Το διαχρονικό έγκλημα όλων των κυβερνήσεων σε βάρος του περιβάλλοντος, με την συνειδητής ανεπάρκειας σε μέτρα πρόληψης και της υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης των Δασαρχείων και της Πυροσβεστικής, αναδεικνύονται ξεκάθαρα και από τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από το Εθνικό Αστεροσκοπείο, με το meteo.gr και το ευρωπαϊκό σύστημα Corenricus πιο ειδικά για τις πυρκαγιές στην Αττική.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, τα τελευταία 7 χρόνια, από το 2016 μέχρι σήμερα, έχει καεί το 23% της Αττικής γης (χωρίς την περιοχή της Τροιζηνίας και των νησιών), δηλαδή 550.000 στρέμματα γης έγιναν στάχτη από τα συνολικά 2.500.0000 στρέμματα του λεκανοπεδίου. Σημειώνεται πως σε όλη τη χώρα, από την αρχή του χρόνου μέχρι και το τέλος Ιουλίου, σε 11 μεγάλες πυρκαγιές έχουν καεί περισσότερα από 550.000 στρέμματα, με τα 470.000 να έχουν καταστραφεί σε μόλις 15 ημέρες.
Η μονάδα meteo.gr του Αστεροσκοπείου επισημαίνει ότι η εκδήλωση ακραίων δασικών πυρκαγιών περιλαμβάνει τη σύζευξη και την αλληλεπίδραση φωτιάς και ατμόσφαιρας, οπότε είναι αδύνατον να χαραχτεί οποιαδήποτε στρατηγική διαχείρισης χωρίς την ενεργό συνεισφορά της μετεωρολογικής γνώσης, με σταθμούς και άλλα μέσα.
Βεβαίως, το κρίσιμο ζήτημα είναι ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός δασοπροστασίας και πυροπροστασίας με επίκεντρο την πρόληψη, ωστόσο αυτό έχει αποδειχθεί διαχρονικά ότι δεν αποτελεί προτεραιότητα του αστικού κράτους, που στηρίζεται στη λογική του κόστους – οφέλους, της γης – εμπόρευμα, που οδηγεί τελικά στην εξυπηρέτηση των αναγκών λίγων επιχειρηματικών ομίλων και όχι των πολλών, των λαϊκών στρωμάτων, να ζουν σε ένα καθαρό και υγιεινό περιβάλλον.
Οι εργαζόμενοι με τους φορείς τους πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση τόσο για να δυναμώσει ο αγώνας διεκδίκησης στις πυρόπληκτες περιοχές, αλλά και σε όλη τη χώρα, για μέτρα πρόληψης, δασοπροστασίας και αντιπλημμυρικής θωράκισης, όσο και για να μην περάσουν τα κυβερνητικά σχέδια για την πλήρη παράδοση της διαχείρισης του δασικού πλούτου σε ιδιώτες επενδυτές, που εμφανίζονται ως δήθεν «σωτήρες».