«Η αντεπανάσταση και ο κόλπος των χοίρων»

Συμπληρώνονται φέτος 59 χρόνια από την ένοπλη επέμβαση των ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ στον Κόλπο των Χοίρων, στην Κούβα. Η επέμβαση ξεκίνησε στις 17 Απρίλη 1961.

Η ιστοσελίδα ALT.GR, παρουσιάζει το σχετικό απόσπασμα, με τίτλο: «Η ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΛΠΟΣ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ»  από το βιβλίο «ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΚΟΥΒΑ», εκδόσεις «Χοσέ Μαρτί» 1987. Το βιβλίο διατίθεται από το βιβλιοπωλείο της Σύγχρονης Εποχής.

Η ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΛΠΟΣ ΤΩΝ ΧΟΙΡΩΝ

«Η πρώτη ήττα του ιμπεριαλισμού στην αμερικανική ήπειρο»

Ποιος κάνει υπονόμευση και ποιος είναι θύμα υπονόμευσης; Ποιος αποτελεί απειλή για την ασφάλεια μιας άλλης χώρας και ποιος υφίσταται αυτή την απειλή; Οι Ενωμένες Πολιτείες που οργάνωσαν την εισβολή του Απρίλη του 1961; Η Γουατεμάλα, όπου εκπαιδεύτηκαν οι μισθοφόροι; Η Νικαράγουα, από την οποία εξαπολύθηκαν; Ή η Κούβα, όπου αποβιβάστηκαν; ΚΟΥΒΑΝΙΚΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Σε κάθε δράση υπάρχει αντίδραση. Σε κάθε επανάσταση υπάρχει αντεπανάσταση. Το ότι υπήρξε μια οργανωμένη κουβανική αντεπανάσταση με κάποια δύναμη, οφειλόταν στη σταθερή υποστήριξη που έλαβε από την αμερικανική κυβέρνηση,και ιδιαίτερα τη CIA.

ΝΤΟΥΑΪΤ NT. ΑΪΖΕΝΧΑΟΥΕΡ: «Μέσα σε λίγες εβδομάδες από τότε που ο Κάστρο μπήκε στην Αβάνα, εμείς στην κυβέρνηση αρχίσαμε ανεπίσημα να εξετάζουμε μέτρα που θα ήταν αποτελεσματικά να συγκρατήσουν τον Κάστρο αν αυτός εξελισσόταν σε απειλή…

Μια ιδέα ήταν να δημιουργήσουμε μια αντικαστρική δύναμη μέσα στην ίδια την Κούβα. Μερικοί σκέφτηκαν να απομονώσουμε το νησί, υποστηρίζοντας ότι αν η κουβανική οικονομία παρήκμαζε πολύ, οι ίδιοι οι Κουβανοί θα ανέτρεπαν τον Κάστρο…

Στις 17 του Μάρτη 1960… διέταξα τη CIA ν’ αρχίσει να οργανώνει την εκπαίδευση Κουβανών εξόριστων, κυρίως στη Γουατεμάλα…»

Καμιά αμερικανική ιδιοκτησία στην Κούβα δεν είχε εθνικοποιηθεί, όταν ο Αϊζενχάουερ έδωσε την εντολή του να ανατραπεί η κουβανική κυβέρνηση. Ούτε είχαν γίνει εισαγωγές σοβιετικού πετρελαίου. Η Σοβιετική Ένωση και η Κούβα ούτε καν είχαν διπλωματικές σχέσεις. Αλλά η αμερικανική κυβέρνηση άρχιζε μια διμέτωπη επίθεση: να αποσταθεροποιήσει την κουβανική οικονομία και να ετοιμάσει μια στρατιωτική δύναμη που θα έσπαζε την Επανάσταση αν δεν μπορούσε να τη λυγίσει.

Το πρώτο σχέδιο της CΙA ήταν να διοχετεύσει αντεπαναστάτες αντάρτες μέσα στην Κούβα κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης χρονικής περιόδου και να τους εφοδιάσει με όπλα και υλικό που θα ρίχνονταν από αεροπλάνο. Αλλά, πού, μέσα στην Κούβα,θα ήταν το καλύτερο μέρος να οργανωθούν αυτές οι αντάρτικες συμμορίες; Η Σιέρα Μαέστρα ήταν έξω από κάθε συζήτηση. Οι χωρικοί εκεί υποστήριζαν πλήρως την Επανάσταση.

Πιο καρποφόρο έδαφος για τη CIA ήταν τα βουνά Εσκαμπράι στην Κεντρική Κούβα. Για να καταλάβουμε γιατί, πρέπει να γυρίσουμε στην εποχή του επαναστατικού πολέμου, τη στιγμή που η φάλαγγα εισβολής του Τσε Γκεβάρα έμπαινε σ’ εκείνα τα βουνά τον Οκτώβρη του 1958.

Τσε Γκεβάρα

Ο Τσε ανακάλυψε ότι υπήρχαν τρία αντάρτικα κινήματα στο Εσκαμπράι. Δύο από αυτά — το Κίνημα 26 του Ιούλη και το Επαναστατικό Διευθυντήριο — ενώθηκαν γρήγορα μαζί του. Η τρίτη ομάδα, στην αρχή αρνήθηκε. Το «Δεύτερο Μέτωπο του Εσκαμπράι», όπως ονομάστηκε, αποδείχτηκε πως δεν απείχε πολύ από συμμορία ληστών. Μερικοί χωρικοί τους αποκαλούσαν «γελαδοφάγους», από τη συνήθειά τους ν’ αρπάζουν τα ζώα των χωρικών χωρίς να πληρώνουν. Αυτοί ήταν οι μόνοι «επαναστάτες» που είχαν συναντήσει ποτέ πολλοί χωρικοί στο Εσκαμπράι, κι έδωσαν κακή φήμη στην Επανάσταση.

Ο Φιντέλ και ο Τσε αργότερα έκαναν αυτοκριτική που συνεργάστηκαν με τους «γελαδοφάγους» στ’ όνομα της ενότητας κατά του Μπατίστα. Η Επανάσταση πλήρωσε για τα λάθη της, όταν το Εσκαμπράι, που ήταν το πιο αδύνατο σημείο της επανάστασης, έγινε βάση επιχειρήσεων της CIA.

