Ο Δεκέμβρης του ΄44 και η Ένωση Απόστρατων Αξιωματικών Στρατού

Δεκεμβριανά
Το πανό στην κεφαλή της πομπής

Όπως είναι γνωστό, η Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού (ΕΑΑΣ), όπως και οι αντίστοιχες του Ναυτικού και της Αεροπορίας, είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) εποπτευόμενα απ’ το Υπουργείο Άμυνας της εκάστοτε κυβέρνησης. Ως ΝΠΔΔ και με την ανοχή των εκάστοτε κυβερνήσεων και των υπουργών Άμυνας η ΕΑΑΣ και κατά περίπτωση η ΕΑΑΝ και η ΕΑΑΑ, διαχρονικά πραγματοποιούν εκδηλώσεις που κηρύττουν τον άκρατο αντικομμουνισμό, ενώ ξεφεύγουν κατά πολύ από την «απόδοση τιμής και μνήμης στους νεκρούς του εμφυλίου», όπως λένε οι διοργανωτές τους!

Με λιτή ανακοίνωση της από 6/12/20 η ΕΑΑΣ «κλίνει ευλαβικά το γόνυ στην μνήμη των γενναίων πολεμιστών του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη». Επίσης δηλώνει ότι «αξίζουν κάθε τιμή αφού μέσα σε 4 χρόνια» μπόρεσαν «να τα βάλουν με τις δολοφονικότερες ιδεολογίες και τις σκληρότερες τυραννίες του αιώνα: τον φασισμό, τον ναζισμό και τον κομμουνισμό». Μόνο ειρωνικά μειδιάματα -αν όχι γέλια- μπορεί να προκαλέσει το πιο πάνω απόσπασμα. Είναι τουλάχιστον ανιστόρητη η προσπάθεια εξίσωσης του ναζισμού – φασισμού με τον κομμουνισμό, αφού βάζει στην ίδια θέση αυτούς που …άνοιξαν τα διάφορα Άουσβιτς, με αυτούς που τα έκλεισαν!

Στην εφημερίδα που εκδίδει η ΕΑΑΣ το άρθρο με τίτλο «Εορτές μίσους ή ιστορικής μνήμης», που το υπογράφει γνωστό μέλος του ΔΣ της Ένωσης, ακολουθεί την συνηθισμένη επί χρόνια από την ΕΑΑΣ ανάλυση. Μια ανάλυση που προκύπτει με βάση το γνωστό «η ιστορία γράφεται από τον νικητή». Η πλειοψηφία των αποστράτων είναι επιφυλακτικοί με όσα διαχρονικά τους παρουσιάζονται σχετικά και αντιλαμβάνονται, ότι η συγγραφή της ιστορίας είναι θέμα αντικειμενικής έρευνας και πάντως μακριά από προπαγάνδα των νικητών.

Παρακάτω επιχειρείται να παρατεθεί, ενδεικτικά τουλάχιστον, η αντίθετη άποψη για τα γεγονότα του Δεκέμβρη του ΄44, με αφορμή και ορισμένες ανακρίβειες του άρθρου της «Εθνικής Ηχούς». Ως πηγή αξιοποιείται το ένθετο του «Ριζοσπάστη» της 5-6/12/2020

Ανακρίβεια 1η:

Τα «Δεκεμβριανά» «με ένοπλη, βίαιη, και αιματηρή απόπειρα προσπάθησε το ΚΚΕ να καταλάβει την εξουσία στην Αθήνα».

Κατά τους τελευταίους μήνες της κατοχικής περιόδου ο ΕΛΑΣ (στρατιωτικός βραχίονας του ΕΑΜ) κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, ενώ ο σμπαραλιασμένος κρατικός μηχανισμός δεν ελεγχόταν από καμία «επίσημη» αστική κυβέρνηση. Η κυβέρνηση Παπανδρέου παρέμενε θεατής από το Κάιρο. Παρά τις συμφωνίες που είχαν προηγηθεί με το ΕΑΜ, δεν είχε ακόμα εξασφαλίσει τις κατάλληλες συνθήκες για την επιστροφή της στην Ελλάδα.

