Πριν ακόμη ξεκινήσει η Σύνοδος της Αμερικής επιβεβαιώνεται κι επίσημα ότι χάνουν έδαφος οι ΗΠΑ και στο δυτικό ημισφαίριο. Η Λατινική Αμερική, που για τουλάχιστον δύο αιώνες, ήταν υπό την σχεδόν αποκλειστική εκμετάλλευση των ΗΠΑ, φαίνεται να στρέφεται και προς τη Κίνα. Μεγάλες δυσκολίες αντιμετωπίζει η κυβέρνηση Μπάιντεν στην πραγματοποίηση της πολυδιαφημισμένης «Συνόδου της Αμερικής». Διακηρυγμένος στόχος της συνόδου είναι να εγκαινιάσει μια «νέα εποχή» στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Λατινική Αμερική, κάτι που στην πραγματικότητα μεταφράζεται ως μία προσπάθεια της Ουάσιγκτον να ανασχέσει την ολοένα και αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στην πάλαι ποτέ «πίσω αυλή» των ΗΠΑ.
Χαρακτηριστικό των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η αμερικανική κυβέρνηση είναι το γεγονός πως αν και η σύνοδος πρόκειται να ξεκινήσει σήμερα, ακόμη δεν υπάρχει καν κατάλογος προσκεκλημένων, καθώς είναι ακόμη σε εξέλιξη η κρίση με τον Μεξικανό πρόεδρο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ.
Ο Λόπες Ομπραδόρ απειλεί να μην παραστεί στη Σύνοδο, αν δεν προσκληθούν όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, περιλαμβανομένων της Κούβας, της Βενεζουέλας και της Νικαράγουα, τις οποίες η Ουάσιγκτον αποφάσισε οριστικά να αποκλείσει, με την πρόφαση ότι δεν επιθυμούσε να περιλαμβάνονται στους καλεσμένους «εκπρόσωποι αυταρχικών καθεστώτων». Πέραν της Κούβας που συνεχίζεται το δολοφονικό εμπάργκο, ο αποκλεισμός αυτών των χωρών έχει να κάνει με τις στενές σχέσεις που διατηρούν με το Πεκίνο και τη Μόσχα, ενώ και η στάση του Ομπραδόρ ερμηνεύεται καλύτερα αν ληφθεί υπόψη η εντεινόμενη οικονομική διείσδυση των ρωσικών και κινεζικών μονοπωλίων στο Μεξικό τα τελευταία χρόνια.
Στο «τραπέζι» οικονομική συνεργασία και μετανάστευση
Η ανάσχεση της κινεζικής επιρροής σε αυτές τις χώρες αποτελεί βασικό στόχο των ΗΠΑ. Όπως ανέφερε ο βασικός σύμβουλος του Μπάιντεν για τη Λατινική Αμερική, Χουάν Γκονσάλες, ο Δημοκρατικός πρόεδρος έχει στόχο «να προωθήσει ένα όραμα μιας ασφαλούς και δημοκρατικής περιοχής», κάτι που «αποτελεί στρατηγικό συμφέρον για τις ΗΠΑ».
Σε αυτό το πλαίσιο ο Μπάιντεν θα κάνει ανακοινώσεις για την οικονομική συνεργασία και την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19, καθώς και την κλιματική αλλαγή, ενώ ελπίζει να πετύχει και μια περιφερειακή συμφωνία για τη μετανάστευση, ένα εκρηκτικό ζήτημα που έχει προκαλέσει έντονες τριβές με τις χώρες της περιοχής, ακόμη και αυτές που αποτελούν στενούς συμμάχους των ΗΠΑ.
Αξίζει να σημειωθεί πως αν και αριθμός των ανθρώπων που προσπαθούν να εισέλθουν στις ΗΠΑ παράτυπα για να γλιτώσουν από τη φτώχεια και τη βία στην Κεντρική Αμερική και την Αϊτή αυξάνεται, η κυβέρνηση Μπάιντεν μέχρι στιγμής δεν έχει τηρήσει την υπόσχεσή της να υιοθετήσει μια νέα μεταναστευτική πολιτική, πιο χαλαρή σε σχέση με αυτή που ακολουθούσε η χώρα επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ.
«Φθίνουσα επιρροή» των ΗΠΑ
Αποκαλυπτικές εξάλλου των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ είναι οι τοποθετήσεις αναλυτών και δεξαμενών σκέψης εντός της χώρας.
Σύμφωνα με τον Μπέντζαμιν Γκεντάν, επικεφαλής των λατινοαμερικανικών σπουδών στο Woodrow Wilson International Center for Scholars, την ώρα που η Κίνα έχει κάνει μεγάλες επενδύσεις στην περιοχή, οι ΗΠΑ δεν έχουν ακολουθήσει.
Η σύνοδος θα πρέπει να κριθεί από τις προτάσεις των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την εμπορική πρόσβαση, τα δάνεια και τη βοήθεια για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης και των υποδομών της περιοχής
Και σε αυτά τα θέματα οι ΗΠΑ θα απογοητεύσουν, είναι αναπόφευκτο
Μπέντζαμιν Γκεντάν, Woodrow Wilson International Center for Scholars
Στο ίδιο πνεύμα, ο Έρικ Φάρνσγουορθ, αντιπρόεδρος του Council of the American, μιας οργάνωσης που προωθεί τις εμπορικές συναλλαγές σε επίπεδο ηπείρου, είχε εκτιμήσει πρόσφατα ότι κάθε Σύνοδος της Αμερικής είναι «λιγότερο φιλόδοξη» από την προηγούμενη.
Επίσης, ο Μάικλ Σίφτερ, ερευνητής του οργανισμού Inter-American Dialogue, θεωρεί ότι τα προβλήματα με τον κατάλογο των καλεσμένων αποτελεί ένδειξη της φθίνουσας επιρροής των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ «έχουν ακόμη πολύ “ήπια ισχύ”», παρατήρησε ο Σίφτερ, αλλά «η πολιτική τους και διπλωματική τους επιρροή μειώνεται καθημερινά».
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, «Washington Post»)