Στις αρχές του 1960 ένας πλούσιος ιδιοκτήτης διαμερισμάτων στην Αβάνα ταξίδεψε στις Ενωμένες Πολιτείες για εκπαίδευση από τη CΙA. Όταν επέστρεψε, με το πολεμικό ψευδώνυμο ταγματάρχης Αγόστο, ίδρυσε μια ενιαία διοίκηση των αντεπαναστατικών συμμοριών που λειτουργούσαν στο Εσκαμπράι. Έπειτα άρχισε να ψάχνει για έναν άνθρωπο να τις διοικήσει.

Σύντομα βρήκε ένα πραγματικό κελεπούρι: τον Τόνι Σαντιάγο, έναν άνθρωπο 35-40 χρονών, που είχε πολεμήσει με τον αμερικανικό στρατό στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, είχε ενωθεί με τους επαναστάτες του Φιντέλ στα βουνά και ήταν τώρα δυσαρεστημένος με την Επανάσταση για τον «έρποντα κομμουνισμό της».

Ο Σαντιάγο συμφώνησε να αναλάβει τη δουλειά και ο Αγόστο κανόνισε μια σειρά συσκέψεων στην αμερικανική πρεσβεία της Αβάνας,στις οποίες πήραν μέρος ο ίδιος, ο Σαντιάγο, ο Αμερικανός πρεσβευτής και ο αρχηγός της αμερικανικής στρατιωτικής μυστικής υπηρεσίας στην Καραϊβική (που έδρευε στην πρεσβεία). Εκεί ενημέρωσαν τον Σαντιάγο για τα σχέδια διείσδυσης, ρίψεων όπλων από αεροπλάνα και για την τελική εισβολή και τον διόρισαν αρχηγό ολόκληρης της επιχείρησης στο Εσκαμπράι.

Αλλά ο Τόνι Σαντιάγο δεν ήταν δυσαρεστημένος με την επανάσταση. Ήταν μέλος του Τμήματος Κρατικής Ασφάλειας της Κούβας. Πριν φύγει για να εκπαιδευτεί στις Ενωμένες Πολιτείες, στρατολόγησε δέκα «αντεπαναστάτες» στρατιώτες — που ήταν όλοι μέλη της Κρατικής Ασφάλειας — και τους έστειλε στο Εσκαμπράι. Έπειτα έφυγε για το Μαϊάμι της Φλόριντα, μια νύχτα χωρίς φεγγάρι, σε μια ψαρόβαρκα με τρεις ψαράδες κι έναν πράκτορα της CIA. Οι άνθρωποι της Κρατικής Ασφάλειας περίμεναν τις πρώτες αναφορές του από το Μαϊάμι. Δεν ήρθε καμία. Μήνες αργότερα, η πινακίδα με το όνομα του πλοιαρίου με το οποίο έφυγε, ξεβράστηκε στη βόρεια ακτή της Κούβας.

Η εξαφάνιση του Σαντιάγο παρέμεινε μυστήριο για κάμποσα χρόνια, ώσπου ένας Κουβανός πράκτορας που είχε διεισδύσει στο αντεπαναστατικό κίνημα στις Ενωμένες Πολιτείες, έπιασε κουβέντα με έναν μεθυσμένο Κουβανό εξόριστο, που καυχιόταν για τα κατορθώματά του ως πειρατής. Χρησιμοποιούσε μια ταχύπλοη άκατο με ένα κανόνι τοποθετημένο στο κατάστρωμα, για να λυμαίνεται τους ψαράδες που ψάρευαν στ’ ανοιχτά της βόρειας ακτής της Κούβας. Όλο το διάστημα που ασκούσε το επάγγελμά του, είπε πως μόνο ένα πλοιάριο πρόβαλε ποτέ αντίσταση, και ανέφερε το πλοιάριο στο οποίο βρισκόταν ο Τόνι Σαντιάγο.

Το συνάντησε κατά τύχη τη νύχτα και πυροβόλησε μια φορά με το κανόνι του, αλλά αστόχησε. Ο Σαντιάγο ανταπόδωσε το πυρ. Οι επόμενες οβίδες έκοψαν το πλοιάριο στα δύο. Ο πιλότος τότε πυροβόλησε τους άντρες που κολυμπούσαν, ώσπου τους σκότωσε όλους.

Ο Τόνι Σαντιάγο ήταν ένας από τους εκατοντάδες Κουβανούς, άντρες και γυναίκες, που δούλευαν για κάμποσα χρόνια στα κρυφά και με κίνδυνο της ζωής τους, διεισδύοντας στις γραμμές της αντεπανάστασης και συνεργαζόμενοι στενά με πιστούς Κουβανούς — πολλοί από τους οποίους είχαν μέλη των οικογενειών τους στην αντεπανάσταση.

Αυτοί, μαζί με χιλιάδες χωρικούς, ήταν η ραχοκοκαλιά της μάχης ενάντια στην αντεπανάσταση και ο λόγος που τα σχέδια της CIA για την οργάνωση ανταρτών μέσα στην Κούβα, απέτυχαν παταγωδώς.

Η Επανάσταση κράτησε τη στρατιωτική αναμέτρηση στο ελάχιστο. Δεν ήθελε να διακινδυνεύσει ζωές χωρίς λόγο, ούτε να διακόψει χιλιάδες προγράμματα — την κατασκευή σχολείων, την αγροτική μεταρρύθμιση, την εκστρατεία κατά του αναλφαβητισμού — που εκτελούνταν καθώς εκτυλισσόταν η μάχη κατά της αντεπανάστασης.

Κατά την τελική φάση της επιχείρησης στο Εσκαμπράι, ο επαναστατικός στρατός εκπαίδευσε χίλιους χωρικούς από την περιοχή, οι οποίοι προσφέρθηκαν εθελοντικά να πολεμήσουν τις ένοπλες συμμορίες στα βουνά. Με αυτούς ενώθηκαν πεντακόσιοι εθνοφρουροί από τη Σιέρα Μαέστρα. Την εποχή που έγινε η εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων, είχαν εξαρθρώσει τις αντεπαναστατικές συμμορίες στην περιοχή Εσκαμπράι, αλλά για να τις εξολοθρεύσουν εντελώς έπρεπε να φτάσουμε στο 1965.

Το Σεπτέμβρη του 1960, ο Φιντέλ πήγε στη Νέα Υόρκη, όπου μίλησε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Η επίσκεψή του ήταν δραματική και ο τύπος ανέφερε ψεύτικες ιστορίες, όπως ότι η κουβανική αντιπροσωπεία συντηρούσε ζωντανά κοτόπουλα στα δωμάτια του ξενοδοχείου που έμενε,και άλλα τέτοια.

