκύριακο η Ρωσία ξεκαθάρισε και πάλι, με μία από τις μεγαλύτερες επιθέσεις με drones και πυραύλους εναντίον του Κιέβου, ότι δεν ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως για την ειρήνη».
Παράλληλα, «οι ειδήσεις από το μέτωπο μόνο θετικές δεν είναι για την Ουκρανία. Η μοναδική αχτίδα φωτός των τελευταίων εβδομάδων ήταν μια τοπικής εμβέλειας αντεπίθεση, κατά την οποία ουκρανικές μονάδες ανέκτησαν σε μεγάλο βαθμό τη στρατηγικής σημασίας πόλη Κουπιάνσκ. Και ταυτοχρόνως ο πρόεδρος Ζελένσκι βρίσκεται υπό πίεση. Μετά το πρόσφατο σκάνδαλο διαφθοράς ξέσπασε και νέα υπόθεση, με την εθνική υπηρεσία καταπολέμησης της διαφθοράς να απαγγέλλει κατηγορίες σε σειρά βουλευτών», ενώ οι απόπειρες της υπηρεσίας να κάνει εφόδους σε γραφεία κυβερνητικών επιτροπών παρεμποδίστηκαν.
RND
Σε παρόμοιο κλίμα το Γερμανικό Δημοσιογραφικό Δίκτυο σχολιάζει πως «ο Ρώσος πρόεδρος απείλησε ότι, εάν η Ουκρανία δεν παραδώσει οικειοθελώς τις ανατολικές περιοχές της, “η Ρωσία θα λύσει όλα τα προβλήματα με τη βία”, ενώ ο Τραμπ είπε χλευαστικά για τον Ζελένσκι πως “δεν έχει τίποτα, μέχρι να συμφωνήσω εγώ”.
Έτσι έγινε φανερό σε τι πιστεύουν και οι δύο: στο δίκαιο του ισχυρού και στο ίδιον όφελος. Και σε τι δεν πιστεύουν: στο διεθνές δίκαιο, στις ουσιαστικές διαπραγματεύσεις και στο ότι έχουν και αυτοί ευάλωτα σημεία».
Το γερμανικό δίκτυο καλεί την ΕΕ να υιοθετήσει πιο συνασπισμένη και σκληρή στάση: «ο Πούτιν μπορεί να επιδεικνύει τέτοια αλαζονεία μονάχα επειδή το σχέδιό του να διχάσει την ΕΕ και το ΝΑΤΟ αποδίδει, με τη βοήθεια δεξιών λαϊκιστών συμμάχων στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Και φυσικά υπάρχει ο κίνδυνος ο Τραμπ να εγκαταλείψει την Ουκρανία και να μην παραδώσει πλέον ούτε τα αναγκαία όπλα, ούτε καν με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, όπως συμβαίνει σήμερα.
Και όμως ακριβώς λόγω αυτών πρέπει η Ευρώπη να αντιδράσει πιο αποφασιστικά, εάν η Ρωσία επιμείνει στη διαπραγματευτική της τακτική των απεριόριστων μαξιμαλιστικών απαιτήσεων. Εξάλλου, ούτε και οι αντοχές της Ρωσίας είναι ανεξάντλητες». Ταυτοχρόνως, κατά το γερμανικό μέσο, η ΕΕ έχει μοχλούς πίεσης και προς τις ΗΠΑ. «Θα μπορούσε για παράδειγμα, έστω και διακριτικά στην αρχή, να απειλήσει με κυρώσεις στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Για μια χώρα τόσο υπερχρεωμένη όσο οι ΗΠΑ, αυτό θα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο και θα απειλούνταν εκτόξευση των επιτοκίων. Και ο Τραμπ δεν φοβάται τίποτα περισσότερο από αυτό στην εσωτερική και οικονομική πολιτική.
Μία τέτοια κίνηση θα μπορούσε βέβαια να φέρει αποτελέσματα μόνο εφόσον η Ευρώπη ήταν προετοιμασμένη για αντίποινα από τις ΗΠΑ, πρωτίστως για μια αποχώρηση από το ΝΑΤΟ. Πράγματι, αυτό πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί. Ποιος μας εγγυάται όμως ότι δεν θα συμβεί έτσι και αλλιώς το 2026; Ή πως δεν θα προκύψει μια εισβολή στη Γροιλανδία ή απέλαση Ευρωπαίων διπλωματών; Ίσως και μια “παράδοση” της Ουκρανίας στο Κρεμλίνο από τον Τραμπ; Η Ευρώπη, είτε έτσι είτε αλλιώς, οφείλει να ωριμάσει, να γίνει πιο ανεξάρτητη από τις ΗΠΑ και γενικότερα να είναι καλύτερα προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο».
Πληροφορίες από DW



