Η πολεμική οικονομία και η κλιμάκωση του πολέμου είναι πλέον η πρώτη προτεραιότητα του ΝΑΤΟ, είναι η πρώτη προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Με βάση την έκθεση Ντράγκι, η ΕΕ προβλέπει την κατεύθυνση 500 δισ. ευρώ στην πολεμική οικονομία, μεταφορά στον ίδιο τομέα επιπλέον 400 δισ. απ’ το λεγόμενο Ευρωπαϊκό Ταμείο Συνοχής, ενώ σε συνέχεια, με την πρόσφατη έκθεση Νιινίστο, σχεδιάζεται η διάθεση του 20% του προϋπολογισμού της ΕΕ να προορίζεται για την πολεμική οικονομία.
Δεν είναι τυχαίες αυτές οι «επιχειρηματικές» επιλογές, με δεδομένο ότι οι πωλήσεις των 100 μεγαλύτερων βιομηχανιών όπλων στον κόσμο, το 2023, έφτασαν συνολικά τα 632 δισ. δολάρια, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 4,2% σε σχέση με το 2022 (στοιχεία ινστιτούτου Sipri).
Ηδη η ΕΕ, οι ΗΠΑ, άλλες δυνάμεις και άλλα κράτη επεξεργάζονται επενδυτικά προγράμματα ανοικοδόμησης στις περιοχές που μαίνεται ο πόλεμος, όπως, για παράδειγμα, στην Ουκρανία. Αρα, γίνεται φανερό ότι η πολεμική οικονομία, στην οποία έχει συμφωνήσει και η ελληνική κυβέρνηση και την προχωρά μάλιστα με ταχύτατους ρυθμούς, πέρα απ’ το αμιγές «στρατιωτικό» κομμάτι, αγκαλιάζει όλους τους τομείς της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής.
Η ελληνική κυβέρνηση, στηρίζοντας κατά γράμμα τους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς στον πόλεμο της Ουκρανίας, ή και στο άλλο πολεμικό μέτωπο της Μέσης Ανατολή (γενοκτονία Παλαιστινίων – Λίβανος – Συρία) κι αλλού, μαζί με την υιοθέτηση και στήριξη των υποχρεώσεων που απορρέουν απ’ την «Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας» (ΚΕΠΠΑ) της ΕΕ, για τη δημιουργία του λεγόμενου «ευρωστρατού», δημιουργεί τις προϋποθέσεις και οικονομικής στήριξης αυτών.
Η απροκάλυπτη πλέον υιοθέτηση των ΝΑΤΟικών και ευρωενωσιακών πολεμικών επιλογών εκ μέρους της κυβέρνησης, σχηματοποιείται καθαρά στις δηλώσεις του πρωθυπουργού, Κυρ. Μητσοτάκη, κατά τη διάρκεια δηλώσεών του, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του γγ του ΝΑΤΟ, Μ. Ρούτε (τέλος Νοέμβρη) στην Αθήνα, όπου υπογράμμισε προκλητικά την «ανάγκη ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας και της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, αλλά και την πρόταση για ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής ασπίδας για την αεράμυνα…».
Αυτοί οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί απεικονίζονται και στον υπό συζήτηση προϋπολογισμό. Προβλέπει εξοπλισμούς δισεκατομμυρίων ευρώ για τις ΝΑΤΟικές ανάγκες, με μια σταθερά αυξητική κλιμάκωση, κάτι που αποτυπωνόταν και στους προηγούμενους προϋπολογισμούς του ΥΠΕΘΑ, την ώρα βέβαια που οι μισθοί στην Ελλάδα υπολείπονται ακόμη και των επιπέδων του 2009.
Για τις προϋπολογιζόμενες δαπάνες του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, οι διαφορές με τον προϋπολογισμό του παρελθόντος έτους στο σύνολο των διατιθέμενων πιστώσεών τους, είναι μικρές (6,123 δισ. για το 2024, 6,130 δισ. για το 2025). Στην ανάλυση όμως των επιμέρους προβλέψεών του υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις, που φανερώνουν ακόμη πιο έντονα τον αντιλαϊκό προσανατολισμό του, τη για μια ακόμη χρονιά αγνόηση των πάγιων αιτημάτων του προσωπικού, όπως αυτά εκφράζονται μέσα απ’ τα συνδικαλιστικά σωματεία, αλλά και την επικίνδυνη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Κάποια από αυτά τα στοιχεία είναι:
— Υπερκάλυψη των κονδυλίων που απαιτεί το ΝΑΤΟ απ’ τα κράτη – μέλη του για την ενίσχυση της επιχειρησιακής επάρκειάς του (αντί του 2% που ζητάει το ΝΑΤΟ, η Ελλάδα διαθέτει κονδύλια που υπερβαίνουν το 3%).
— Η χρηματοδότηση της επικίνδυνης και προκλητικής για τον λαό διατήρησης της, για μια ακόμη χρονιά, διάθεσης του ποσού των 500.000 ευρώ ημερησίως ως χρηματοδότηση της αποστολής της ελληνικής φρεγάτας στην Ερυθρά Θάλασσα, στην ευρωενωσιακή αποστολή «ΑΣΠΙΔΕΣ».
— Περαιτέρω μείωση των κονδυλίων που προϋπολογίζονται για την κάλυψη των αναγκών του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων. Μέσω του σχεδόν διπλασιασμού των διατιθέμενων κονδυλίων για πληρωμές των φυσικών παραλαβών των εξοπλιστικών προγραμμάτων, για το 2024 δαπανήθηκαν 896 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2025 προϋπολογίζονται 1,6 δισ. ευρώ, κυρίως για τις σταδιακές παραλαβές φρεγατών Belharra.
Στον υπό εξέταση προϋπολογισμό, παρά τις κατά καιρούς κυβερνητικές εξαγγελίες, για άλλη μια χρονιά, παραμένουν άλυτα βασικά αιτήματα των συνδικαλιστικών φορέων του στρατιωτικού προσωπικού. Τα προβλήματα του προσωπικού, που συνειδητά η κυβέρνηση αρνείται να ικανοποιήσει, σχετίζονται με τη στέγαση, την πληρωμή των υπερωριών τους, την αποζημίωση της νυχτερινής εργασίας, την κάλυψη αναγκών Υγείας, τη χρηματοδότηση των στρατιωτικών νοσοκομείων, τη χορήγηση επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας, το οποίο χορηγείται σε όλες τις κατηγορίες εργαζομένων πλην των αντίστοιχων στρατιωτικών, και πολλά άλλα.
Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πραγματική προάσπιση της άμυνας της χώρας, όσο οι κυβερνήσεις την κρατάνε εγκλωβισμένη στη ΝΑΤΟική «στρούγκα», όσο ψευδεπίγραφα και παραπλανητικά για τον λαό προτάσσουν την ανάγκη ενίσχυσης της αμυντικής ισχύος και επάρκειας των Ενόπλων Δυνάμεων για τη δήθεν αντιμετώπιση της Τουρκίας, ενισχύοντας στην ουσία τη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Η χρηματοδότηση μέσω και του προϋπολογισμού του 2025, για τους εξοπλισμούς, τις αποστολές, τη συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές ασκήσεις και την εκπαίδευση των ΕΔ είναι «κομμένη και ραμμένη» στις επιχειρησιακές ανάγκες του ΝΑΤΟ.
Και για τον τομέα του υπουργείου Αμυνας ο προϋπολογισμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα κύριο εργαλείο έντασης της εφαρμογής της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης και στο επίπεδο του πολέμου.
Νίκος ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, βουλευτής του ΚΚΕ, αντισυνταγματάρχης ε.α.