Το κουδούνι του σχολείου θα το ακούσουν τελικά να χτυπά μόνο οι μαθητές των Δημοτικών και των Νηπιαγωγείων από την ερχόμενη βδομάδα, παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να εκμαιεύσει τη συναίνεση των επιστημόνων για τη συνολική επαναλειτουργία των σχολείων. Μια προσπάθεια όμως που εξαντλήθηκε σε επικοινωνιακό επίπεδο, με τις δηλώσεις του προηγούμενου κοινοβουλευτικού εκπροσώπου, το περασμένο Σάββατο, και δεν περιέλαβε για άλλη μια φορά ούτε ίχνος του απαιτούμενου σχεδιασμού και της αναγκαίας χρηματοδότησης για την επαναφορά στην κανονικότητα της σχολικής ζωής.
Γιατί οι ανάγκες και τα μέτρα που θα εξασφάλιζαν το ασφαλές άνοιγμα όλων των σχολείων είναι γνωστά από τον Αύγουστο. Φώναζαν, πάλευαν και διεκδικούσαν γι’ αυτά γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές: Σχεδιασμός για επιπλέον αίθουσες για να αραιώσουν οι μαθητές στις τάξεις, προσλήψεις επιπλέον εκπαιδευτικού προσωπικού και προσωπικού καθαριότητας, μαζικά επαναλαμβανόμενα τεστ, ουσιαστική ιχνηλάτηση και μέτρα εκεί που εντοπίζονται κρούσματα. Είναι μήπως υπερβολικά κι ανέφικτα όλα τα παραπάνω; Όχι βέβαια, όμως, προϋποθέτουν σχεδιασμό και χρηματοδότηση.

Απέναντι στα δίκαια αιτήματά τους για τα αναγκαία αυτά μέτρα, εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές χόρτασαν αναλύσεις για… τη σταθερή ομάδα που αποτελεί η σχολική τάξη, για την αναγκαιότητα αλλά και την επάρκεια της μάσκας και πάνω απ’ όλα για την ατομική τους ευθύνη. Χόρτασαν επίσης διαβεβαιώσεις ότι τα σχολεία θα ήταν τα τελευταία που θα έκλειναν και τελικά βρέθηκαν μέσα σε μια νύχτα στις αρχές Νοέμβρη να αναζητούν συσκευές και τρόπους για την υποχρεωτική τηλεκπαίδευση, για την οποία επίσης δεν πάρθηκε κανένα μέτρο από την πλευρά της κυβέρνησης, με τις τραγικές και τραγελαφικές εικόνες που έχουμε δει όλο αυτό το διάστημα.
Για άλλη μια φορά μετά από το νέο αυτό υποχρεωτικό και παρατεταμένο κλείσιμο, η κυβέρνηση είχε τον χρόνο να σχεδιάσει ουσιαστικά μέτρα αραίωσης και ενίσχυσης του προσωπικού των σχολείων. Για άλλη μια φορά δεν το έκανε.

Αντιθέτως, σχεδίασε επιμελώς και με ζήλο το σπρώξιμο μαθητών από μικρότερες ηλικίες εκτός Γενικής Εκπαίδευσης με το νομοσχέδιο για την Τεχνικοεπαγγελματική Εκπαίδευση, την ένταση της καταστολής στα ΑΕΙ, τις διαγραφές φοιτητών και τις αιφνιδιαστικές και απαράδεκτες αλλαγές στο σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση για τους πολύπαθους μαθητές της φετινής Γ’ Λυκείου που έχουν «λουστεί» το μεγαλύτερο μέρος της προετοιμασίας τους στις δύσκολες συνθήκες του lockdown. Γι’ αυτούς τους μαθητές, της Γ’ Λυκείου, αναμένεται το επόμενο διάστημα να μάθουν πότε θα επιστρέψουν στα θρανία, ενώ ούτε καν η ύλη όπου θα εξεταστούν δεν τους έχει ανακοινωθεί, παρά μόνο μια υπόσχεση για μείωσή της, που κι αυτή θα ανακοινωθεί το επόμενο διάστημα.
Μετά από όλα αυτά ακούγεται για άλλη μια φορά προκλητική η υπουργός Παιδείας να λέει ότι «η πανδημία είναι ακόμη εδώ και η δυνατότητα να ανοίξουμε και να διατηρήσουμε τα σχολεία μας ανοιχτά θα αποτελέσει συλλογική επιτυχία». Πράγματι θα είναι συλλογική επιτυχία των εκπαιδευτικών που ξεπέρασαν εαυτούς όλο αυτό το διάστημα στα αχαρτογράφητα νερά της τηλεκπαίδευσης, των γονιών και των μαθητών που πειθάρχησαν στις όποιες οδηγίες και πασχίζουν σ’ όλες τις συνθήκες να τα βγάλουν πέρα, αλλά σ’ αυτήν τη συλλογική επιτυχία δεν χωράει η κυβέρνηση, που συνεχίζει να βλέπει τα μέτρα πρόληψης και προστασίας της υγείας και των σχολείων ως κόστος και επιλέγει απλά να τους βάζει και να διατηρεί τα λουκέτα ανάλογα με την καμπύλη των κρουσμάτων…