Fidel Castro ΟΗΕ
Ομιλία του Φιντέλ Κάστρο στον ΟΗΕ

Γυρνώντας στην Κούβα στις 28 του Σεπτέμβρη, ο Φιντέλ διηγούνταν σ’ ένα συλλαλητήριο υποδοχής έξω από το προεδρικό μέγαρο, την ιστορία των περιπετειών του στη Νέα Υόρκη, τη στιγμή που δυο βόμβες έσκασαν στην άκρη του μεγάλου πλήθους.

Ο Φιντέλ διέκοψε την ομιλία του για να πει στο οργισμένο ακροατήριο:

«Θα καθιερώσουμε ένα σύστημα επαναστατικής συλλογικής επαγρύπνησης. Αν νομίζουν ότι μπορούν να τα βάλουν με το λαό, θα απογοητευτούν, θα φτιάξουμε μια επιτροπή επαναστατικής επαγρύπνησης σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο, έτσι που ο λαός να μπορεί να παρακολουθεί, έτσι που κανείς ιμπεριαλιστής, ούτε κανένας πουλημένος στους ιμπεριαλιστές, να μπορεί να κινηθεί ένα εκατοστό».

Με αυτό, ο αυθόρμητος αγώνας και η διαμαρτυρία κατά της αντεπανάστασης, πήρε μορφή και όνομα: Λος Κομιτές ντε Ντεφένσα ντε λα Ρεβολουσιόν (Επιτροπές για την Υπεράσπιση της Επανάστασης) ή CDR.

Αυτές οι επιτροπές ικανοποιούσαν μιαν ανάγκη που πολλοί Κουβανοί ένιωθαν έντονα: την ανάγκη για μια οργάνωση βασισμένη στον τόπο κατοικίας που θα ήταν ξεχωριστή από το στρατό ή την εθνοφρουρά, που θα ελεγχόταν από το λαό και θα πολεμούσε την αντεπανάσταση. Έξι μήνες αργότερα, όταν αποβιβάστηκαν οι εισβολείς στον Κόλπο των Χοίρων, υπήρχαν 8.000 παραρτήματα της CDR σε όλη τη χώρα. Δυο χρόνια μετά από τότε που ο Φιντέλ έκανε την πρότασή του, υπήρχαν 100.000 τέτοιες επιτροπές, μια σχεδόν σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο και γειτονιά του νησιού.

Όλοι ήξεραν ότι ερχόταν μάχη. Στις 2 του Γενάρη 1961, τη δεύτερη επέτειο του θριάμβου της Επανάστασης, ο λαός έκανε παρέλαση επί εννιά ώρες στην Πλάσα ντε λα Ρεβολουσιόν (Πλατεία της Επανάστασης, σημ. του μετ.) περνώντας μπροστά από το επιβλητικό άγαλμα του Χοσέ Μαρτί. Ο Φιντέλ είπε στο συγκεντρωμένο πλήθος:

«Η επανάσταση δεν είναι ρόδινη. Η Επανάσταση είναι αγώνας μέχρι θανάτου ανάμεσα στο μέλλον και στο παρελθόν. Η παλιά τάξη αντιστέκεται πάντοτε μέχρι θανάτου, και η νέα κοινωνία πολεμά με όλη την ενεργητικότητά της για να επιζήσει. Ή η αντεπανάσταση θα καταστρέψει την Επανάσταση, ή η Επανάσταση θα καταστρέψει την αντεπανάσταση.»

Την επόμενη μέρα ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ διέταξε να διακοπούν οι διπλωματικές σχέσεις με την κυβέρνηση της Κούβας.

Τρεις εβδομάδες αργότερα, ο Τζον Φ. Κένεντι ενθρονίστηκε πρόεδρος των Ενωμένων Πολιτειών. Το αντάρτικο κίνημα της CIA στην περιοχή Εσκαμπράι, είχε καταρρεύσει. Η CIA στράφηκε προς μια εισβολή ευρείας κλίμακας.

Η κύρια βάση εκπαίδευσης, για την ηλικίας εννιά μηνών δύναμη εισβολής, ήταν στη Γουατεμάλα. Η CIA εκπαίδευσε επίσης στρατεύματα στη Λουιζιάνα, στη Φλόριντα και στη Ζώνη της Διώρυγας του Παναμά. Οι άνθρωποι που ήταν υπεύθυνοι για την εκπαίδευση ήταν προσωπικό της CIA, Αμερικανοί αξιωματικοί του στρατού και πρασινοσκούφηδες.

Για να δώσουν στην εισβολή την εξωτερική εικόνα μιας προσπάθειας Κουβανών εξόριστων, η CIA ένωσε πέντε μικρές οργανώσεις εξόριστων σε μια ενιαία ομάδα: το Φρέντε Ρεβολουσιονάριο Ντεμοκράτικο (Επαναστατικό Δημοκρατικό Μέτωπο, σημ. του μετ.). Οι ηγέτες του ήταν οι Τόνι Βαρόν, Αουρελιάνο Σάντσες Αράνγκο, Χούστο Καρίγιο, Χοσέ Ιγνάσιο Ράσκο και Μανουέλ Αρτίμε.

Ο Χάουαρντ Χαντ, ο πράκτορας της CIA που πλήρωνε αυτούς τους ανθρώπους, τους περιέγραψε με τον εξής τρόπο:

«Εκτός από τον Ράσκο, ήταν όλοι επαγγελματίες πολιτικοί που η δουλειά τους ήταν η δημόσια δημαγωγία και η ιδιωτική μηχανορραφία… Τους θεωρούσα ρηχούς στοχαστές και καιροσκόπους που όφειλαν ένα μεγάλο χρέος (τη ζωή τους) στην αμερικανική κυβέρνηση και συγκεκριμένα στη CIA».

Ο Χαντ τους πλήρωνε 115.000 δολάρια το μήνα, κυρίως για μισθούς κι ενοίκια, που τους τα έδινε σε μετρητά σ’ ένα χαρτοφύλακα. Οι στρατιωτικές δαπάνες ήταν χωριστός λογαριασμός, που προερχόταν από τον προϋπολογισμό των 13.000.000 δολαρίων, που είχε εγκρίνει για την επιχείρηση ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ.

Τόσο υποτελείς ήταν αυτοί οι Κουβανοί «ηγέτες» στη CIA ώστε ούτε καν τους επιτράπηκε να δουν τα σχέδια που έφτιαχνε η CIA για την εισβολή στη δική τους χώρα.

