Πυκνώνουν οι αναφορές στα διεθνή ΜΜΕ για την ανάγκη να «μαζευτούν» οι στόχοι της «πράσινης μετάβασης» στην ΕΕ. Όχι βέβαια για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες στα νοικοκυριά, αλλά επειδή δεν φαίνεται να αποδίδει τα προσδοκώμενα σε ό,τι αφορά την επένδυση κεφαλαίων που λιμνάζουν και μετατρέπονται σε «καύσιμο» για μια επόμενη καπιταλιστική κρίση.
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, όπου ο «κόφτης» στο ρωσικό φυσικό αέριο εκτόξευσε τις τιμές, ακόμα και οι Χριστιανοδημοκράτες, που «έτρεχαν» μέχρι τώρα την ατζέντα της «πράσινης μετάβασης», αρχίζουν να παίρνουν αποστάσεις. Λέει, για παράδειγμα, ο Φ. Μερτς, επικεφαλής της CDU: «Τα τελευταία χρόνια συμφωνήσαμε για το ποιον ενεργειακό πόρο πρέπει να καταργήσουμε, δηλαδή τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια. Εφόσον όμως δεν βρήκαμε αντικαταστάτη, είναι εκτός συζήτησης να καταργήσουμε αυτά που έχουν απομείνει. Εάν συνεχίσουμε σ’ αυτήν τη γραμμή, θα θέσουμε σε τεράστιο κίνδυνο τη Γερμανία ως βιομηχανικό προορισμό, κάτι που δεν είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε».
Μπροστά στον κίνδυνο να χάσει η γερμανική οικονομία (και κυρίως η βιομηχανία της) ακόμα περισσότερο την ανταγωνιστικότητά της, λόγω ακριβότερης Ενέργειας, η αστική τάξη και τα κόμματά της υποχωρούν από τις «πράσινες» διακηρύξεις τους, επιβεβαιώνοντας ένα και μόνο πράγμα: Ότι οι ίδιοι λόγοι που επέβαλαν τη στρατηγική της «πράσινης μετάβασης», η στήριξη δηλαδή της κερδοφορίας του κεφαλαίου, οδηγούν τώρα στη σταδιακή υποχώρησή της και στην επένδυση τεράστιων κεφαλαίων στο νέο Ελντοράντο της πολεμικής οικονομίας.
Αναδημοσίευση από τον «Ριζοσπάστη», 22/1/2025