Κώστας Γκόντζος – Αναμνήσεις από τη Στρατιωτική μου Θητεία

  • Καλημέρα κύριε Διοικητά
  • Καλημέρα υπασπιστή. Πώς περάσατε τη νύχτα;
  • Ήσυχα. Αν εξαιρέσουμε την υγρασία…
  • Προχωράμε στο χειμώνα! Ποιον έχουμε σήμερα;
  • Στρατιώτης Κώστα Γκόντζος, κύριε Διοικητά.
  • Κάτι μου λέει αυτό το όνομα.
  • Πολλά σας λέει!
  • Δηλαδή;
  • Πρώτον μαθηματικός.
  • Ωραία. Καλό αυτό.
  • Δεύτερον δημοσιογράφος.
  • Κανένα πρόβλημα.
  • Τρίτον πρώην εκδότης εφημερίδας.
  • Τι πρόβλημα μπορεί να έχω με αυτά;
  • Πιείτε μια γουλιά καφέ κύριε Διοικητά! Σας παρακαλώ!
  • Να πιώ! Συνέχισε!
  • Με τις υγείες σας. Εξέδιδε την εφημερίδα DERBY! Ξέρετε…
  • Ξέρω! Μα τι γίνεται; Συστημένους μου τους στέλνουν;
  • Να τον φωνάξω;
  • Φώναξέ τον!

Η πόρτα κλείνει και η γνωστή φωνή «ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΟΝΤΖΟΣ» δονεί το κτίριο!

Σε ελάχιστο χρόνο, χτυπά η πόρτα.

  • Εμπρός!
  • Στρατιώτης Κώστας Γκόντζος! Διατάξτε κύριε Διοικητά!
  • Καλώς ήρθες! Εγκαταστάθηκες στη Μονάδα; Προσαρμόστηκες;
  • Μάλιστα κύριε Διοικητά!
  • Μα πες μου σε παρακαλώ! Είναι δυνατόν; Μόνο ΑΕΚτζήδες και Παναθηναικούς θα μου φέρουν στη Μονάδα μου;
  • Χαχαχαχαχα! Κύριε Διοικητά μάθατε;
  • Τρέχουν τα νέα! Τέλος πάντων! Πάμε να τα πούμε λίγο;
  • Φυσικά!
  • Ας ξεκινήσουμε!

Το… λογότυπο

Μάρτης του 86, με δυο αλλαξιές ρούχα και ψιλονυσταγμένος από το ξενύχτι μετά την αποχαιρετιστήρια μάζωξη στου “Λευτέρη” στην Καισαριανή το προηγούμενο βράδυ, πήρα το λεωφορείο για την Κόρινθο όπου ήταν το Κέντρο που παρουσιάζομαι στο στρατό.

Ψιλοανάκατες οι σκέψεις.

Κάτι μεταξύ “τι να κάνουμε θα πρέπει να το κάνουμε κι αυτό να περνάει”, κάτι σαν στεναχώρια γιατί τώρα που θα πάω “εκεί” πάνε οι παρέες, πάνε τα ξενύχτια, πάει η καθημερινότητα με τους συντρόφους και όλα τα σχετικά, γενικά μια αίσθηση σαν…”πάνε όλα”.

Και ταυτόχρονα η έγνοια, η αγωνία.

Θα τα “καταφέρω”;

Θα είμαι όπως πρέπει και όπως αρμόζει σε ότι έλεγα και έκανα μέχρι τώρα ή θα γίνω ρεζίλι και θα κοιτάξω να την “σκαπουλάρω” να την βγάλω όσο γίνεται πιο… μαλακά;

Απ’ την άλλη σκεφτόμουν το… άγνωστο.

Εντάξει, είχαμε ακούσει ιστορίες για τον στρατό, ξέραμε λίγο πολύ “τι παίζει”, ήμασταν και “στα πράγματα” υποτίθεται, άλλωστε δεν ήμουν και πιτσιρικάς είχα πατήσει τα 26 εκείνο τον καιρό, αλλά όσο νάναι πάντα λες “τι θα βρω και τι θα συναντήσω”.

Βλέπετε ήταν και το… άλλο.

Είχε αρχίσει ο… εκδημοκρατισμός του στρατού, όπως έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου που είχε αναβαπτισθεί με δεύτερη τετραετία στις εκλογές του 85.

Άλλη σκέψη πάλι κι αυτή.

Πώς να καταφέρεις να μην την… πατήσεις.

Να αξιοποιήσεις δηλαδή τα όποια βηματάκια εκδημοκρατισμού είχαν γίνει, αλλά να μην σε ρουφήξουν αυτά και… μείνεις εκεί.

