Το ALT.GR συνάντησε το σεισμολόγο Σταύρο Τάσσο, και συζήτησε σχετικά με τον πρόσφατο σεισμό της Σάμου, με αφορμή τη συμπλήρωση σε λίγες μέρες ενός μήνα από την εκδήλωσή του.
Κύριε Τάσσο, έχει περάσει ένας μήνας από την εκδήλωση του σεισμικού φαινομένου των 6,7 Ρίχτερ στην περιοχή της Σάμου, στις 30 Οκτωβρίου 2020. Μπορείτε σήμερα να μας μιλήσετε με μεγαλύτερη ακρίβεια για το φαινόμενο και τη μετασεισμική του ακολουθία;
Υπάρχει μια πλούσια μετασεισμική ακολουθία με χιλιάδες μετασεισμούς. Εξ αυτών οι 45 ήταν πάνω από 4 Ρίχτερ, με ισχυρότερο αυτόν της 30-10-2020 με μέγεθος 5 Ρίχτερ. Παίρνοντας υπόψη την εξέλιξη του φαινομένου και την προϊστορία της περιοχής μπορούμε να πούμε ότι ο σεισμός των 6,9 Ρίχτερ ήταν ο κύριος σεισμός. Ο σεισμός των 5 Ρίχτερ μπορεί να είναι ο μεγαλύτερος μετασεισμός. Δεν αποκλείεται ένας μετασεισμός της τάξης των 6 Ρίχτερ, που μπορεί να προκαλέσει την κατάρρευση κτιρίων, που έχουν ήδη πάθει ζημιές, και να προκαλέσει ένα άλλο μικρό τσουνάμι, που όμως όσο περνάει ο χρόνος τόσο μειώνεται η πιθανότητα να συμβεί. Η μετασεισμική ακολουθία θα διαρκέσει για αρκετούς μήνες, με μειούμενη συχνότητα μετασεισμών, αλλά σταθερό μέσο μέγεθος. Αυτό σημαίνει ότι αν το μέσο μέγεθος των σεισμών είναι μεταξύ 4 και 5 Ρίχτερ, δεν αποκλείεται ένας τέτοιος σεισμός να γίνει μετά από 2-3 μήνες.

Εκτός από το τραγικό γεγονός της απώλειας ζωών τόσο στη Σάμο, όσο και στην περιοχή της Σμύρνης, ποια είναι η εκτίμησή για τις υλικές ζημιές, στα κτήρια, στο οδικό δίκτυο και αλλού;
Στη Σάμο, αρκετά σπίτια, κυρίως παλιά μονώροφα ή διώροφα, κατέρρευσαν ή έπαθαν μεγάλες ζημιές. Στη Σμύρνη, δεκάδες κτίρια, κυρίως πολυώροφες πολυκατοικίες, οι πιο πολλές μικρής ηλικίας, υπέστησαν μερική ή ολοσχερή καταστροφή.
Το ύψος και η ποιότητα των κατασκευών που έπαθαν ζημιές στη Σάμο και στη Σμύρνη είναι ενδεικτικά των φυσικών χαρακτηριστικών του σεισμού και της τρωτότητας των κατασκευών. Στη Σάμο, που ήταν πολύ πιο κοντά στο επίκεντρο του σεισμού, περίπου 17 χλμ, συντονίστηκαν με την εδαφική κίνηση τα μονώροφα και τα διώροφα κτίσματα, και όσα ήταν παλιά και χωρίς αντισεισμικές προδιαγραφές κατέρρευσαν. Στη Σμύρνη, που το επίκεντρο ήταν σε απόσταση περίπου 60 χλμ, συντονίστηκαν οι πολυκατοικίες 4 και 5 ορόφων, και όσες ήταν κακής ποιότητας, έστω και μικρής ηλικίας, επίσης κατέρρευσαν. Και στις δύο περιπτώσεις αυτό που αναδεικνύεται ως ο καθοριστικός παράγοντας είναι η ποιότητα των κατασκευών, που εξαρτάται από τον άνθρωπο, ενώ η απόσταση του επικέντρου από κατοικημένη περιοχή που είναι ο αποφασιστικός παράγοντας που καθορίζει την ένταση της εδαφικής κίνησης, δεν εξαρτάται από τον άνθρωπο.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου 1000 κτίρια, κυρίως κατοικίες, αλλά και επαγγελματικοί χώροι, δημόσια κτίρια, σχολεία, εκκλησίες, αποθήκες και λοιποί χώροι, έχουν κριθεί μη κατοικήσιμα.
