Από το 1946, που πρωτοεμφανίστηκαν οι πρώτες γυναίκες στις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις, ως νοσηλεύτριες τότε, στη συνέχεια το 1979 ως εθελόντριες, το 1991, οπότε και εισήλθαν οι πρώτες γυναίκες στις παραγωγικές σχολές αξιωματικών και εν συνεχεία στις σχολές υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, έως και τις μέρες μας με την εισαγωγή γυναικών στο στράτευμα ως Επαγγελματιών Οπλιτών (ΕΠΟΠ), η γυναίκα στρατιωτικός αντιμετωπίζει προβλήματα που διαχρονικά οι αστικές κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν και δεν μπορούν να επιλύσουν. Δεν θέλουν και δεν μπορούν. Αν και παρουσίασαν/διαχειρίστηκαν την εισαγωγή των γυναικών στις Ενοπλες Δυνάμεις ως ένα βήμα εμπρός, υπό δημοκρατικό/εκσυγχρονιστικό μανδύα και υπό το πρίσμα της ισότητας, εντούτοις παραμέλησαν σκοπίμως να αναγνωρίσουν τη διαφορετικότητα της ανθρώπινης φύσης της γυναίκας, καταπατώντας βασικά ανθρώπινα δικαιώματά της, που από τη φύση της και μόνο εδικαιούτο να έχει. Ισα καθήκοντα, ίσες υποχρεώσεις. Αυτό διατείνονται οι αστικές κυβερνήσεις για να υπεραμυνθούν της ισότητας ανδρών και γυναικών στρατιωτικών. Ετσι είναι όμως στην πραγματικότητα; Οχι, δεν είναι έτσι.
Ενώ θα περίμενε κανείς ότι η ισότητα θα λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής ισχύος και θα επιφέρει μια ομαλότητα, βλέπουμε ακόμη και σήμερα πως η αντιμετώπιση των γυναικών στρατιωτικών διακατέχεται πολλές φορές από στοιχεία αντίστασης ή προκαταλήψεων. Η στρατιωτική κουλτούρα περιλαμβάνει αστικές στερεότυπες αντιλήψεις όσον αφορά τον ρόλο των γυναικών και καταδικάζει την αδυναμία της φυσικής τους κατάστασης έναντι αυτής των αντρών, με αποτέλεσμα στο τέλος την απαξίωσή τους.
Τι έφερε την Ελληνίδα στις Ενοπλες Δυνάμεις; Πέρα από την (ψευδ)αίσθηση ότι με την κατάληψη ενός κατεξοχήν ανδροκρατούμενου και αυστηρώς πειθαρχημένου εργασιακού χώρου επέρχεται ισότητα, πέρα από την επιθυμία της για προσφορά στην πατρίδα και την αγάπη σε αυτήν, δύο είναι οι βασικότεροι λόγοι που οδηγούν ολοένα και περισσότερες νέες γυναίκες να σταδιοδρομήσουν στις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις: Η επαγγελματική εξασφάλιση και η οικονομική σταθερότητα.
Η ανεργία και η ακρίβεια που πλήττει τις λαϊκές οικογένειες στρέφουν ολοένα και περισσότερες νέες Ελληνίδες (όπως άλλωστε και νέους) στην εξασφάλιση μιας μόνιμης εργασίας και ενός μόνιμου μισθού. Αυτού που ολοένα και περισσότερο ακούγεται στις μέρες μας: «Μισθός βρέξει – χιονίσει». Ο εργασιακός χάρτης του ελληνικού αστικού κράτους, με τα αστικά κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) που διαχειρίζονται, εναλλάξ ή ως συγκυβερνήσεις, την εξουσία του και υπό ένα αυστηρό pressing της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του κεφαλαίου, θέλει χαμηλούς μισθούς, 3ωρη/4ωρη εργασία, ανασφάλιστη, εργασία με λίγα ή ανύπαρκτα δικαιώματα, πτυχία χωρίς αντίκρισμα, σπουδές χωρίς μέλλον και στο τέλος ανεργία. Ετσι οι Ενοπλες Δυνάμεις παραμένουν όντως ένας εργασιακός χώρος του Δημοσίου που εξασφαλίζει σταθερή εργασία και σταθερό εισόδημα, ακόμη και για τις γυναίκες.