Πολλές οι σκέψεις αλήθεια για μια τόσο… μικρή διαδρομή όσο το Αθήνα-Κόρινθος.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά έφτασα στην Πύλη.

Και μαζί και στην πρώτη… έγνοια.

Να φαίνεται ο “Ριζοσπάστης”.

Να τον βάλω με τέτοιο τρόπο στην τσάντα με τα ρούχα μου, ώστε να… εξέχει το λογότυπο.

Τελικά ήταν πιο απλό απ’ ότι το σκεφτόμουν.

Στα “Κέντρα” φαίνεται πως ο “εκδημοκρατισμός” έπρεπε να δείχνει ότι ήρθε, άλλωστε όλοι μας θα είχαμε μπόλικο καιρό για να τον… νιώσουμε στο πετσί μας αργότερα, δεν υπήρχε λόγος για… βιασύνες.

Κανονικά και με τον νόμο χωρίς πρόβλημα, όπως κανονικά και με τον νόμο χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα πέρασε και ο καιρός στην Κόρινθο μέχρι την ορκωμοσία.

Κάτι λίγα για τον “επάρατο κομμουνισμό που έφερε την καταστροφή στο Τσέρνομπιλ και έπρεπε να προσέχουμε τα λαχανικά και τις φράουλες” με αφορμή το τραγικό δυστύχημα που έγινε εκείνο τον καιρό και πάμε για άλλα, για την Θήβα δηλαδή όπου πήγαμε όσοι προκριθήκαμε για υπαξιωματικοί.

Ήρεμα πράγματα και στην Θήβα.

Κάτι πυρκαγιές στην Χαλκίδα, λίγο το Μουντιάλ του Μεξικού όπου είχαμε φτιάξει “εξέδρα” με τους “δικούς μας” υπέρ της ΕΣΣΔ  και σηκώσαμε το στρατόπεδο στο πόδι για την “σφαγή” στον αγώνα με το Βέλγιο 3-2, καθώς… μόνο έτσι μπορούσαν να μας σταματήσουν και αφού φυσικά… κόπηκα με συνοπτικές διαδικασίες από υπαξιωματικός και τέτοια, στο τρένο με το “φύλλο πορείας” για την Ξάνθη.

Ο… εκδημοκρατισμός

Στην Ξάνθη, στην μονάδα του πυροβολικού που ήταν μέσα στην πόλη, άρχισε ο… πραγματικός στρατός.

Εκεί διαπίστωσα για πρώτη φορά ουσιαστικά στην ζωή μου, πως αυτές οι μικροκατακτήσεις ή πιο σωστά οι “παραχωρήσεις” που αναγκάζονται να μας κάνουν κατά καιρούς υπό την πίεση ή σαν αποτέλεσμα γενικότερα του κινήματος, ποτέ δεν κατακτούνται επειδή “νομοθετήθηκαν”, αλλά δοκιμάζεται η ισχύς τους καθημερινά στην πράξη κι έχει να κάνει με το κατά πόσο η πάλη για την κατάκτησή τους και η σύνδεση αυτής της πάλης με το γενικότερο πολιτικό τοπίο είναι διαρκής και σταθερή.

Λίγες μέρες αφ’ ότου έφτασα στην νέα μου μονάδα, ήταν ο γιορτασμός του Πολυτεχνείου.

Κανόνισα έξοδο για εκείνη την μέρα, πήρα την… στολή μου και πήρα μέρος ένστολος στην εκδήλωση που έκαναν οι τοπικοί φοιτητικοί σύλλογοι.

Ο… εκδημοκρατισμός του Ανδρέα μπορεί να μην “επέτρεψε” ανοιχτά την τιμωρία μου την επομένη, όμως από εκείνη την μέρα όλα άλλαξαν.

Καθημερινές αγγαρείες, στέρηση εξόδων, διπλές και τριπλές σκοπιές ορισμένες φορές και πρεσάρισμα πάσης φύσεως μέσω κρατήσεων και διήμερων φυλακίσεων ακόμα και για μικροπράγματα του στιλ “δεν ήταν σωστά φορεμένη η στολή στην πρωινή επιθεώρηση”.

Η αλήθεια είναι πως κάτι η κούραση, κάτι η τσατίλα, κάτι η απειρία ή η άγνοια κινδύνου, πως κι εγώ δεν “πρόσεξα” και πολύ από τότε.

Έτσι το “στήσιμο” ήρθε πολύ σύντομα.

Ένα πρωϊνό μπήκε χτυπώντας πόρτες και κρεβάτια στο θάλαμο καμιά μισή ώρα πριν το εγερτήριο και ήρθε κατευθείαν στο κρεβάτι μου ουρλιάζοντας “ξυπνήστε ρε γ..μω τις μάνες σας”.