Στο Βαθύ, και σε μια ζώνη 2-3 οικοδομικών τετραγώνων από την παραλία, λόγω του τσουνάμι οι επαγγελματικοί χώροι έχουν πάθει σχεδόν ολική καταστροφή του εξοπλισμού τους.
Και τα τρία λιμάνια Βαθύ, Καρλόβασι και Πυθαγόρειο έχουν πάθει σοβαρές ζημιές.
Σοβαρές ζημιές έπαθε και ο δρόμος που συνδέει το Βαθύ με το Καρλόβασι, ενώ έγιναν κατολισθήσεις στο δρόμο που συνδέει τα χωριά Καλλιθέα και Δρακαίους.
Τα σχολεία για άλλη μια φορά αποδείχθηκε ότι απ’ όλα τα δημόσια κτίρια είναι τα πιο ευάλωτα, αφού από τα 44 σχολεία που ελέγχτηκαν τα 11, σε Βαθύ, Άνω Βαθύ, Κοντακέϊκα, Χώρα, Πλάτανο, και η Πορφυριάδα Σχολή Καρλοβάσου, έχουν πάθει σοβαρές ζημιές. Ορισμένα, που είναι κτίρια του 1880 και του 1920, στα Κοντακέϊκα, στη Χώρα, και στο Άνω Βαθύ έχουν πάθει πολύ μεγάλη ζημιά και πιθανά να χρειάζονται γκρέμισμα ή πολύ μεγάλο έργο επισκευής και θωράκισης. Σοβαρές ζημιές επίσης έχει πάθει το κτίριο της πρώην Εμπορικής Σχολής στο Καρλόβασι, που αποτελεί ένα από τα βασικά κτίρια του Πανεπιστημίου.

Ζημιές έχουν υποστεί επίσης αρχαιολογικά ευρήματα, ιστορικά μνημεία και εκκλησίες στο νησί, όπως το κάστρο Λυκούργου Λογοθέτη στο Πυθαγόρειο, και η εκκλησία της Παναγίας στον Πλάτανο (αρχές 17ου αι.).
Τέλος υπολογίζεται ότι 200 με 300 άτομα έχουν ξεσπιτωθεί.
Με δεδομένο ότι η χώρα μας είναι μια ιδιαίτερα σεισμογενής περιοχή και σύμφωνα με εκτιμήσεις, εκδηλώνεται περίπου το 50% της σεισμικής δραστηριότητας στην Ευρώπη, τι μέτρα κατά τη γνώμη σας πρέπει να πάρει η κυβέρνηση για τη μείωση των συνεπειών από τους σεισμούς;
Αυτό είναι και το βασικό ζήτημα, που πρέπει να εξετάζουμε κάθε φορά όταν έχουμε ένα σεισμό, αλλά και οποιαδήποτε άλλη φυσική καταστροφή, όπως πλημμύρα και πυρκαγιά. Τι πρέπει και μπορεί να γίνει, χρησιμοποιώντας κάθε δυνατότητα που η επιστήμη και η τεχνολογία προσφέρει, ώστε να ελαχιστοποιηθούν έως και να μηδενιστούν οι συνέπειές του, και αν αυτό έχει γίνει.
Ο σεισμός, και πολύ περισσότερο η δυνατότητα πρόγνωσής του, είναι ακόμα ένα άλυτο πρόβλημα, για έναν αντικειμενικό και έναν υποκειμενικό λόγο. Ο αντικειμενικός λόγος έχει να κάνει με την μη δυνατότητα άμεσης παρατήρησης του φαινομένου εκεί όπου γεννιέται, σε βάθη από μερικά μέχρι και 700 χλμ στο εσωτερικό της γης. Σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τα μετεωρολογικά φαινόμενα που έχουμε τη δυνατότητα να τα παρατηρούμε με τους δορυφόρους εκεί όπου γίνονται. Ο υποκειμενικός λόγος έχει να κάνει με την κρατούσα θεωρία των τεκτονικών πλακών που αν εξεταστεί προσεκτικά είναι γεμάτη από λογικές αντιφάσεις και ελλείψεις πειραματικής επιβεβαίωσης, και οδηγεί τη σκέψη μας σε λάθος δρόμους. Για λόγους οικονομίας χώρου δεν θα επεκταθώ περισσότερο.