Αν και τα σχέδια της εισβολής είχαν κρατηθεί μυστικά από το αμερικανικό κοινό, η κυβέρνηση στην Αβάνα ήξερε ποια θα ήταν η στρατηγική της CIA: να καταλάβει ένα προγεφύρωμα κουβανικού εδάφους και να το κρατήσει από τις αντεπιθέσεις αρκετό χρόνο ώστε να προλάβει να φέρει αεροπορικώς μια προσωρινή κυβέρνηση από εξόριστους ηγέτες. Οι Ενωμένες Πολιτείες θα αναγνώριζαν αυτό το σώμα ως κυβέρνηση της Κούβας και θα έστελναν κάθε αναγκαία στρατιωτική υποστήριξη. Ύστερα θα απέκλειαν το νησί και θα σακάτευαν την οικονομία του.

Η Επανάσταση παράταξε τις δυνάμεις της για πολλαπλή εισβολή. Μοιράστηκαν προκηρύξεις σε κάθε οικογένεια της χώρας, εξηγώντας πώς ν’ αμυνθούν, τι να κάνουν σε περίπτωση απόβασης αλεξιπτωτιστών, πώς και πού να αναφέρουν ό,τι βλέπουν.

Στην Ουάσιγκτον, πράκτορες της CIA μελετούσαν με προσοχή χάρτες της Κούβας ψάχνοντας για τη σωστή τοποθεσία και τελικά κατέληξαν σε μια περιοχή της νοτιοδυτικής ακτής της Κούβας, γύρω από τη Μπαΐα ντε Κοτσίνος (Κόλπος των Χοίρων).

Αυτός ο κόλπος είναι ένα μακρόστενο κομμάτι νερού που εισχωρεί μέσα στα τεράστια έλη Σαπάτα, που εκτείνονται πολλά χιλιόμετρα ανατολικά και δυτικά. Το έδαφος είναι βραχώδες στην παραλία και σκληρό ως δέκα χιλιόμετρα στην ενδοχώρα, όπου γίνεται αδιάβατο.

Διαλέγοντας αυτή την περιοχή, η CIA σκεπτόταν αμυντικά. Υπήρχαν μόνο δυο δρόμοι που οδηγούσαν μέσα από τα έλη ως την περιοχή της απόβασης. Επομένως, θα ήταν εύκολο να κρατήσουν την παραλία αλλά, δύσκολο να φύγουν. Στο παραστρατιωτικό τμήμα της CIA, κυκλοφορούσε το αστείο ότι ο Κάστρο θα ξεγελιόταν τελείως, γιατί «κανείς σοβαρός άνθρωπος δε θα μπορούσε να πιστέψει ότι ο Κόλπος των Χοίρων διαλέχτηκε για την κύρια επίθεση.»

Αυτό που δεν ήξερε η CIA ήταν ότι η πάμπτωχη περιοχή Σαπάτα ήταν ένα μέρος όπου η Επανάσταση είχε δουλέψει περισσότερο από πουθενά αλλού στα δύο προηγούμενα χρόνια. Είχε φτιάξει 200 χιλιόμετρα λεωφόρων και αγροτικών δρόμων για να μεταφέρουν οι αγρότες το κάρβουνό τους στην αγορά. Το μέσο εισόδημα είχε αυξηθεί σημαντικά. Τον καιρό της εισβολής, υπήρχαν διακόσιοι νεαροί δάσκαλοι στα έλη κι αυτό ήταν μέρος της μεγάλης εκστρατείας να εξαλειφθεί ο αναλφαβητισμός στην Κούβα. Τριακόσια παιδιά των ντόπιων αγροτών σπούδαζαν στην Αβάνα, μαθαίνοντας ειδικότητες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν στα χωριά τους. Ο πληθυσμός γύρω από τον Κόλπο των Χοίρων ήταν στην ολότητά του υπέρ της Επανάστασης.

Στο μεταξύ, στις Ενωμένες Πολιτείες και τη Γουατεμάλα, ο αντεπαναστατικός συνασπισμός κατέρρεε. Ο πρόεδρός του Μιρό Καρντόνα, έγραψε ένα πολιτικό μανιφέστο που ο ειδικός βοηθός του Κένεντι, Άρθουρ Σλέσινγκερ, ο νεότερος, αποκάλεσε «τόσο μακρόσυρτο και χωρίς ιδέες που προκαλούσε αμφιβολίες για το είδος των ανθρώπων που είχαμε σκοπό να στείλουμε στην Κούβα… Το πρόγραμμα του Συμβουλίου ήταν πολύ ελκυστικό για ξένους επενδυτές, τραπεζίτες και πρώην ιδιοκτήτες περιουσιών, αλλά είχε να πει πολύ λίγα πράγματα στους εργάτες, τους αγρότες και τους Νέγρους». Λίγο πριν από την εισβολή, η CIA αντικατέστησε το Φρέντε Ρεβολουσιονάριο Ντεμοκράτικο (Επαναστατικό Δημοκρατικό Μέτωπο, σημ. του μετ.), που είχε διαιρεθεί απελπιστικά, με το «Κουβανικό Επαναστατικό Συμβούλιο», δηλαδή την προσωρινή κυβέρνηση που επρόκειτο να σταλεί αεροπορικώς στον Κόλπο των Χοίρων.

Ένα βαθύτερο ερώτημα ήταν, τι είδους κυβέρνηση μπορούσε να δημιουργηθεί από μια ομάδα εξόριστων που δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν μεταξύ τους, αλλά που έπρεπε να συγκολληθούν από μια από τις λιγότερο δημοκρατικές οργανώσεις στον κόσμο: τη CIA. Δεν μπορούσαν να προμηθευτούν τα δικά τους όπλα ή να καταστρώσουν το δικό τους σχέδιο. Μέχρι λίγες ώρες πριν αποβιβαστούν, δεν τους είπαν πού θα γινόταν η εισβολή. Μπορούσαν να σχηματίσουν ανεξάρτητη κυβέρνηση;

Στις 4 του Απρίλη 1961, ο πρόεδρος Κένεντι συναντήθηκε με τους κορυφαίους συμβούλους του για να εξετάσει το σχέδιο και να του δώσει την τελική σφραγίδα έγκρισης.

Την επόμενη μέρα, οι δυνάμεις εισβολής έφυγαν από το λιμάνι της Νικαράγουας, Πουέρτο Καμπέσας, για την Κούβα. Ο Νικαραγουανός δικτάτορας Σομόζα, με το πρόσωπο γεμάτο πούδρα, «ντυμένος σαν άρχοντας μουσικής κωμωδίας» και τριγυρισμένος από οπλοφόρους, πήγε να τους αποχαιρετήσει, «φέρτε μου κάνα δυο τρίχες από τα γένια του Κάστρο», τους είπε.

Ο στόλος αποτελούνταν από πέντε εμπορικά πλοία: το Χιούστον, το Ατλάντικ, το Ρίο Εσκοντίδο, το Καρίμπε και το Λέικ Τσαρλς. Οι 1.500 άνδρες ήταν οπλισμένοι με αποβατικά σκάφη, τεθωρακισμένα, πυροβόλα, αντιαρματικά όπλα και χιλιάδες αυτόματα όπλα.

Ο Φιντέλ είχε αρχίσει να κοιμάται τα απογεύματα και να μένει ξύπνιος τις νύχτες στο Γενικό Επιτελείο στην Αβάνα. Ήταν εκεί στις 6 πμ το Σάββατο, 15 του Απρίλη, «όταν ένα αεροπλάνο Β-26 πέταξε χαμηλά, και σχεδόν αμέσως, λίγες στιγμές αργότερα, νιώσαμε την έκρηξη των βομβών και τα αντιαεροπορικά πυρά».

«Αυτό είναι», είπε ο Φιντέλ, σ’ εκείνους που βρίσκονταν στην αίθουσα. «Αυτή είναι η επίθεση».

Εννιά αεροπλάνα της CΙA είχαν απογειωθεί εκείνο το πρωί από το Πουέρτο Καμπέσας: οχτώ για την Κούβα κι ένα κατευθείαν για το Μαϊάμι. Η αποστολή των οκτώ αεροπλάνων ήταν να συντρίψουν την κουβανική αεροπορία, πριν μπορέσει να απογειωθεί από το έδαφος. Κάθε αεροπλάνο έφερε απομίμηση των εμβλημάτων της κουβανικής αεροπορίας.

Ο ένας πιλότος που κατευθυνόταν προς το Μαϊάμι, έπρεπε να φτάσει εκεί λίγο μετά από τότε που τα άλλα αεροπλάνα θα βομβάρδιζαν την Κούβα. Έπρεπε να διαδώσει την ιστορία, ότι οι βόμβες είχαν ριχτεί από μέλη της κουβανικής αεροπορίας που αυτομόλησαν. Αυτό το κόλπο υποτίθεται ότι θα έπειθε τον κόσμο, πως ο Φιντέλ αντιμετώπιζε σοβαρή αναταραχή μέσα στις δικές του ένοπλες δυνάμεις, ενώ θα αποσπούσε την προσοχή από την ανάμιξη των Ενωμένων Πολιτειών.

Τα οκτώ βομβαρδιστικά επιτέθηκαν σε τρεις κουβανικές βάσεις. Οι πιλότοι ανέφεραν στη CIA ότι είχαν καταστρέψει από 26 ως 30 αεροπλάνα. Αν αυτή η αναφορά ήταν αληθινή, αυτό πράγματι θα σήμαινε το τέλος της κουβανικής αεροπορίας — που η CIA υπολόγιζε σε 29 αεροπλάνα. Αλλά η αναφορά τους αποδείχτηκε φανταστική. Η κουβανική αεροπορία έχασε στην πραγματικότητα μόνο δυο μαχητικά αεροπλάνα.

Δεν χρειάστηκε πολύ για να ξεσκεπαστεί η ιστορία που διηγήθηκε στον τύπο ο πιλότος της CIA που πέταξε κατευθείαν στο Μαϊάμι. Ένας έξυπνος δημοσιογράφος πήγε αρκετά κοντά στο αεροπλάνο του και παρατήρησε ότι σκόνη και λάδια κάλυπταν τις πόρτες ρίψης βομβών και ότι τα στόμια των πολυβόλων ήταν κλεισμένα με ταινία. Εκείνο το αεροπλάνο προφανώς δεν είχε πάρει μέρος σε καμιά επίθεση.

Είτε πίστευε την ιστορία του πιλότου είτε όχι, ο αντιπρόσωπος των Ενωμένων Πολιτειών στα Ενωμένα Έθνη, Αντλάι Στίβενσον, προσπάθησε απεγνωσμένα να πείσει τον κόσμο ότι ήταν αληθινή.

«Οι Ενωμένες Πολιτείες δεν διέπραξαν καμιά πράξη βίας εναντίον της Κούβας», είπε ο Στίβενσον στα Ενωμένα Έθνη. «Ούτε εξαπέλυσαν καμιά επίθεση,είτε από τη Φλόριντα, είτε από οποιοδήποτε μέρος της χώρας…»

Η μέρα μετά την επίθεση ήταν Κυριακή. Τα σώματα των σκοτωμένων Κουβανών μεταφέρονταν σε μια θλιβερή πομπή που είχε μήκος τριάντα οικοδομικά τετράγωνα, μέσα από τους δρόμους της Αβάνας. Δέκα χιλιάδες άντρες και γυναίκες, οι περισσότεροι απ’ αυτούς οπλισμένοι, συγκεντρώθηκαν στο νεκροταφείο.

Ο Φιντέλ τους θύμισε την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ από τους Γιαπωνέζους, «ένα γεγονός που έγινε σύμβολο προδοσίας». Και όμως, είπε, η ιαπωνική κυβέρνηση παραδέχτηκε τη συμμετοχή της, αντίθετα με τις Ενωμένες Πολιτείες, που προσπάθησαν να εξαπατήσουν ολόκληρο τον κόσμο.

ΦΙΝΤΕΛ: «Οι ιμπεριαλιστές σχεδιάζουν το έγκλημα, οργανώνουν το έγκλημα, προμηθεύουν στους εγκληματίες τα όπλα για το έγκλημα, πληρώνουν τους εγκληματίες, και ύστερα αυτοί οι εγκληματίες έρχονται εδώ και δολοφονούν τους γιους εφτά τίμιων εργατών, και μετά προσγειώνονται στις ΗΠΑ, και παρ’ όλο που ολόκληρος ο κόσμος γνωρίζει τις πράξεις τους, δηλώνουν απλώς ότι ήταν Κουβανοί πιλότοι, σκαρώνουν μια γελοία ιστορία και την εκπέμπουν απ’ το ραδιόφωνο σ’ ολόκληρο τον κόσμο!».