Αντέδρασα αυθόρμητα.

“Την δικιά σου την μάνα να πας να γ..σεις ρε αγριάνθρωπε, πού νομίζεις ότι είσαι..” απάντησα μισοξύπνιος-μισοκοιμισμένος.

Αυτό ήταν.

Βούτυρο στο ψωμάκι τους.

Όμως το βούτυρο ήθελε και… μέλι.

Λίγη ώρα αργότερα στην πρωινή αναφορά στην οποία έτσι κι αλλιώς περίμενα ήδη ότι θα ήμουν αναφερόμενος, είδα με έκπληξη άλλους πέντε έξι “συναδέλφους μου” να έχουν ζητήσει να βγουν αναφορά μαζί με μένα.

Η απορία λύθηκε σύντομα, με το που ξεκίνησε την… αναφορά του ο πρώτος.

“Στρατιώτης πυροβολικού… και τα λοιπα… λαμβάνω την τιμή να αναφέρω ότι ο στρατιώτης Γκόντζος μας παρακινεί συνεχώς να μην υπακούμε στις διαταγές των ανωτέρων μας, κατηγορεί καθημερινά τον στρατό μας διακινώντας διάφορα έντυπα και συμπεριφέρεται προκλητικά απέναντι στους αξιωματικούς μας”.

Αυτό ήταν.

Τα υπόλοιπα τα ήξερα.

‘Ένας ένας οι “έξι” απήγγειλαν το ίδιο ποίημα, ενώ παρόμοια ήταν και η αντίδραση του διοικητή σε κάθε… απαγγελία τους.

“ΕΔΕ (Ένορκη Διοικητική Εξέταση) για τον στρατιώτη Γκόντζο και εικοσαήμερος τιμητική άδεια στο στρατιωτη… τάδε για την τόλμη του να καταγγείλει το γεγονός”.

Η σούμα;

“Εικοσαήμερος κράτηση στο πειθαρχείο στον στρατιώτη Γκόντζο” ενώ μετά την ολοκλήρωση των “ΕΔΕ” και τις καταθέσεις των “μαρτύρων” η παραπομπή μου στο Στρατοδικείο για τα περαιτέρω.

Έτσι πήρα τα μπογαλάκια μου, τα βιβλία μου και πήγα στο “κελί” όπου έπρεπε να εκτίσω την 20ήμερη κράτησή μου στο πειθαρχείο.

Κινητά δεν υπήρχαν τότε, τηλέφωνα να πάρω ούτε λόγος, αφού ήμουν σε ολοήμερο περιορισμό, αλλά κατάφερα τελικά να “ειδοποιήσω”.

Καθώς στην Ξάνθη είχα βρει κι ένα σύντροφο τον Βαγγελάκη από το Μαθηματικό που ήταν ήδη διορισμένος καθηγητής εκεί, ο οποίος αφού είδε ότι είχαν περάσει τρεις, τέσσερις, πέντε μέρες και βάλε που δεν είχα δώσει σημεία ζωής με έξοδο στην πόλη, ήρθε επισκεπτήριο στο στρατόπεδο και έμαθε τα σχετικά, κοινοποιώντας τα στην συνέχεια στην Αθήνα και λοιπά.

Μέχρι να βγω από το πειθαρχείο και να ξανάρθω σε επαφή με κόσμο, οι εξελίξεις είχαν δρομολογηθεί.

Παρά την φασαρία που είχε ξεσηκωθεί με δημοσιεύματα και ανακοινώσεις στην Αθήνα, η απόφαση για παραπομπή στο Στρατοδικείο με την κατηγορία της “υποκίνησης σε στάση και απειθαρχίας κατά ανωτέρων” είχε ήδη πάρει και “ημερομηνία” (περίπου δυο μήνες αργότερα) ενώ με το που επέστρεψα στον θάλαμο, με φώναξε ο Λεμονίδης (σειρά που τον συνάντησα πολύ μετά σαν συνάδελφο στην αθλητική δημοσιογραφία δούλευε στο ΦΩΣ και εγώ στην ΗΧΩ) στο 1ο γραφείο και προσπαθώντας να κάνει πλάκα για να “μαλακώσει” λίγο την κατάσταση, μου είπε.

-Ρε συ θα πρέπει νάχεις… μεγάλο δόντι στο ΓΕΣ, σου ήρθε ονομαστική μετάθεση..

-Μετάθεση; Για που;

-Για τα Ρύζια.

-Τα Ρύζια; που είναι αυτό;

-Άστα σειρά… τριεθνές… η τελευταία μονάδα πάνω στον Έβρο σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας-Βουλγαρίας…

Κάπου εκεί, τέλειωσε η θητεία μου στη Ξάνθη.