Σε αντίθεση με τις απαξιωμένες στη λαϊκή συνείδηση αστικές δυνάμεις, το κύρος και η επιρροή του ΚΚΕ αυξάνονται σταθερά. Το ΚΚΕ, το οποίο είχε μόλις 350 μέλη εκτός φυλακών το Μάη του 1941, έφτασε τα 180.000 μέλη το Γενάρη του ’44 και τέλος περίπου 400.000 την περίοδο της Απελευθέρωσης.

Τις παραμονές της Απελευθέρωσης ο ΕΛΑΣ αριθμούσε 77.535 αξιωματικούς και μαχητές, ενώ 50.000 ήταν οι έφεδροι ΕΛΑΣίτες και 6.000 οι άντρες της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Το ίδιο χρονικό διάστημα, το ΕΑΜ αριθμούσε περίπου 1.500.000 μέλη. Ουσιαστικά ακόμα και η αποβίβαση της κυβέρνησης Παπανδρέου στον Πειραιά εξαρτιόταν αποκλειστικά από τη συναίνεση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.

Απελευθέρωση Αθήνας λαός ΚΚΕ ΕΑΜ ΕΛΑΣ
Ο λαός πανηγυρίζει την Απελευθέρωση Αθήνας από τον ΕΛΑΣ το 1944 με πλακάτ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ

Ανακρίβεια 2η:

«μετά την αποχώρηση του ηττηθέντος και αδυσώπητου κατακτητή … ένας επίδοξος και εξ ίσου απάνθρωπος κατακτητής εμφανίστηκε στο προσκήνιο»

Παρά την ουσιαστική κυριαρχία του, ο «επίδοξος κατακτητής» κατά το άρθρο της «Εθνικής Ηχούς», με την συμφωνία του Λιβάνου επικύρωσε τη συγκρότηση της λεγόμενης «Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας», υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Με τον τρόπο αυτό το ΚΚΕ – ΕΑΜ της έδινε το απαραίτητο κύρος, ενώ παράλληλα αναγνώριζε de facto τους απαξιωμένους από την πλειοψηφία του λαού αστούς πολιτικούς ως ισότιμους του ΕΑΜ «συμμάχους» και έτσι τους «νομιμοποιούσε» στη λαϊκή συνείδηση.

Στις 26 Σεπτέμβρη 1944, ακολούθησε η υπογραφή στην Καζέρτα της Ιταλίας Συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης Παπανδρέου, του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και των Βρετανών αντιπροσώπων των Συμμαχικών Δυνάμεων Μεσογείου. Με βάση αυτήν, όλες οι αντάρτικες δυνάμεις υπάγονται στις διαταγές της κυβέρνησης, η οποία με τη σειρά της «θέτει τας δυνάμεις ταύτας υπό τας διαταγάς του στρατηγού Σκόμπι».

Στις 12 Οκτώβρη ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά ξεχύνεται στις συγκεντρώσεις που οργανώνει το ΕΑΜ στο κέντρο της πρωτεύουσας και στις συνοικίες. Το νέο ότι ο ΕΛΑΣ ανέβασε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη, απ’ όπου νωρίτερα οι Γερμανοί φεύγοντας είχαν κατεβάσει τη ναζιστική, έκανε αστραπιαία, στόμα με στόμα, το γύρο της πρωτεύουσας. «ΛΕΥΤΕΡΙΑ! ΛΕΥΤΕΡΙΑ! Ο «Ριζοσπάστης» γράφει την επόμενη μέρα, ότι η «Διαδήλωση που πρώτη φορά βλέπει η Αθήνα, ξεχύνονται από παντού, από το Σύνταγμα ως την Ομόνοια… Και πάνω από όλα μία φωνή που αγκαλιάζει όλη την Αθήνα… ΕΑΜ! ΕΑΜ!».