Εάν αυτό ισχύει, και κατά τη γνώμη μου ισχύει, είναι πρωθύστερο να συζητάμε για πρόγνωση, όταν ο τρόπος γένεσης του φυσικού φαινομένου του σεισμού δεν έχει ακόμα κατανοηθεί, και οι κρατούσες υποθέσεις εργασίας κάθε άλλο παρά βοηθούν στην κατανόησή του. Επομένως οι όποιες εκτιμήσεις στηρίζονται σε στατιστικές μεθόδους έχουν τις γνωστές αβεβαιότητες, ενώ τα όποια αιτιοκρατικά μοντέλα που στηρίζονται στη θεωρία των τεκτονικών πλακών δεν μπορεί να έχουν σχέση με τους σεισμούς, αφού οι σεισμοί δεν μπορεί να οφείλονται, σε αντίθεση με την κρατούσα άποψη, σε στατικά φορτία και τα ρήγματα που παράγονται από τις οριζόντιες κινήσεις των πλακών. Το μόνο βέβαιο είναι ότι κάποια στιγμή θα γίνει ένας σεισμός που μπορεί να προκαλέσει μικρές ή μεγάλες καταστροφές, αν δεν έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα.
Με αυτό το δεδομένο σε μια χώρα που έχει την υψηλότερη σεισμικότητα στην Ευρώπη, και την πέμπτη στον κόσμο, καμιά περιοχή του ελληνικού χώρου δεν μπορεί να εξαιρεθεί από τη λήψη μέτρων ελαχιστοποίησης του σεισμικού κινδύνου. Εδώ έχει σημασία να επισημανθεί, ότι είμαστε τυχεροί μέσα στην ατυχία μας, αφού πολλοί από τους ισχυρούς σεισμούς γίνονται στη θάλασσα, και επομένως οι επιπτώσεις τους σε κατοικημένες περιοχές, και ανάλογα με την απόσταση του επικέντρου από την κατοικημένη περιοχή, είναι σαφώς μικρότερες από ότι θα ήταν αν ο σεισμός γινόταν μέσα ή κοντά στον οικιστικό ιστό. Όμως αρκεί ένας σεισμός μέσα στον οικιστικό ιστό, όπως αυτός της Αθήνας το 1999, που ήταν περίπου 30 φορές ασθενέστερος από το σεισμό της Σάμου, με τους 140 νεκρούς και τα 5000 κτίρια που κατέρρευσαν ή κρίθηκαν κατεδαφιστέα, για να φανούν οι τεράστιες ελλείψεις που υπάρχουν σε μέτρα αντισεισμικής προστασίας. Και η έλλειψη αυτή δεν οφείλεται σε αδυναμία της επιστήμης και της τεχνολογίας να ελαχιστοποιήσει το σεισμικό κίνδυνο, αλλά στο γεγονός ότι στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, ο σεισμός, αλλά και οι άλλες φυσικές καταστροφές, αντιμετωπίζονται με τη λογική του κόστους-οφέλους, με τη λογική της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Αυτό άλλωστε συμβαίνει και για κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, της υγείας μη εξαιρουμένης, που με αφορμή την πανδημία του κορονοϊού, τις επιπτώσεις αυτής της επιλογής με τραγικό τρόπο βιώνουν όλοι οι λαοί.

Στόχος μιας αντισεισμικής πολιτικής που στο κέντρο της έχει τις ανάγκες της κοινωνίας είναι η λήψη όλων των μέτρων αντισεισμικής θωράκισης που η επιστήμη και η τεχνολογία παρέχουν στη δεδομένη ιστορική στιγμή σε κάθε κατοικημένο σημείο του ελληνικού χώρου, με την παραδοχή ότι ο επόμενος δυνητικά καταστρεπτικός σεισμός θα γίνει στο σημείο αυτό την επόμενη στιγμή. Μέτρα ετοιμότητας του λαού, ύπαρξη ελεύθερων χώρων, προσεισμικοί έλεγχοι μεγάλων δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων (σχολεία, νοσοκομεία, εργοστάσια, χώροι διασκέδασης κ.λπ.) και αποκατάστασή τους, ή αντικατάστασή τους από άλλα κτίρια με τις απαιτούμενες αντισεισμικές προδιαγραφές, όπου η αποκατάστασή τους δεν επαρκεί.