Στεναχωρήθηκα είναι η αλήθεια. Περισσότερο γιατί η Ξάνθη ήταν πανέμορφη πόλη, με απίστευτα ταβερνάκια, καφέ και γραφικά σοκάκια.

Αλλά τί να κάνουμε.

Το είδα και από την καλή του πλευρά.

“Άντε να δούμε και να γνωρίσουμε καινούργια μέρη…”

Η… εξήγηση

Στα Ρύζια έφθασα αργά βράδυ ανήμερα μάλιστα της Αγίας Βαρβάρας 4 Δεκέμβρη που ήταν και η προστάτιδα του πυροβολικού.

Δεν είχε  βγει ακόμα τότε το “Διδυμότειχο μπλουζ” του Λαυρέντη και δεν είχα την έκφραση “… τρύπα στη Γεωγραφία…” στο μυαλό μου για να σουμάρω έτσι τις πρώτες μου εντυπώσεις.

Θυμάμαι ότι έπεφτε πολύ χιόνι και ότι με το που έφτασα, στον θάλαμο με κοίταζαν όλοι λίγο παράξενα και αμήχανα.

Όπως μου είπαν αργότερα, ήταν από την μια γιατί ήταν περίεργο να πάω εκεί στην… μέση της θητείας μου, καθώς συνήθως τότε ήταν που όλοι τους περίμεναν να πάρουν μετάθεση για… παρακάτω κι απ’ την άλλη γιατί είχαν ψιλομάθει από διαδόσεις που προηγήθηκαν από την άφιξή μου, ότι “έρχεται ένας περίεργος που τα έκανε μπάχαλο στην Ξάνθη και τον έστειλαν εδώ”.

Το επόμενο πρωί, είχα και την “επίσημη” εκδοχή των φημών που είχαν προηγηθεί.

Λίγο μετά την πρωϊνή αναφορά, με φώναξε ο διοικητής αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος αν θυμάμαι καλά το όνομά του και χωρίς περιστροφές μου… εξηγήθηκε.

“Κοίτα να δεις Γκόντζο, καταλαβαίνω τον θυμό και την πικρία σου για το στράτευμα μετά απ’ όσα έγιναν στην Ξάνθη, αλλά θέλω να καταλάβεις το εξής. Θα είναι άδικο αυτή σου την πικρία να την ξεσπάσεις εδώ στην νέα σου μονάδα. Σκέψου ότι εδώ που είμαστε και εσύ και εγώ και οι άλλοι αξιωματικοί και φαντάροι, δεν είναι το καλύτερό μας, όλοι θέλουμε να φύγουμε για κάπου καλύτερα. Θέλω από σένα το εξής λοιπόν. Δεν μπορώ να σου πω να μην είσαι ότι είσαι, θα έχεις το… ελεύθερο να διαβάζεις τις εφημερίδες σου ελεύθερα, αν κάτι δεν σου αρέσει θέλω να έρχεσαι να μου το λες εμένα, εκείνο όμως που δεν θέλω, είναι να δει η μονάδα μου το όνομά της δημοσιευμένο στις εφημερίδες με άσχημα σχόλια σε βάρος της”.

Αυτό με τις εφημερίδες πάλι;

Ποτέ μου δεν το κατάλαβα, το άγχος και πρεμούρα τους είχε πιάσει τότε όλους τους διοικητές και τα επιτελεία, να μην δημοσιεύονται στις εφημερίδες κάτι κακό για τις μονάδες του ή γι’ αυτούς.

Τέλος πάντων.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά ξεκίνησε η θητεία μου στον Έβρο και συγκεκριμένα στα ηρωικά και ειλικρινά πανέμορφα Ρύζια.

Μια ζωή που τότε η καθημερινότητά της ήταν ζόρικη, τώρα πια μετά από τόσα χρόνια, όσο κι αν προσπαθώ να θυμηθώ τα ζόρια, θυμάμαι μόνο όμορφες στιγμές και γεγονότα, μάλιστα δε αρκετές φορές και με νοσταλγία κιόλας να μπορούσα να τα ξαναζήσω.

Βραδιές ατελείωτες όπου γνωρίστηκα για πρώτη φορά με την… Μαλαματίνα, στα πανέμορφα καφενεία-ταβερνάκια του χωριού με τις τεράστιες αυτοσχέδιες σόμπες στην μέση, ένα βαρέλι δηλαδή που το γέμιζαν μέχρι απάνω με κούτσουρα.