Δεκεμβριανά
Επίθεση των Άγγλων στα γραφεία του ΕΑΜ

Επομένως είναι ή δεν είναι διαστρέβλωση της πραγματικότητας και της ιστορικής αλήθειας, όταν ο αρθρογράφος αναφέρεται σε «απάνθρωπο κατακτητή (που) εμφανίστηκε στο προσκήνιο». Ο ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ που σήκωσαν το κύριο βάρος της αντίστασης του λαού απέναντι στον ναζί κατακτητή και τους ντόπιους συνεργάτες του «εμφανίστηκαν στο προσκήνιο» «ως κατακτητές», ή μήπως η κυβέρνηση Παπανδρέου και τα στρατεύματά της που απουσίασαν;

Ανακρίβεια 3η:

«Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος το ΕΑΜ και το ΚΚΕ αρνήθηκαν να αφοπλισθεί ο ΕΛΑΣ, όπως όριζε η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γ. Παπανδρέου, επικαλούμενοι ως δικαιολογία τη διατήρηση του οπλισμού της ΙΙΙης Ορεινής Ταξιαρχίας «Ρίμινι» και του Ιερού Λόχου , που ήταν τα μόνα τμήματα επισήμου και νομίμου τακτικού στρατού, υπό την ελληνική κυβέρνηση. Έτσι στις 3 Δεκεμβρίου 1944 πραγματοποίησαν παράνομο συλλαλητήριο στην Πλατεία Συντάγματος.»

Το βράδυ της 30ής του Νοέμβρη 1944 ο Γ. Παπανδρέου, παρακάμπτοντας τους υπουργούς του ΕΑΜ και τις ξεκάθαρα διατυπωμένες ενστάσεις τους, την παράδοση του οπλισμού της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Αντίστοιχη Ημερήσια Διαταγή, εκδόθηκε από τον Βρετανό στρατηγό Ρ. Σκόμπι. Την ίδια μέρα, οι υπουργοί του ΕΑΜ υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους από την κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» σε ένδειξη διαμαρτυρίας.

Αψηφώντας τις διαταγές των Παπανδρέου και Σκόμπι η Εθνική Πολιτοφυλακή δεν παρέδωσε τον οπλισμό της, ενώ μαζικές και μαχητικές εκδηλώσεις ξέσπασαν σε όλη την Ελλάδα κατά του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ.

Γ. Παπανδρέου - Σκόμπι

Την ίδια στιγμή, η Ορεινή Ταξιαρχία ακροβολίστηκε στους λόφους του Υμηττού, μεταξύ των συνοικιών Ζωγράφου και Καισαριανής. Παίρνοντας υπόψη τα παραπάνω, το Α΄ Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ εκπόνησε Σχέδιον Ενεργείας με σκοπό την αντιμετώπιση «παντός πραξικοπήματος της αντιδράσεως».

Στις 2 Δεκέμβρη το υπουργικό συμβούλιο – δίχως πλέον τους ΕΑΜικούς αντιπροσώπους – υπέγραψε το Διάταγμα για τη διάλυση του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ, του ΕΔΕΣ, κηρύσσοντας ταυτόχρονα την «επιστράτευσιν απάντων των εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών».

Η ΚΕ του ΕΑΜ σε μια ολονύκτια συνεδρίαση (30 Νοέμβρη – 1 Δεκέμβρη) είχε ήδη αποφασίσει: α) Να απευθύνει έκκληση προς τις συμμαχικές κυβερνήσεις της Βρετανίας, της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ. β) Να πραγματοποιηθεί παλλαϊκή συγκέντρωση στην πλατεία Συντάγματος την Κυριακή 3 Δεκέμβρη. γ) Να κηρυχθεί παλλαϊκή απεργία τη Δευτέρα 4 Δεκέμβρη. δ) Να ανασυγκροτηθεί η ΚΕ του ΕΛΑΣ.

Η κυβέρνηση Παπανδρέου αρχικά έδωσε την άδεια για τη συγκέντρωση της Κυριακής. Λίγες ώρες αργότερα, ωστόσο, την ανακάλεσε. Όπως ενημέρωσε τον Βρετανό πρέσβη Ρ. Λίπερ ο υπουργός Εφοδιασμού, Θεμ. Τσάτσος, «το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να δώσει εντολή στην αστυνομία να σταματήσει τη διαδήλωση ακόμη και με τα όπλα». Ήταν προετοιμασμένοι για όλα!

Στις 2 Δεκέμβρη αποβιβάστηκαν στο Φάληρο 6.000 Βρετανοί στρατιώτες και 2 ελληνικά τάγματα από την Αίγυπτο.