Λίγα λεπτά αργότερα, η Κουβανική Επανάσταση έκανε ένα εννοιολογικό άλμα προς τα μπρος:

«Γιατί το κάνουν αυτό; Δεν μπορούν να μας συγχωρήσουν που είμαστε εδώ, ακριβώς κάτω από τη μύτη τους, βλέποντας πως κάναμε μια επανάσταση, μια σοσιαλιστική επανάσταση ακριβώς, εδώ κάτω από τη μύτη των Ενωμένων Πολιτειών!».

Όσο μακριά μπορούσε να δει το μάτι, υψώνονταν όπλα, τα όπλα της εθνοφρουράς, μια μεταλλική θάλασσα που κυμάτιζε σ όλο το νεκροταφείο και πέρα στους δρόμους.

Ομιλία του Φιντέλ Κάστρο στην Πλατεία της Επανάστασης στις 16 Απρίλη, μία μέρα μετά την εισβολή των ΗΠΑ

Ο λαός φώναζε: «Βενσερέμος! Βενσερέμος! («θα νικήσουμε! θα νικήσουμε!»)

Τίνος χέρια είναι αυτά που υψώνουν τα όπλα; Είναι τα χέρια των πλουσίων;»

«Όχι!»

«Σύντροφοι, εργάτες και αγρότες, αυτή είναι μια σοσιαλιστική και δημοκρατική επανάσταση των φτωχών και των στερημένων. Και για αυτή την Επανάσταση των φτωχών, από τους φτωχούς και για τους φτωχούς, είμαστε έτοιμοι να δώσουμε τη ζωή μας!»

Οι φωνές καταλάγιασαν. Άρχισαν να τραγουδούν τον κουβανικό εθνικό ύμνο. Η τελευταία ανακοίνωση έλεγε στους εθνοφρουρούς να πάνε στα διοικητήρια των ταγμάτων τους. «Ετοιμαστείτε για να αντιμετωπίσετε τον εχθρό…»

Η ομιλία του Φιντέλ ήταν η πρώτη ανακοίνωση ότι η Κουβανική Επανάσταση ήταν σοσιαλιστική. «Υπήρχαν μερικοί», είπε ο Φιντέλ αργότερα, «που απορούσαν γιατί ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης ανακοινώθηκε τότε; Αλλά όταν έρχεται η επίθεση, τότε είναι που τα λάβαρα πρέπει να υψωθούν ψηλότερα από ποτέ πριν».

Έτσι, κάθε Κουβανός που πολέμησε την εισβολή ήξερε ακριβώς γιατί πολεμούσε.

Δεύτερα, 17 του Απρίλη: Ο Φιντέλ είχε ξαπλώσει το βράδυ μετά την κηδεία για να κοιμηθεί λίγο, αλλά τον ξύπνησαν στις 3.15 τη Δευτέρα το πρωί και του είπαν ότι γινόταν μάχη στην Πλάγια Χιρόν και στην Πλάγια Λάργκα, στην άκρη των ελών Σαπάτα.

Η περιοχή γύρω από τον Κόλπο των Χοίρων είναι ουσιαστικά νησί. Στη μία πλευρά, είναι ο κόλπος και η θάλασσα, και στην άλλη είναι ένα αδιάβατο έλος, το οποίο διαπερνούν δύο μεγάλοι δρόμοι προσπέλασης. Από αμυντική σκοπιά, ήταν τέλεια για τους εισβολείς. Μόλις την κυρίευαν, θα δέχονταν εφόδια με πλοία και αεροπλάνα. Οι επαναστατικές δυνάμεις έπρεπε να επιτεθούν, προχωρώντας κατά μήκος των δύο αυτοκινητόδρομων που περνούσαν μέσα από τα έλη, και έτσι θα ήταν τελείως εκτεθειμένες. Μόνο οι δύο αυτοκινητόδρομοι ήταν διαβατοί.

Τη στιγμή της επίθεσης, η πλησιέστερη επαναστατική δύναμη ήταν το 339 Τάγμα από το Σιενφουέγκος, που ήταν σταθμευμένο στο εργοστάσιο ζάχαρης Αουστράλια προς βορρά, και διάφορες διμοιρίες ένοπλων εργατών κάρβουνου μέσα στην περιοχή. Ο Φιντέλ διέταξε το 339 Τάγμα να προχωρήσει αμέσως από το δρόμο προς την Πλάγια Λάργκα. Την αυγή είχαν αρχίσει τη μάχη με τις προκεχωρημένες μονάδες της δύναμης εισβολής.

Λίγο μετά την αυγή, οι εισβολείς έριξαν αλεξιπτωτιστές πίσω από το 339 Τάγμα που πολεμούσε στην παραλία, αποκόπτοντας αυτό και μερικές μικρότερες μονάδες από τα όπισθεν. Μια άλλη ομάδα αλεξιπτωτιστών κατέλαβε το δρόμο προς την Κοβαδόνγκα.

Οι επαναστατικές δυνάμεις έπρεπε πάση θυσία να περάσουν μέσα από το έλος για να φτάσουν στην παραλία και να εμποδίσουν τους εισβολείς να αποκλείσουν εκείνη την περιοχή που μπορούσαν να την υπερασπίσουν εύκολα.

Όταν προσγειώθηκαν οι αλεξιπτωτιστές, ο Φιντέλ διέταξε ένα τάγμα αντρών που φοιτούσαν στη σχολή διοικητών της εθνοφρουράς στο Ματάνσας, να κινηθεί προς το εργοστάσιο ζάχαρης Αουστράλια και από εκεί να πάρει το δρόμο και να περάσει μέσα από το έλος για να συνδεθεί με το παγιδευμένο Τάγμα 339 στο Παλπίτε.

Το τάγμα των διοικητών της εθνοφρουράς, υπό τη διοίκηση του ταγματάρχη Χοσέ Φερνάντες Αλβάρες (σήμερα μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας), έφτασε στο εργοστάσιο γύρω της 7 πμ. Εφτακόσιοι περίπου αγρότες από το Σαπάτα είχαν φτάσει εκεί και ζητούσαν όπλα για να πολεμήσουν τους εισβολείς. Ο ταγματάρχης Φερνάντες δεν είχε επιπρόσθετα όπλα για να τους δώσει.

Ο διευθυντής του εργοστασίου ζάχαρης του είπε ότι εχθρικά αεροπλάνα, που έφεραν τα εμβλήματα της κουβανικής αεροπορίας, βομβάρδισαν την περιοχή. Στη διάρκεια της επόμενης μέρας, πολλοί Κουβανοί πέθαναν, όταν σηκώθηκαν ορθοί και κουνούσαν τα χέρια τους στον αέρα για να καλωσορίσουν αυτά που νόμιζαν πως ήταν δικά τους αεροπλάνα, με αποτέλεσμα να πολυβοληθούν στους χωματόδρομους του έλους.

Ο Φιντέλ έφτασε το μεσημέρι στο εργοστάσιο ζάχαρης Αουστράλια. Τη στιγμή εκείνη ο δρόμος από το εργοστάσιο ως την Πλάγια Λάργκα, ήταν κόλαση. Τα επιτιθέμενα αεροπλάνα Β-26 περνούσαν από πάνω συνεχώς και πολυβολούσαν οτιδήποτε κινιόταν. Οι προελαύνουσες κουβανικές δυνάμεις δεν μπορούσαν να ελιχθούν στον στενό δρόμο. Αντίθετα απ’ όλους τους κανόνες του πολέμου, τα τεθωρακισμένα τους υποχρεώθηκαν να πλησιάσουν τον εχθρό σε φάλαγγα το ένα πίσω από το άλλο πάνω σ’ ένα δρόμο χωρίς δέντρα.

Στο Παλπίτε, το τάγμα υπό τη διοίκηση του Αλβάρες, χωρίστηκε στα δύο. Το μισό ακολούθησε το δρόμο προς το Σοπιγιάρ, όπου ενώθηκαν με εξήντα εθνοφρουρούς από το Τάγμα 339 και δέκα χωρικούς με παλιά κυνηγετικά όπλα που είχαν μείνει να υπερασπιστούν τη γη που τους δόθηκε με την αγροτική μεταρρύθμιση. Το υπόλοιπο τάγμα συνέχισε προς την Πλάγια Λάργκα και την ακτή.

Όχι μακριά από εκεί, τα έξι αεροπλάνα της κουβανικής αεροπορίας που μπορούσαν να πετάξουν καλά, μετέφεραν τον πόλεμο στα πλοία των εισβολέων. Οι πρώτοι που ανακάλυψαν ότι τα κουβανικά αεροπλάνα δεν είχαν καταστραφεί όπως αναφέρθηκε στη CIA, ήταν εκείνοι που βρίσκονταν στα αποβατικά σκάφη. Πάνω στο πλοίο Χιούστον, ο «Ριπ», ένας Αμερικανός πρώην πεζοναύτης και προσωπικός φίλος του νικαραγουανού δικτάτορα Σομόζα, φώναζε στα μέλη του Πέμπτου Τάγματος των εισβολέων που έδειχναν απροθυμία να βγουν από το πλοίο.

Δικός σας πόλεμος είναι, καθάρματα! βγείτε έξω!», ούρλιαζε, όταν επιτέθηκε ένα κουβανικό αεροπλάνο Β-26. Στις 9 πμ μια ρουκέτα βύθισε το Χιούστον. Όσοι από το Πέμπτο Τάγμα κατόρθωσαν να φτάσουν στην παραλία, μαζεύτηκαν κάτω από τα δέντρα και περίμεναν διαταγές. Δεν πολέμησαν καθόλου.

Σχεδόν ταυτόχρονα, ένα κουβανικό αεροπλάνο τύπου Σι Φιούρι, με εφόρμηση πίσω από τον ήλιο, χτύπησε το Ρίο Εσκοντίδο που μετέφερε όλα τα εφόδια για τις πρώτες δέκα μέρες της εκστρατείας. Λιγότερο από 10% των πυρομαχικών της εισβολής είχαν ξεφορτωθεί στη στεριά.

Τα άλλα πλοία σκορπίστηκαν στη θάλασσα. Καταδιωκόμενα για πολλά μίλια από τα αεροπλάνα της κουβανικής αεροπορίας, δεν γύρισαν πίσω ποτέ.

Στο ανατολικό μέτωπο η κατάσταση δεν ήταν καλή για τις επαναστατικές δυνάμεις. Οι εισβολείς απείχαν λιγότερο από ενάμισι χιλιόμετρο από το εργοστάσιο ζάχαρης Κοβαδόνγκα, που το υπεράσπιζαν έντεκα εθνοφρουροί που είχαν διαταχθεί να αντισταθούν με κάθε θυσία.

Αλλά καθώς έπεφτε το σκοτάδι τη Δευτέρα το βράδυ, η κουβανική εθνοφρουρά είχε καταλάβει το Σοπιγιάρ, εξασφαλίζοντας έτσι ένα σταθερό προγεφύρωμα μέσα στο έλος. Η μικρή κουβανική αεροπορία είχε βυθίσει δύο από τα πέντε πλοία των εισβολέων και είχε καταρρίψει πέντε αεροπλάνα τους.

Τρίτη, 18 του Απρίλη: Στις έξι το πρωί έφτασε η είδηση ότι ο εχθρός υποχωρούσε προς το Χιρόν. Αυτό ήταν το σημείο καμπής της εισβολής.

Στην Όπα Λόκα της Φλόριντα, η κουβανική «ηγεσία» της εισβολής βρισκόταν σ’ αυτό που ο πράκτορας της CIA Χάουαρντ Χαντ αποκάλεσε «εθελοντική απομόνωση» σ’ ένα στρατώνα. Μόνο ο αξιωματούχος της ΓΙΑ που ήταν μαζί τους είχε το δικαίωμα να έρχεται σ’ επαφή με τον έξω κόσμο.

Τη Δευτέρα το βράδυ οι γραμμένες από τη CIA ανακοινώσεις προς τον τύπο είχαν αλλάξει και έλεγαν ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπήρξε καμιά εισβολή, αλλά ήταν απλώς μια «τακτική αποβίβασης εφοδίων». Οι μάχες που αναφέρονταν ήταν «εσωτερικό» ζήτημα. Εισβολή; Ποια εισβολή;

«Στην Αίθουσα Πολεμικών Επιχειρήσεων», θυμάται ο Χάουαρντ Χαντ, (υπήρχε μια ατμόσφαιρα πικρής απελπισίας».

Στον Κόλπο των Χοίρων η μάχη έγερνε άγρια προς το τέλος της. Στο βόρειο μέτωπο τα επαναστατικά στρατεύματα σταθεροποίησαν τη θέση τους στην Πλάγια Λάργκα, και στις δύο το απόγευμα άρχισαν να κινούνται πάνω στον αυτοκινητόδρομο προς την Πλάγια Χιρόν, κυνηγώντας τους εισβολείς που υποχωρούσαν. Προχωρούσαν αργά, δεχόμενοι επίθεση από αμερικανικά αεριωθούμενα τύπου Σέιμπρ, που προκάλεσαν πολλές απώλειες.