Ωστόσο, η γυναίκα στρατιωτικός, αν και στην αρχή (ως νέα στην ηλικία) είναι ικανοποιημένη γιατί εξασφάλισε σταθερή δουλειά και σταθερό εισόδημα, στην πορεία του στρατιωτικού εργασιακού της βίου και όσο μεγαλώνει ηλικιακά, οπότε και αυξάνονται οι εξωυπηρεσιακές υποχρεώσεις της, διαπιστώνει ότι τελικώς η ζωή δεν ήταν έτσι όπως την ονειρεύτηκε και της έταξαν. Η υπηρεσιακή της ζωή δημιουργεί προβλήματα παρά τα επιλύει και η απόσταση τελικά ανάμεσα στο «γυναίκα στρατιωτικός» και στο «σύζυγος, οικογενειάρχης και μητέρα» είναι τόσο μεγάλη που οδηγεί σε ανασφάλεια και σε απόγνωση, που οι αστικές κυβερνήσεις δεν λένε να αποσοβήσουν και να βοηθήσουν.Ενα από τα σημαντικότερα προβλήματα στα οποία έρχεται αντιμέτωπη η γυναίκα στρατιωτικός, είναι ο πολυδιάστατος ρόλος της ως συζύγου και μητέρας. Και αυτό γιατί οι Ενοπλες Δυνάμεις έχουν γενικά μεγάλες απαιτήσεις από τα στελέχη τους, τα οποία καθημερινά έρχονται σε αδιέξοδο προσπαθώντας να ισορροπήσουν τις ανάγκες της πολιτικής τους ζωής με την πιστή εφαρμογή των διαταγών – στρατιωτικών κανονισμών. Σε αυτές τις απαιτήσεις δεν γίνεται καμία εξαίρεση στο γυναικείο προσωπικό, πολλάκις δε παρατηρείται ότι οι αστικές κυβερνήσεις κρίνουν και γίνονται τιμωροί αντί αρωγοί σε θέματα που αφορούν τις μητέρες στρατιωτικούς.
Η μέριμνα για τη γυναίκα – μητέρα στις Ενοπλες Δυνάμεις είναι ένας ρόλος που έχει προκλήσεις και που οι αστικές κυβερνήσεις δεν θέλουν να παίξουν. Μπορεί όμως να γίνει διαχειρίσιμος με κατάλληλη οργάνωση και υποστήριξη. Το γεγονός πως η διοικητική μέριμνα λαμβάνει χώρα κατά το δοκούν και σήμερα πάντα υπό αυστηρά δημοσιονομικά κριτήρια, έχει ως αποτέλεσμα συχνά περιστατικά απόγνωσης και περιθωριοποίησης του γυναικείου προσωπικού.
Μια αναπάντεχη και απρόσμενη μετάθεση της γυναίκας στρατιωτικού, αναγκαστικό φαινόμενο ειδικά στις υπηρετούσες στον Στρατό Ξηράς, προκαλεί προβλήματα στην οικογένεια (τόσο στα παιδιά όσο και στον σύζυγο, που εξαιτίας πιθανώς επαγγελματικών υποχρεώσεών του δεν μπορεί να ακολουθήσει στη μετάθεση), με αποτέλεσμα την γκρίνια μεταξύ του ζεύγους και εντέλει τη διάσπαση και τη δημιουργία και ψυχολογικών προβλημάτων, ιδίως στα μικρά παιδιά. Οι αστικές κυβερνήσεις στο πρόβλημα αυτό διαχρονικά σηκώνουν τα χέρια ψηλά. Ακόμη και το πιο απλό πράγμα, η μετακίνηση των ανήλικων παιδιών μιας μονογονέα γυναίκας στρατιωτικού προς τις σχολικές μονάδες τους τα πρωινά είναι βουνό για τη μητέρα στρατιωτικό που εργάζεται υπό αυστηρό και απαιτητικό πλαίσιο εργασίας, αφού οι αστικές κυβερνήσεις διαχρονικά δεν έχουν νομοθετήσει κάτι σχετικά. Ούτε έχουν λάβει κάποια μέριμνα. Ανύπαρκτη η μέριμνα, με το πρόβλημα να μετακυλίεται αυτούσιο στη μητέρα στρατιωτικό που πρέπει να στύψει το μυαλό της να βρει λύση και στο τέλος τέλος να βρίσκεται και αντιμέτωπη με το αυστηρό πειθαρχικό ή/και ποινικό έλεγχο.
