«Πρέπει να βρεθεί λύση στα Ελληνοτουρκικά. Αλλιώς, οι εναλλακτικές είναι δύο: Στασιμότητα ή σύγκρουση». Τέτοια ψευτοδιλήμματα ανακάμπτουν στην αντιπαράθεση για τα Ελληνοτουρκικά, όσο πλησιάζει η συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν.
Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που τα αστικά επιτελεία παρουσιάζουν με τέτοιο δραματικό τρόπο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, για να εκβιάσουν τη λαϊκή συναίνεση σε επώδυνους συμβιβασμούς, με την ομπρέλα των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ.
Ο λαός, όμως, διαθέτει πλέον την πείρα να αντιληφθεί ότι αυτό που του σερβίρουν ως «δίλημμα», είναι στην πραγματικότητα μια άλλη εκδοχή του ίδιου σχεδίου. Γιατί ο συμβιβασμός σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων – που είναι προαπαιτούμενο της όποιας «λύσης» προωθείται εντός ΝΑΤΟ – μπορεί να γίνει και μέσα από τη διαπραγμάτευση, αλλά και μετά από μια σύγκρουση, που δεν αποκλείεται, όπως έχει αποδείξει και η Ιστορία. Ποιος δεν θυμάται την κρίση των Ιμίων, όπου με ανοιχτή παρέμβαση των ΗΠΑ, οδήγησε στο γκριζάρισμα της περιοχής και δημιούργησε τετελεσμένα για τους επόμενους γύρους του λεγόμενου «ελληνοτουρκικού διαλόγου»;
Το κύριο, λοιπόν, είναι ποιος διαπραγματεύεται, μέσα σε ποιο πλαίσιο και για λογαριασμό ποιανού. Κι εδώ τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Διαπραγματεύονται η αστική τάξη, η κυβέρνηση και τα κόμματά της, μέσα σε πλαίσιο ΝΑΤΟ και με σκοπό έναν συμβιβασμό που θα υπηρετεί τη ΝΑΤΟική συνοχή και τον αναβαθμισμένο ρόλο που επιδιώκει να παίξει η Ελλάδα στη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Ολα δηλαδή ενάντια στον λαό και στα πραγματικά του συμφέροντα.
* Το σχόλιο του «Ριζοσπάστη»