Δεκεμβριανά
Άγγλοι αλεξιπτωτιστές και άρμα στην Αθηνάς

Η σύγκρουση

Στις 3 Δεκέμβρη, από νωρίς το πρωί, μια τεράστια λαοθάλασσα προχωρούσε με κατεύθυνση την πλατεία Συντάγματος. Καθώς η κεφαλή της πορείας πλησίαζε την πλατεία, οι δυνάμεις του Εβερτ, που ήταν παραταγμένες μπροστά στο κτίριο του Αρχηγείου της Αστυνομίας (γωνία Πανεπιστημίου & Βασιλίσσης Σοφίας), άνοιξαν πυρ στο άοπλο πλήθος. Οι πυροβολισμοί πύκνωσαν από διάφορες κατευθύνσεις σκορπώντας το θάνατο. Ο απολογισμός αυτής της επίθεσης ήταν 21 νεκροί και 140 τραυματίες.

Στις 14.30 το Α΄ ΣΣ του ΕΛΑΣ εξέδωσε «Διαταγή επιχειρήσεων» για την εφαρμογή του Σχεδίου Ενεργείας από την επομένη το πρωί, για αφοπλισμό των αστυνομικών τμημάτων και της Χωροφυλακής, αποφεύγοντας ταυτόχρονα κάθε εμπλοκή με τους Βρετανούς. Κατά τα μεσάνυχτα, ωστόσο, εκδόθηκε νέα διαταγή, η οποία ακύρωνε την προηγούμενη, περιορίζοντας τη δράση του ΕΛΑΣ, καθώς και επόμενη με στόχο την αποφυγή εμπλοκής των Βρετανών μέχρι να επιτευχθεί μια μεγαλύτερη συγκέντρωση δυνάμεων του ΕΛΑΣ στην πρωτεύουσα έως τις 10 Δεκέμβρη. Η ακύρωση των επιχειρήσεων του ΕΛΑΣ άργησε να φτάσει στις μονάδες, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, δημιούργησε σύγχυση, απογοήτευση, ακόμα και αγανάκτηση.

Ο αντίπαλος δεν έδειχνε παρόμοια αναβλητικότητα. Το ίδιο βράδυ 2 τάγματα της Ορεινής Ταξιαρχίας κινήθηκαν ανενόχλητα και εγκαταστάθηκαν στα Παλιά Ανάκτορα, στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού και το Πανεπιστήμιο. Ο Τσόρτσιλ, από τη μεριά του, πίεζε τον στρατηγό Ουίλσον (ανώτατο αρχηγό των χερσαίων συμμαχικών δυνάμεων Μεσογείου) να αποσπάσει δυνάμεις από το ιταλικό μέτωπο και να τις αποστείλει άμεσα στην Αθήνα.

Δεκεμβριανά
Άγγλοι έξω από τα γραφεία του ΕΑΜ

Η 4η του Δεκέμβρη

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Δεκέμβρη, η ΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ δέχθηκε ένα σοβαρό πλήγμα, αφού το 2ο Σύνταγμά της, που ήταν καθ’ οδόν για τα Τουρκοβούνια, αιφνιδιάστηκε, περικυκλώθηκε και ένα μέρος του αιχμαλωτίστηκε από ισχυρές βρετανικές δυνάμεις στη Φιλοθέη. Στο μέτωπο της απεργίας που είχε κηρύξει η ΚΕ του ΕΑΜ για τις 4 Δεκέμβρη, η επιτυχία άγγιξε το 100%. Κανένα εργοστάσιο δεν κινήθηκε, κανένα μαγαζί δεν άνοιξε.

Ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά, σε μια συγκλονιστική ατμόσφαιρα πένθους και μαχητικότητας, συνόδευσε τους ηρωικούς νεκρούς του της προηγούμενης μέρας στο Α΄ Νεκροταφείο. Όταν ο όγκος της πένθιμης πομπής έφτασε στο Σύνταγμα, οι διαδηλωτές γονάτισαν, ορκίστηκαν στη μνήμη των νεκρών και έψαλαν το «Πένθιμο Εμβατήριο». Το πανό, που κρατούσαν μαυροφορεμένες κοπέλες στην κεφαλή της πορείας, έγραφε:

«Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα. ΕΑΜ».