Στις τρεις η ώρα, ο ταγματάρχης Πέντρο Μιρέτ, βετεράνος του επαναστατικού πολέμου, έφτασε με τεθωρακισμένα και βαρύ πυροβολικό στο εργοστάσιο ζάχαρης Κοβαδόνγκα.

«Σε όλο το μήκος του δρόμου», είπε, «παρατηρούσαμε με κατάπληξη την ηρεμία με την οποία ο λαός της Κούβας είχε δεχτεί την είδηση, της προετοιμασίας που γίνονταν για να αποκρουστεί η επίθεση σε κάθε μέρος και με κάθε τρόπο, το πώς όλοι οι εργάτες παρέμειναν στη δουλειά τους με το όπλο τους στο πλευρό, και πώς το εργοστάσιο ζάχαρης Κοβαδόνγκα, παρά το γεγονός ότι ήταν τόσο κοντά στον εχθρό, λειτουργούσε κανονικά».

Η υπόλοιπη μέρα πέρασε ανιχνεύοντας τον εχθρό, προχωρώντας προσεκτικά προς την Πλάγια Χιρόν από βορρά και προς το Σαν Μπλας από ανατολικά.

Τετάρτη 19 του Απρίλη: Οι εισβολείς εγκατέλειψαν το Σαν Μπλας στις οκτώ το πρωί, κάτω από φράγμα πυρός του πυροβολικού των επαναστατικών δυνάμεων. Ο Φιντέλ, που κινούνταν προς το νότο με τα στρατεύματα του ταγματάρχη Φερνάντες, συνάντησε τους άντρες του Πέντρο Μιρέτ στη διασταύρωση του δρόμου Κάγιο Ραμόνα. Οι ενωμένες δυνάμεις προχώρησαν προς την Πλάγια Χιρόν.

Στις πέντε και μισή το απόγευμα, μπήκαν στην Πλάγια Χιρόν σχεδόν χωρίς να ρίξουν ούτε ένα πυροβολισμό και τη βρήκαν σχεδόν εγκαταλειμμένη. Τεθωρακισμένα, πυροβολικό, εκτοξευτήρες ρουκετών και κιβώτια πυρομαχικών ήταν ακόμα στη θέση που τα είχε εγκαταλείψει ο στρατός που υποχωρούσε.

Νωρίτερα το απόγευμα, δυο αντιτορπιλικά του αμερικανικού ναυτικού θεάθηκαν να κινούνται γρήγορα προς την παραλία Χιρόν. Νομίζοντας πως ήταν ναυτική επίθεση, ο Φιντέλ σταμάτησε το στρατό του. Δεν ήταν επίθεση. Απλώς, τα αντιτορπιλικά απαντούσαν σε μια κλήση να διασώσουν τους επιζήσαντες. Μερικοί εισβολείς είχαν αρπάξει ψαρόβαρκες και λαστιχένιες σχεδίες και κωπηλατούσαν στ’ ανοιχτά για να συναντήσουν τα πλοία. Άλλοι, στην παραλία, οργισμένοι και νιώθοντας προδομένοι, πυροβολούσαν τους δικούς τους ανθρώπους στις βάρκες.

Ηττημένοι άντρες έτρεχαν προς τα έλη και τα δάση της ενδοχώρας, ο καθένας για τον εαυτό του. Η εισβολή διήρκεσε 72 ώρες.

Εισβολείς στον Κόλπο των Χοίρων, που πιάστηκαν αιχμάλωτοι από κουβανικά στρατεύματα.

Έγινε μια εξαντλητική έρευνα για να διαπιστωθεί ποιοι ήταν οι αιχμάλωτοι εισβολείς. Οι Κουβανοί ανακάλυψαν ότι η μεγάλη μάζα από τους 1.197 αιχμάλωτους στρατιώτες, αποτελούνταν από τους εξής:

100 ιδιοκτήτες φυτειών, 67 εκμισθωτές διαμερισμάτων, 24 ιδιοκτήτες μεγάλων περιουσιών, 112 μεγάλοι επιχειρηματίες, 194 πρώην στρατιώτες του Μπατίστα (ανάμεσα στους οποίους 14 που καταζητούνταν για δολοφονίες και βασανιστήρια στη διάρκεια του επαναστατικού πολέμου), 179 «αργόσχολοι πλούσιοι», 35 μεγιστάνες της βιομηχανίας.

Συνολικά κατείχαν άλλοτε: 3.670.000 στρέμματα γης, 9.666 σπίτια και πολυκατοικίες, 70 εργοστάσια, 10 εργοστάσια ζάχαρης, 3 τράπεζες, 5 ορυχεία, 12 νυχτερινά κέντρα και μπαρ.

Μισθοφόροι αιχμάλωτοι στην Κούβα

Οι κατηγορίες, διαφωνίες και αντεγκλήσεις, μαίνονταν στην Ουάσιγκτον. Όλες οι εκ των υστέρων εξηγήσεις για το τι πήγε στραβά, περιορίζονταν από την ίδια νοοτροπία που είχε δημιουργήσει το πρόβλημα στην αρχή: μια νοοτροπία που έβλεπε τον κόσμο από την άποψη «ικανοτήτων», υπολογισμών, δωροδοκιών, εμπορευμάτων, αντικομμουνισμού και κτηνώδους βίας. Το φανταστικό σχέδιο να κατακτηθεί η Κούβα, ήταν προϊόν ενός μεγάλου έθνους που προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει μιαν αυτοκρατορική δύναμη που δεν είχε πια.

Οι Κουβανοί το αποκαλούν, «Η πρώτη ήττα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην αμερικανική ήπειρο».

Ήταν επίσης ένα αποφασιστικό σημείο καμπής στην ιστορία του δυτικού ημισφαιρίου. Όπως είπε αργότερα ο Ραούλ Κάστρο: «Η μάχη του Χιρόν σταθεροποίησε την παρουσία του σοσιαλισμού στη Λατινική Αμερική». Το να ξέρει κανείς γιατί πεθαίνει, δε δίνεται σε όλους. Αλλά κάθε άντρας και γυναίκα που πέθανε προασπίζοντας την Κούβα στον Κόλπο των Χοίρων, ήξερε ακριβώς γιατί. Η Επανάσταση τους το είχε δώσει αυτό.

Ετικέτες:

Δείτε ακόμα...