Καφεδάκια στις Κυριακάτικες εξόδους μας στο πανέμορφο καφέ μέσα σχεδόν στον Άρδα που ήταν ο παραπόταμος του Έβρο στο σημείο που συναντιόντουσαν τα δύο ποτάμια με φόντο απέναντι τους… μιναδέρδες της Αδριανόπουλης.

Αν έβγαζες έξω τα… υπόλοιπα, μέχρι που την έλεγες και… ζωάρααα.

Τα… προσανάματα

Ένα από τα βασικά μου προβλήματα στα Ρύζια ήταν η… εφημερίδα.

Στην Ξάνθη μπορούσα να βρίσκω εύκολα στις εξόδους μου και να φέρνω μαζί μου στο στρατόπεδο τον Ριζοσπάστη και τον Οδηγητή.

Στα Ρύζια όμως, πού τέτοια ιστορία.

Οι εφημερίδες ερχόντουσαν μια στις τόσες και φυσικά ποτέ αυθημερόν.

Έτσι λοιπόν είχα γραφτεί συνδρομητής στον Ριζοσπάστη, στον Οδηγητή και επειδή με είχε πιάσει η φούρια της… μάθησης και στην ΚΟΜΕΠ.

Όλα καλά λοιπόν και μου ερχόντουσαν κανονικά όλα.

Με μια μικρή λεπτομέρεια όμως.

Είτε γιατί το ταχυδρομείο καθυστερούσε, είτε γιατί έτσι το είχε κανονίσει η Μεραρχία, ο ταχυδρόμος που τα έφερνε κάθε οκτώ με δέκα μέρες και πολλές φορές και πιο αραιά.

Εμφανιζόταν τότε λοιπόν ο δύστυχος και μου έδινε χύμα καμιά δεκαριά και δεκαπενταριά Ριζοσπάστες όλων ημερών, κάνα δυο Οδηγητές και φορές-φορές και κάνα δυο ΚΟΜΕΠ σαν… επιδόρπιο.

Ε εντάξει είπαμε… καλό παιδί μου ήμουν, πιστός αναγνώστης του Ρίζου και λοιπά, αλλά ακόμα και για μένα ήταν λίγο… βαρύ το πρόγραμμα να κάτσω να τα διαβάσω όλα αυτά μαζεμένα, άσε που δεν προλάβαινα κιόλας.

Έτσι αναγκαστικά τα πιο παλιά φύλα κατέληγαν στην… σόμπα για να βοηθήσουν να την ανάψουμε..

Είχε γίνει ψιλοέθιμο αυτή η διαδικασία.

Τόσο που κάθε φορά που ερχόταν ο ταχυδρόμος, τα… καρτάλια με τσιγκλάγανε.

“Σειρούλα έλα, ο ταχυδρόμος ΄έφερε τα… προσανάματα”.

Τα… μελίσσια

Κύλαγε η ζωή, εντάξει δεν λέω ότι ήταν και ανυπόφορη, αλλά ο έρμος ο διοικητής, κάτι τα γενικότερα, κάτι οι συνθήκες ζωής, κάτι τα… εθνικά κηρύγματα και τα σχετικά, τις… εφημεριδούλες δεν τις γλίτωσε.

Η μονάδα μου είχε αρκετές φορές την “τιμητική της” με αναφορές και… ενημερώσεις στον Τύπο.

Μου το κράταγε αλλά φανερά δεν μου είπε ποτέ κάτι ο διοικητής. Και τι να μου πει εδώ που τα λέμε…

Έπαιρνε όμως τα… μέτρα του για να μην βρεθεί σε δύσκολη θέση.

Έτσι θυμάμαι πλησίαζε η Πρωτομαγιά και είχα ζητήσει από την προηγούμενη να βγω στην αναφορά με αίτημα “να γιορταστεί στην μονάδα η εργατική Πρωτομαγιά και να φτιαχτεί μια επιτροπή φαντάρων για την διοργάνωσή της”.

Πρωί-πρωί πριν την αναφορά με φώναξε στο γραφείο του.

“Κοίτα να δεις μου είπε. Να σου πω να μην το ζητήσεις, δεν θα το κάνεις. Να σου πω ότι μπορώ να σου πω ναι στο αίτημά σου, δεν μπορώ. Οπότε μοιραία θα σου πω όχι και πάλι ξανά η μονάδα στις εφημερίδες. Οπότε δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο παρά το εξής. Φεύγεις τώρα με ένα συνάδελφό σου για μια βδομάδα στο παρατηρητήριο”

Παρατηρητήριο ήταν ένα απομακρυσμένο σημείο δίπλα ακριβώς στον Έβρο και κάμποσα χιλιόμετρα απόσταση από την μονάδα μου, όπου ήταν ένα δωμάτιο με ένα τηλεσκόπιο, μια σόμπα και δυο φαντάρους να… ελέγχουν την κίνηση απέναντι.