Δεκεμβριανά
Χαρακτικό του Τάσσου για την κηδεία των θυμάτων

Όμως, στην επιστροφή, στη συμβολή Αιόλου και Σταδίου, πραγματοποιήθηκε νέα δολοφονική επίθεση κατά του πλήθους από το ξενοδοχείο «Μητρόπολις» (κέντρο του ΕΔΕΣ) και τη Γενική Ασφάλεια, με αποτέλεσμα το θάνατο 40 και τον τραυματισμό 70 ακόμη αγωνιστών. Η νέα δολοφονική επίθεση, μία μέρα μετά την προηγούμενη, έδειχνε και πάλι την αποφασιστικότητα της αστικής τάξης να τσακίσει το λαϊκό κίνημα διά πυρός και σιδήρου.

Στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων, παρά την απώλεια του 2ου Συντάγματος, οι σχεδιασμένες επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ στέφθηκαν με επιτυχία. Σύμφωνα με Έκθεση του Α΄ ΣΣ, έως το απόγευμα, το 60% των αστυνομικών τμημάτων της πρωτεύουσας είχε αφοπλιστεί (σε αρκετές περιπτώσεις χωρίς αντίσταση – πολλοί αστυνομικοί ήταν οργανωμένοι ή φιλικά προσκείμενοι στο ΕΑΜ).

Ο Τσόρτσιλ απέστειλε οδηγίες στους Ουίλσον, Σκόμπι και Λίπερ. Στον πρώτο υπογράμμισε πως «πρώτος σκοπός μας με προτεραιότητα υπέρτατης τάξεως είναι νίκη στην Αθήνα»1, εξασφαλίζοντας την αποστολή νέων βρετανικών δυνάμεων. Αντίστοιχα, στον Σκόμπι τόνισε:

«Είσθε υπεύθυνος για την τήρηση της τάξης στην Αθήνα και πρέπει να εξουδετερώσετε ή να συντρίψετε όλες τις δυνάμεις του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ που θα πλησιάσουν προς την πόλη (…) Μην διστάσετε πάντως να ενεργείτε σαν να βρίσκεστε σε κατεχόμενη πόλη, όπου έχει ξεσπάσει τοπική εξέγερση…»2.

Δεκεμβριανά
Νεκροί διαδηλωτές

Στο στρατιωτικό επίπεδο, η ΚΕ του ΕΛΑΣ, αντί να διατάξει την άμεση κινητοποίηση δυνάμεων προς το επίκεντρο των μαχών, την πρωτεύουσα, εξέδωσε στις 6 Δεκέμβρη οδηγίες προς το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ με τις οποίες του ανέθετε «δευτερεύοντα» καθήκοντα.

Στις 25 Δεκέμβρη 1944, ήρθε στην Αθήνα ο Τσόρτσιλ, συνοδευόμενος από τον Βρετανό υπουργό των Εξωτερικών Α. Ιντεν. Την επομένη (26 Δεκέμβρη) συνήλθε στο υπουργείο Εξωτερικών διάσκεψη υπό την προεδρία του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ πήρε μέρος στη διάσκεψη με αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τους Γ. Σιάντο, Μ. Παρτσαλίδη και Ε. Μάντακα. Ο συσχετισμός δυνάμεων είχε γείρει πια σαφώς υπέρ της αστικής πλευράς και η έκβαση της μάχης του Δεκέμβρη είχε κριθεί. Η σύσκεψη ήταν οργανωμένη από θέση ισχύος και έχοντας απέναντι στο ΕΑΜ – ΕΛΑΣ τελεσιγραφικό χαρακτήρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 27 Δεκέμβρη, ενώ συνεχιζόταν η πολιτική σύσκεψη, εξαπολύθηκε γενική επίθεση των βρετανικών δυνάμεων κατά του ΕΛΑΣ.