Τα ανήλικα παιδιά που βρίσκονται σε βρεφική, νηπιακή ηλικία ή ακόμη και στην ηλικία των τάξεων του δημοτικού σχολείου, συχνά βρίσκονται μόνα τους σε ένα σπίτι όπου λείπει η μητέρα (στρατιωτικός) για μέρες ή ακόμη και για μήνες (ιδίως για τις υπηρετούσες σε πολεμικά πλοία). Η μέριμνα της πολιτείας ανύπαρκτη για να ισορροπήσει την απώλεια της μητρικής στοργής.
Η (μονογονέας) γυναίκα στρατιωτικός αναγκάζεται να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη ώστε να προσλάβει κατάλληλο πρόσωπο προκειμένου να φροντίσει το/τα ανήλικο/α τέκνο/α της όλη την περίοδο απουσίας από το σπίτι. Θα μπορούσε η πολιτεία να κάνει κάτι; Βεβαίως και θα μπορούσε. Θα μπορούσε να έχει κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό ή και δομές όπου τα παιδιά των (μονογονέων) γυναικών στρατιωτικών να μπορούν να περνούν και να αναπληρώνουν τον χρόνο απουσίας της μητέρας τους.
Οι νέες μητέρες στρατιωτικοί κατά τον χρόνο του θηλασμού τους βρίσκονται αντιμέτωπες με ανύπαρκτες δομές εντός των στρατοπέδων, παρά το γεγονός ότι νομοθετικές διατάξεις, αν και ελάχιστες, ρυθμίζουν θέματα θηλασμού. Ανύπαρκτη μέριμνα.Τελικά, στο τέλος της μέρας, η γυναίκα (μητέρα) στρατιωτικός πηγαίνοντας στο ταμείο βλέπει ότι είναι μείον. Υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν. Ονειρα που δεν εκπληρώθηκαν. Μια ζωή που φάνταζε στρωμένη με ροδοπέταλα. Μια πολιτεία που ηχηρά φώναζε «μην με ενοχλείς». Μια λέξη, «μέριμνα», που για τις αστικές κυβερνήσεις σημαίνει κόστος. Ενα όφελος που ποτέ δεν ήρθε.
Ωστόσο, μέρα με τη μέρα, χρόνο με τον χρόνο, η γυναίκα στρατιωτικός συνειδητοποιεί ολοένα και περισσότερο ότι τίποτα δεν μπορεί να κερδίσει εάν δεν αγωνιστεί. Εάν δεν διεκδικήσει οργανωμένα και συλλογικά, μέσα από το σωματείο της. Τίποτα δεν έχει να χωρίσει από τους άντρες συναδέλφους της. Κοινά τα προβλήματα. Κοινοί οι αγώνες. Κοινές οι διεκδικήσεις. Νίκες για τις γυναίκες, σημαίνει νίκες και για τους άντρες. Νίκες για τους άντρες, σημαίνει νίκες και για τις γυναίκες.
Γυναίκα υπαξιωματικός του Στρατού Ξηράς
(Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τη στήλη “Για τους ένστολους” του Ριζοσπάστη 21-22/10