Για να πω την αλήθεια, εκεί έκανα την πρώτη μου… παρασπονδία στην… επαναστατική μου συνείδηση.

Όταν μου το είπε δηλαδή ο διοικητής, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα δεν ήταν “και τώρα τι θα γίνει με τον γιορτασμό της Πρωτοχρονιάς στην μονάδα”, αλλά το ότι “έλα ρε γαμώτο μια βδομάδα χωρίς τα καφενεία τα ταβερνάκια, την Μαλαματίνα και καφεδάκια στο ποτάμι;”.

Τι να κάνω όμως, πήγα.

Πήρα τα πράγματά μου, το ταλαιπωρημένο από τις μετακινήσεις μπουζουκάκι μου και το ένθετο του “Ρ” με τις “Θέσεις για το 13ο συνέδριο του ΚΚΕ” (είχα και… μελέτη βλέπετε, είχαν αρχίσει ήδη οι περεστρόϊκες και όλη ιδεολογική μάχη στο παγκόσμιο κίνημα για την επόμενη μέρα) και τόριξα στο… διάβασμα.

Υπέροχο στ’ αλήθεια το τοπίο, εμείς και η φύση μόνο, με τον Έβρο να κυλάει μεγαλόπρεπα και την Ανοιξιάτικη βλάστηση να οργιάζει.

Κάποια στιγμή που τράβηξε την προσοχή ένα περίεργο πράγμα.

Σε κοντινή απόσταση από μας ήταν κάτι μελίσσια, αλλά η αλήθεια είναι πως εγώ τόσες μέρες εκεί… μέλισσες δεν είχα δει.

Έκατσα και τις έβαλα στο μάτι λοιπόν ειδικά όταν βράδιαζε και κάνα δυο φορές είδα νάρχονται εκεί κάτι τύποι, να ανοίγουν τα μελίσσια και να παίρνουν κάτι από μέσα που σίγουρα… μέλι δεν ήταν.

Πήρα τηλέφωνο τον διοικητή και του είπα “το και το”.

Η απάντησή του ήταν σαφέστατη.

“Μην ασχολείσαι, αυτή είναι δουλειά της Αστυνομίας και όχι δικιά μας και θέλω να με ακούσεις και να μην κάνεις οτιδήποτε γιατί αυτοί οι τύποι είναι οπλισμένοι και επικίνδυνοι και δεν θέλω να πάθετε κάτι”.

Κατανοητόν…

Η… ατομική βόμβα

Κάποια στιγμή ήρθε η μέρα της γενικής επιθεώρησης, από τον διοικητή της Μεραρχίας τον στρατηγό Σκαρβέλη αν δεν κάνω λάθος το όνομά του.

Βγήκαμε λοιπόν όλοι κανονικά στην αναφορά, αφού μας είχε βγει το λάδι πέντε μέρες για νάναι όλα… τζάμι στην μονάδα και ήρθε και ο Στρατηγός να μας επιθεωρήσει.

Μετά τα διαδικαστικά ήρθε κοντά μας να μας μιλήσει πιο… ελεύθερα.

Ήρθε κατ’ ευθείαν πάνω μου, αναφέρθηκα κανονικά και με ρωτάει.

“Πώς περνάς εδώ στρατιώτη”

“Προσπαθώ να περάσω όσο γίνεται καλύτερα” απάντησα και άρχισε ο… διάλογος.

“Είσαι ευχαριστημένος από τις συνθήκες, οι αξιωματικοί σου σας προσέχουν όπως πρέπει;”

Σιγά την… μπλόφα μεγάλε, είπα από μέσα μου.

“Ευχαριστημένος δεν είμαι, λείπουν αυτά κι αυτά κι αυτά, θέλουμε εκείνο κι εκείνο κι εκείνο, αλλά δεν φταίνε οι αξιωματικοί μας με τα μέσα που έχουν στην διάθεσή τους κάνουν ότι καλύτερο μπορούν” απάντησα.

Είδε ο στρατηγός ότι έτσι δεν… έβγαινε ψωμί, άσε που έπρεπε να πάρει θέση για όσα του ζητούσα κι άλλαξε τροπάριο.

“Τι μαθαίνετε λοιπόν εδώ πάνω στην εκπαίδευσή σας;”

“Ότι μας μαθαίνουν” 

Κι εκεί το… διέπραξε.

“Δηλαδή αν δεις να σκάει μια… ατομική βόμβα στο απέναντι ύψωμα, ποια θα είναι η πρώτη σου σκέψη και αντίδραση” ρώτησε.

Αρχικά έμεινα άγαλμα.