Αξιολογώντας τις εξελίξεις στα πεδία των μαχών (τη συντριπτική υπεροπλία του αντιπάλου, τη μη δυνατότητα άμεσης ενίσχυσης του ΕΛΑΣ και τον κίνδυνο υπερφαλάγγισης των δυνάμεών του στην πρωτεύουσα), η ΚΕ του ΕΛΑΣ εξέδωσε λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της 4ης προς 5η Γενάρη 1945 διαταγή για γενική σύμπτυξη προς Πεντέλη – Πάρνηθα. Η σύμπτυξη του ΕΛΑΣ πραγματοποιήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας έως το πρωί, με απόλυτη πειθαρχία και συνοχή. Χιλιάδες άοπλοι πολίτες, μέλη των μαζικών λαϊκών οργανώσεων, του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, ακολούθησαν τον ΕΛΑΣ σε αυτήν την πορεία.

Η υποχώρηση του ΕΛΑΣ συνεχίστηκε τα επόμενα 24ωρα υπό τις αδιάκοπες επιθέσεις των Βρετανών και ειδικά της αεροπορίας. Τελικά, στις 11 Γενάρη υπογράφτηκε στην Αθήνα ανακωχή.

Τους στόχους της αστικής τάξης τον Δεκέμβρη του ΄44, συνόψισε ο Γ. Παπανδρέου: «Το συμπέρασμα είναι ότι ο Δεκέμβριος μπορεί να θεωρηθή “δώρον του Υψίστου”. Αλλά, διά να υπάρξη ο Δεκέμβριος, έπρεπε προηγουμένως να είχωμεν έλθει εις την Ελλάδα. Και τούτο ήτο δυνατόν μόνο με την συμμετοχήν και του ΚΚΕ εις την κυβέρνησιν, δηλαδή με τον Λίβανον. Και διά να ευρεθούν εδώ οι Βρετανοί, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι διά την Νίκην, έπρεπε προηγουμένως να είχεν υπογραφή το Σύμφωνον της Καζέρτας. Και δια να γίνη Στάσις – “το δώρον του Υψίστου” – έπρεπε προηγουμένως να επιμείνω εις την άμεσον αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του διλήμματος ή να αποδεχθή ειρηνικώς τον αφοπλισμόν του ή να επιχειρήση την Στάσιν, υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι ωδήγουν εις την συντριβήν του. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια»3. 

Η σύγκρουση του Δεκέμβρη ήταν αναπόφευκτη. Η μάχη για τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ είχε ουσιαστικά αμυντικό χαρακτήρα. Βέβαια, η πηγή των αντιφάσεων δεν λύθηκε, έτσι στη συνέχεια το ΚΚΕ προχώρησε σε νέο απαράδεκτο συμβιβασμό, τη Συμφωνία της Βάρκιζας.

Τελειώνοντας, στο εμφυλιοπολεμικό κείμενο – αφορμή για το παρόν σημείωμα, ο αρθρογράφος του παραπονείται ότι η ΕΑΑΣ δέχεται «τόνους λάσπης … με το επιχείρημα της δήθεν αναβίωσης «εορτών μίσους»» και καταλήγει δηλώνοντας: «Δεν μισούμε κανέναν αλλά δεν ξεχνάμε και κανέναν». Στο άρθρο του, επειδή ακριβώς δεν μισεί κανένα και έχοντας – προφανώς- καθαρό μυαλό, δεν απέφυγε τα πολυχρησιμοποιημένα επιχειρήματα για «κονσερβοκούτια» και άλλα παρόμοια. Τελικά ούτε άρθρο της εγκληματικής, ναζιστικής «Χρυσής Αυγής» να σχολιάζαμε ….!

Ντουνιαδάκης Γιάννης
Υποναύαρχος ΠΝ ε.α

1 Σπύρος Α. Κωτσάκης, «Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1986, σελ. 78 – 79.

2 Σόλων Ν. Γρηγοριάδης, «Δεκέμβρης – Εμφύλιος 1944 – 1949, εκδ. «Κ. Καπόπουλος», Αθήνα, 1994, σελ. 118. και Σπύρος Α. Κωτσάκης, «Δεκέμβρης του 1944» στην Αθήνα, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1986, σελ. 78 – 79.

3 Γεώργιος Παπανδρέου, «Ο Δεκέμβριος 1944», «Η Καθημερινή», 2 Μαρτίου 1945

Δείτε ακόμα...