Ειδικά όσον αφορά τον απλό ταχύ οπτικό έλεγχο των περίπου 80.000 δημόσιων κτιρίων η ολοκλήρωσή του εκκρεμεί από το 1999. Μέχρι τώρα, μόλις το 15% περίπου έχουν ελεγχθεί, και το χειρότερο από αυτά που ελέγχθηκαν βρέθηκε ότι το 30% είχε ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων, που μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις έχουν γίνει. Ειδικότερα για τα σχολεία η ανάγκη ελέγχου είναι μεγάλη, αφού από τις περίπου 14.500 σχολικές μονάδες σε όλη τη χώρα, οι 8.320 ή το 57,4%, χαρακτηρίζονται «γερασμένες», αφού έχουν χτιστεί πριν το 1985 χωρίς ή με ελάχιστες αντισεισμικές προδιαγραφές. Από τις υπόλοιπες 6.180 που έχουν χτιστεί μετά το 1985, μόλις οι 3.050 έχουν χτιστεί με πιο αυστηρές αντισεισμικές προδιαγραφές, μετά το 1995.
Σε κάθε περίπτωση, το 80% των 4.000.000 κτιρίων της χώρας, εκ των οποίων 400.000 περίπου επαγγελματικοί χώροι, έχουν κτιστεί πριν το 1985, δηλαδή πριν τεθεί σε εφαρμογή ο σύγχρονος αντισεισμικός κανονισμός, και επομένως χρήζουν ελέγχων και ενισχύσεων.

Η αντισεισμική, αλλά και γενικότερα η θωράκιση από φυσικές καταστροφές, σημαίνει πλέγμα άμεσων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων, μέτρων ενταγμένων σε έναν ολοκληρωμένο κεντρικό σχεδιασμό. Απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του λαού, και μια πολιτική εξουσία και οικονομία που λειτουργούν με αποκλειστικό κριτήριο την κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Μια πολιτική εξουσία που θα αντιμετωπίζει τη γη και την κατοικία σαν κοινωνικά αγαθά και όχι σαν εμπορεύματα και θα προβλέπει ένα πρόγραμμα λαϊκής στέγης από ένα εθνικό δημόσιο φορέα κατασκευών που θα παρέχει καλαίσθητους και σεισμικά ασφαλείς χώρους κατοικίας, εργασίας, άθλησης, πολιτισμού και διασκέδασης στο λαό και τους εργαζόμενους.
Ειδικότερα στη Σάμο πρέπει άμεσα να παρθούν μέτρα για την προσωρινή στέγαση όσων έχουν ξεσπιτωθεί, με την επίταξη ξενοδοχείων ή την ενοικίαση κατοικιών. Να γίνουν έλεγχοι σε όλα τα δημόσια κτίρια και υποδομές, αλλά και σε χώρους δουλειάς, και να προχωρήσει άμεσα η αποκατάστασή τους, ειδικά των σχολείων, για να μη χάσουν οι μαθητές άλλη μια χρονιά. Να προχωρήσουν άμεσα οι διαδικασίες για την κατεδάφιση των ετοιμόρροπων κτιρίων. Η κατάρρευση ενός τέτοιου κτιρίου στοίχισε τη ζωή των δύο παιδιών στη Σάμο. Αυτό πρέπει να γίνει και σε όλη την επικράτεια, παράλληλα με την αποκατάσταση των παραδοσιακών οικισμών και άλλων προστατευόμενων κτιρίων και μνημείων με την αποκλειστική ευθύνη του κράτους. Μέτρα στήριξης και ανακούφισης εργαζομένων και επαγγελματιών. Αποζημίωση στο 100% των ζημιών που έχουν υποστεί σπίτια και επιχειρήσεις. Καμιά απόλυση με το πρόσχημα της φυσικής καταστροφής. Γενναία χρηματοδότηση των δήμων από τον κρατικό προϋπολογισμό, και προσλήψεις μόνιμου προσωπικού όλων των αναγκαίων ειδικοτήτων σε Δήμους και Περιφέρεια.