Τι ρώτησε ο… Θεούλης σκέφτηκα, ο Χριστός κι η Παναγιά έτσι είναι οι… στρατηγοί;

Η απάντηση ήρθε χωρίς καν να το σκεφτώ.

“Για αντίδραση στρατηγέ δεν νομίζω να προλαβαίνω να κάνω τίποτα, αλλά σαν σκέψη το πρώτο πράγμα που θα πω είναι… τζάμπα οι πορείες ειρήνης που έκανα…έσκασε η κουφάλα…”

Λίγα δευτερόλεπτα σιγής και η πρώτη αντίδρασή του ήταν καθαρά “στρατηγική”.

“Εικοασήμερος φυλάκιση για αυθάδεια” είπε, αλλά βλέποντας την μισή μονάδα να έχει ξεραθεί από τα γέλια και μερικούς αξιωματικούς να χαμογελάνε κρυφά πρόσθεσε.

“Και αναστολή επί εικοσαήμερον της ποινής για το… ετοιμόλογον της απαντήσεώς σου στρατιώτη”.

Ίσα βάρκα, ίσα νερά… 

Η… πόκα

Έφαγα μπόλικες φυλακές είναι η αλήθεια στο στρατό και σχεδόν όλες για θέματα που μπορούσαν να σηκώσουν διαμαρτυρία και δημοσιεύσεις. Μια 20άρα όμως την έφαγα και την ήπια με το ζουμί μου.

Ήταν τότε που είχε βγει το Σισμίκ στο Αιγαίο -ναι εδώ και τόσες δεκαετίες η ίδια ιστορία γίνεται- και ο Ανδρέας είχε κηρύξει μερική επιστράτευση, ενώ όλες οι μονάδες είχαμε παρατήσει τα στρατόπεδα και είχαμε βγει σε θέσεις μάχης.

Εμείς ήμασταν λοιπόν σε ένα αμπρί πέντε έξι μέτρα κάτω από την γη, τέσσερα άτομα και ένας λοχαγός.

Αφού είχε περάσει ο πανικός των πρώτων ημερών και είχαμε εμπεδώσει πια πως πόλεμος δεν θα γινόταν, άρχισε να γίνεται κουραστική η ιστορία.

Τόσο που η μονάδα, μας φαινόταν… πεντάστερο, ενώ δεν βλέπαμε τον λόγο γιατί έπρεπε να είναι μόνιμα ξύπνιος κάποιος για σκοπιά, αφού δεν κινιόταν φύλλο και ήμασταν και “προστατευμένοι” κάτω από την γη.

Έτσι έβαλα σε διαδικασία μια συμφωνία.

Να μην κάνουμε βάρδιες, αλλά κάθε μέρα να αποφασίζουμε ένας να μην κοιμάται καθόλου και να κοιμόμαστε κανονικά όλοι οι υπόλοιποι.

Μόνο που οι μέρες ήταν εφτά και εμείς τέσσερις οπότε κάποιος θα γλίτωνε μία μέρα την βδομάδα.

Τότε λοιπόν ήταν που έκανα την δεύτερη παρασπονδία μου στην… επαναστατική μου συνείδηση, παρασυρμένος ο… άτιμος από την μεγάλη αδυναμία που είχα στον…ύπνο.

Πρότεινα μια λύση που με βόλευε.

Να παίξουμε στο… πόκερ την μέρα που περίσσεψε και να ο κερδισμένος να την γλιτώσει.

Ήταν λίγο ανέντιμη η πρότασή μου καθώς ήξερα πως θα αξιοποιούσα καταλλήλως την πολυετή… εκπαίδευσή μου στο αντικείμενο και την εξ ίσου πολυετή… πρακτική μου στο καφενείο του Θωμά, Διδότου και Ζωοδόχου Πηγής, στα Εξάρχεια.

Μόνο που ο… Θεός της πατρίδας και του στρατού με τιμώρησε.

Αφού είχαμε βάλει στο κόλπο και τον λοχαγό που του άρεσε η πόκα, την ώρα που παίζαμε Κυριακή πρωί από το πουθενά, του ήρθε του διοικητή να έρθει να δει τι γίνεται.

Κάποια στιγμή λοιπόν βλέπουμε το άνοιγμα από το οποίο βγαίναμε στην επιφάνεια να ανοίγει και να προβάλει το κεφάλι του διοικητή.

Συνοπτικές οι εξελίξεις.

“Ένας δυο τρεις τέσσερις εικοσαήμερος φυλάκιση και ο κύριος λοχαγός να έρθει στο γραφείο μου τώρα”

Τι να πεις… τίποτα δεν μπορείς να πεις.

