Το κόστος της ανοικοδόμησης της Συρίας, έπειτα την ιμπεριαλιστική επέμβαση των ΗΠΑ, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, αλλά και της Τουρκίας, του Κατάρ, της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ, στη χώρα και τον πόλεμο των 13 ετών που κατέστρεψε τις υποδομές της, μπορεί να ξεπεράσει τα 216 δισ. δολάρια, εκτίμησε σήμερα σε έκθεση η Παγκόσμια Τράπεζα.
Σύμφωνα με την έκθεση, το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας έπεσε σχεδόν 53% ανάμεσα στο 2010 και το 2022».
Οι νέοι τζιχαντιστές ηγέτες της Συρίας, που κατέλαβαν την εξουσία τον Δεκέμβριο του 2024 αφού ανέτρεψαν τον Μπασάρ αλ ’Ασαντ, υπολογίζουν κυρίως στις πλούσιες μοναρχίες του Κόλπου προκειμένου να αποκαταστήσουν τις υποδομές και έχουν ήδη υπογράψει συμφωνίες για επενδύσεις με πολλές χώρες της περιοχής, μεταξύ των οποίων η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και η Τουρκία.
Η στρατιωτική ιμπεριαλιστική επέμβαση οδήγησε σε τουλάχιστον μισό εκατομμύριο θανάτους, διαμέλισε τη χώρα και κατέστησε πρόσφυγες και εκτοπισμένους εκατομμύρια ανθρώπους. Η περιοχή του Χαλεπιού (βόρεια), η επαρχία της Δαμασκού και η επαρχία Χομς (κέντρο), που έζησαν τις πιο σφοδρές μάχες, έχουν πληγεί πιο πολύ από τις καταστροφές, σύμφωνα με την έκθεση.
«Μεταξύ των κατηγοριών που έχουν αποτιμηθεί, οι υποδομές επλήγησαν περισσότερο, αντιπροσωπεύοντας το 48% του συνόλου των καταστροφών (52 δισ. αμερικανικά δολάρια), ακολουθούν τα κτήρια κατοικιών (33 δισ. δολάρια) και τα μη οικιστικά κτήρια (23 δισ. δολάρια)», αναφέρει η έκθεση.
Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι το κόστος της ανοικοδόμησης θα είναι δεκαπλάσιο του προβλεπόμενου ΑΕΠ της Συρίας για το 2024.
Ο οι δηλώσεις του οποίου παρατίθενται στην έκθεση, εκτίμησε ότι θα αποτελέσει «μια σημαντική βάση προκειμένου να αποτιμηθεί το εύρος των μαζικών καταστροφών και του κόστους της ανοικοδόμησης που μας περιμένει».
«Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι επιτακτική ανάγκη για τη διεθνή κοινότητα να κινητοποιήσει την υποστήριξη και τους εταίρους της προκειμένου να βοηθήσει τη Συρία (…)», δήλωσε ο τζιχαντιστής υπουργός Οικονομικών που παρακολούθησε την περασμένη εβδομάδα στην Ουάσινγκτον τις ετήσιες συνόδους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP



