Ο σεισμός των 6,3 Ρίχτερ που έγινε στις 12:16 το μεσημέρι της Τετάρτης 3-3-2021 σε απόσταση 22 χλμ ΔΒΔ της Λάρισας, 15 χλμ Ν της Ελασσόνας, και 8 χλμ Δ του Τυρνάβου, ανάμεσα στα χωριά Μεσοχώρι και Δαμάσι, συμπίπτει τόσο στο μέγεθος όσο και στο επίκεντρο με ένα σεισμό που έγινε το 1766. Την 1η Μάρτη 1941, 40 περίπου χλμ ΝΑ του επικέντρου του χτεσινού σεισμού, έγινε ένας σεισμός επίσης 6,3 Ρίχτερ που κατέστρεψε τη Λάρισα και προκάλεσε το θάνατο 40 ατόμων. Στην ευρύτερη περιοχή, και σε αρκετά μεγαλύτερη απόσταση από το χτεσινό επίκεντρο, περίπου 65 χλμ ΝΑ, στις Σοφάδες το 1954, και περίπου 70 χλμ Ν, στο Βελεστίνο το 1957, έγιναν δύο πολύ ισχυροί σεισμοί, με μεγέθη 7 και 6,8 Ρίχτερ, αντίστοιχα [1].
Τόσο η προϊστορία της συγκεκριμένης περιοχής, όσο και το γεγονός ότι σε διάστημα κάτι περισσότερο από μιάμιση ώρα μετά το σεισμό των 6,3 Ρίχτερ έγιναν δεκάδες μετασεισμοί, εκ των οποίων 8 με μεγέθη από 4 έως 5,1 Ρίχτερ, και εξ αυτών οι 4 με μέγεθος ίσο ή μεγαλύτερο των 4,6 Ρίχτερ, όπως και ο ισχυρότερος μέχρι τώρα μετασεισμός των 5,2 Ρίχτερ που έγινε στις 8:24 το βράδυ, δείχνουν ότι ο σεισμός των 6,3 Ρίχτερ ήταν ο κύριος σεισμός.
Οι μετασεισμοί θα συνεχιστούν για αρκετές βδομάδες με μειούμενη συχνότητα, αλλά όχι μειούμενο μέσο μέγεθος, δηλαδή, για παράδειγμα, μετά από 3 μήνες μπορεί να γίνει ένας σεισμός 5 Ρίχτερ.
Ο χτεσινός σεισμός ευτυχώς δεν προκάλεσε το θάνατο ή το σοβαρό τραυματισμό κανενός ανθρώπου, προκάλεσε όμως εκτεταμένες ζημιές, ειδικά σε παλιά κτίρια, αλλά και σε σχολεία, δημόσια κτίρια, επαρχιακές γέφυρες και εκκλησίες, καθώς και προβλήματα στις τηλεπικοινωνίες. Παράλληλα χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν, για λόγους ασφάλειας, στους δρόμους και διανυκτέρευσαν σε πλατείες, γήπεδα και προαύλια σχολείων.
Οι κάτοικοι δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να μπουν σε σπίτια, δημόσια κτίρια, επαγγελματικούς χώρους και χώρους δουλειάς που έχουν πάθει ζημιές, γιατί ένας ισχυρός μετασεισμός μπορεί να προκαλέσει την κατάρρευση τους.
Παράλληλα πρέπει να απαιτήσουν από το κράτος τόσο άμεσα μέτρα προστασίας, για τη στέγαση, σίτιση, και ένδυση όσων έχουν ανάγκη, όσο και τον έλεγχο, και τη γρήγορη αποκατάσταση των ζημιών σε σπίτια, δημόσια κτήρια, σχολεία, νοσοκομεία, χώρους δουλειάς.
Όπως κάθε σεισμός, και ο χτεσινός σεισμός ανέδειξε για άλλη μια φορά την τρωτότητα των σχολείων, αφού 2 σχολεία υπέστησαν πολύ σοβαρές ζημιές. Στη Λάρισα, όπως σε όλη την Ελλάδα, δεκάδες σχολικά κτίρια είναι κατασκευασμένα με παλαιότερους, πριν το 1985, ή χωρίς αντισεισμικούς κανονισμούς, πριν από το 1955.
Οι λαϊκές οικογένειες, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι μικρές επιχειρήσεις πρέπει επίσης να απαιτήσουν την πλήρη αποζημίωση για τις καταστροφές που υπέστησαν.
Ίσως είναι κοινότοπο να το επαναλαμβάνουμε κάθε φορά που γίνεται ένας σεισμός, αλλά το εργατικό και λαϊκό κίνημα, ο λαός μας, πρέπει να απαιτήσει το αυτονόητο. Την αξιοποίηση κάθε δυνατότητας που η επιστήμη και η τεχνολογία προσφέρει για την ελαχιστοποίηση του σεισμικού κινδύνου, και τη γρήγορη αποκατάσταση των οποίων ζημιών, που σήμερα στη λογική του κόστους – οφέλους μπαίνουν στην υπηρεσία της κερδοφορίας του κεφαλαίου, και όχι στην υπηρεσία της ικανοποίησης αυτής της λαϊκής ανάγκης.
[1] Βασίλης και Κατερίνα Παπαζάχου: Οι Σεισμοί της Ελλάδας, 1989.
του Σταύρου Τάσσου, Σεισμολόγου