Την έφαγα, την… χόρτασα και ησύχασα.

Γιάννινα και τέλος

Κάποια στιγμή έγινε και το Στρατοδικείο.

Στην Καβάλα ήταν, ακριβώς δίπλα στις Στρατιωτικές φυλακές Καβάλας, προφανώς για να υπάρχει και άμεση μετεγκατάσταση.

Η αλήθεια είναι, πως είχε γίνει πολύ μεγάλη κινητοποίηση, μέχρι και η σύγκλητος του Πανεπιστημίου και όλοι σχεδόν οι καθηγητές του Μαθηματικού Αθήνας είχαν στείλει επιστολές διαμαρτυρίας καθώς ήμουν και πρόεδρος του Μαθηματικού πριν στρατευθώ εκλεγμένος φυσικά με την Πανσπουδαστική, εκτενείς αναφορές στο Ριζοσπάστη, στην Ελευθεροτυπία και στο περιοδικό ΘΗΤΕΙΑ που έβγαινε τότε, η ουσία είναι πως η τελική απόφαση ήταν αθωωτική με 3-2 για την υποκίνηση σε στάση και 40 μέρες φυλακή για το αδίκημα της εξύβρισης και απειθαρχίας σε ανώτερο.

Γυρίζοντας στην μονάδα μου στα Ρύζια μετά την απόφαση, με περίμενε ο διοικητής.

“Χάρηκα που την γλίτωσες, εντάξει οι 40 μέρες επί πλέον θητείας είναι λίγο βαρύ, αλλά επειδή θέλω και εγώ πια να είμαι ήσυχος, σου έβγαλα μετάθεση για τα Γιάννινα που είναι και κοντά στον τόπο καταγωγής σου την Πρέβεζα”.

Έτσι είπα αντίο στα Ρύζια και στον Έβρο και πήγα για τους τελευταίους μήνες στα αγαπημένα και γνώριμά μου φυσικά Γιάννινα.

Εκεί αν εξαιρέσεις ένα κολικό νεφρού που κληρονόμησα σαν… επιβράβευση από τα ατελείωτα τσίπουρα στην πλατεία Πάργης και μια ακόμα 10ήμερη φυλάκιση γιατί είχαμε οργανώσει μαζί με τον Φώτη τον Βαρουξή μέλος το Κ.Σ της ΚΝΕ τότε, που έφυγε άδικα πριν λίγα χρόνια από την ζωή, την παρουσία δέκα ένστολων απ’ όλες τις μονάδες της περιοχής στον γιορτασμό και την πορεία για το Πολυτεχνείο στα Γιάννινα, όλα κύλησαν ήσυχα.

Κάποια στιγμή, κάμποσους μήνες αργότερα βέβαια απ’ όσο προβλεπόταν, αφού υπηρέτησα και τέσσερις μήνες σχεδόν επί πλέον λόγω φυλακίσεων, απολύθηκα και γύρισα στην Αθήνα.

Μου έμειναν δυο πράγματα.

Το πρώτο ήταν λίγο στην πλάκα και μου θύμιζε την απάντηση που είχα δώσει στον στρατηγό για την ατομική βόμβα.

Πώς τα κατάφερα δηλαδή, πάνω που είχαμε καταφέρει σαν κίνημα να πάει η θητεία στους 22 μήνες, εγώ να υπηρετήσω… 26, ήταν όσο να το πεις, κάμποσο… κάτι δεν ξέρω.

Το δεύτερο και πιο ουσιαστικό.

Κάμποσο καιρό αργότερα, ακούγοντας τους στίχους του Διδυμότειχο μπλουζ του Λαυρέντη, κατάλαβα πως η φράση “του παράλογου η θητεία…” δεν ήταν και τόσο σωστή.

Τίποτα δεν είναι παράλογο.

Όλα έχουν λόγο που γίνονται.

Κι αν δεν θέλεις να είναι παράλογα, θα πρέπει εσύ να βρεις και να δώσεις ένα ΛΟΓΟ σε ότι γίνεται με την στάση την προσωπική σου, με την ματιά από την οποία τα βλέπεις και με τη συμμετοχή σου στην εξέλιξή τους. 

ΥΓ. Για όσους δε γνωρίζουν, ο Κώστας Γκόντζος, είναι δημοσιογράφος, αποφοίτησε από το Μαθηματικό Αθήνας, στο οποίο ήταν πρόεδρος του φοιτητικού συλλόγου εκλεγμένος με την Πανσπουδαστική, εργάζεται τώρα στον OVER  FM και στο σάιτ sportdog.gr, πρώην διευθυντής και εκδότης της καθημερινής αθλητικής εφημερίδας DERBY.

Δείτε ακόμα...