Όταν η πρώην πρωθυπουργός του Μπανγκλαντές, Σεΐχ Χασίνα, επισκέφτηκε την Ινδία στις αρχές του καλοκαιριού και την Κίνα τον Ιούλη, διεθνείς αναλυτές τόνιζαν τη σημασία αυτών των επισκέψεων – ιδιαίτερα σ’ αυτήν τη συγκυρία – για τη θέση του Μπανγκλαντές στο γεωπολιτικό σκηνικό.
Γραφόταν τότε ότι οι συνομιλίες σε Νέο Δελχί και Πεκίνο υπογραμμίζουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ντάκα για την «εξισορρόπηση των ανταγωνιστικών συμφερόντων μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων», όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ινδία. Όπως αποδείχθηκε, η …«εξισορρόπηση» αυτή σε συνθήκες κλιμάκωσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην περιοχή και παγκόσμια είχε πολύ κοντά ποδάρια.
Λίγο νωρίτερα, στα μέσα Μάη, βρέθηκε στο Μπανγκλαντές ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη Νότια Ασία, Ντόναλντ Λου, γνωστός για τα «μαγειρέματα» και τη «σκηνοθεσία» αναταραχών και «χρωματιστών επαναστάσεων» σε χώρες στρατηγικής σημασίας για τα αμερικανικά συμφέροντα.
«Γνωρίζουμε ότι πέρυσι υπήρχαν πολλές εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και του Μπανγκλαντές. Οι ΗΠΑ εργάστηκαν πολύ σκληρά για να προωθήσουν ελεύθερες, δίκαιες και μη βίαιες εκλογές και προκάλεσαν κάποιες εντάσεις», δήλωνε τότε ο Λου, καλώντας την κυβέρνηση Χασίνα να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ «για την προώθηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων»…
Λίγο μετά την αποπομπή της, μιλώντας στους «Economic Times» της Ινδίας η Χασίνα φέρεται να κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι την ανέτρεψαν επειδή θέλουν τον έλεγχο του νησιού Σεντ Μάρτιν, στον Κόλπο της Βεγγάλης. Αν και ο γιος της διέψευσε το δημοσίευμα για το στρατηγικής σημασίας νησί, δεν απέκλεισε ανάμειξη της CIA στην ανατροπή της Χασίνα, ενώ απέρριψε οποιαδήποτε κινεζική εμπλοκή.
Η Κίνα έχει επενδύσει την τελευταία δεκαετία σε πολλά έργα υποδομής στο Μπανγκλαντές, επεκτείνοντας την κινεζική γεωπολιτική επιρροή και προκαλώντας το «ενδιαφέρον» τόσο της Ινδίας όσο και των ΗΠΑ. Κατά την πρόσφατη επίσκεψη της Χασίνα στο Πεκίνο, οι σχέσεις Κίνας – Μπανγκλαντές αναβαθμίστηκαν σε «ολοκληρωμένη στρατηγική εταιρική σχέση». Οι δύο χώρες δεσμεύτηκαν να καταπολεμήσουν την «εξωτερική παρέμβαση» στις υποθέσεις του Μπανγκλαντές και η Χασίνα επιβεβαίωσε τη θέση της για την «αρχή της μίας Κίνας» αναφορικά με την Ταϊβάν.
Αλλά και η Ινδία έχει στενές σχέσεις με το Μπανγκλαντές. Τον περασμένο Ιούνη το Μπανγκλαντές εντάχθηκε στο Συνέδριο Ασφαλείας του Κολόμπο (CSC), μια «συμμαχία ασφαλείας» που ιδρύθηκε το 2020 με πρωτοβουλία της Ινδίας, για να αντισταθμίσει την επιρροή της Κίνας στην περιοχή του Ινδικού Ωκεανού.
Τέλος, ο ρόλος του Μπανγκλαντές στη στρατηγική των ΗΠΑ στον Ινδο-Ειρηνικό έχει αυξηθεί κατακόρυφα, καθώς επιδιώκουν να προωθήσουν τα δικά τους επενδυτικά και στρατιωτικά σχέδια έναντι του κινεζικού «Δρόμου του Μεταξιού» (BRI).
Κάπως έτσι φτάσαμε στα πρόσφατα επεισόδια, με τουλάχιστον 650 νεκρούς. Η Χασίνα διέφυγε στην Ινδία και ο -αποδεκτός από τις ΗΠΑ- νομπελίστας και «τραπεζίτης των μικροπιστώσεων», Μ. Γιουνούς, ανέλαβε υπηρεσιακός πρωθυπουργός που θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Καθοριστικό ρόλο στις διαδηλώσεις, με συνθήματα για τη «δημοκρατία» και τις «ελευθερίες», έπαιξαν οι φοιτητές, τους οποίους ο στρατός αναγνώρισε ως άμεσους συνομιλητές μετά την αποπομπή της πρώην πρωθυπουργού.
Ερωτήματα προκαλεί το γεγονός ότι η αστυνομία και ο στρατός του Μπανγκλαντές δεν κατέστειλαν τις διαδηλώσεις του Αυγούστου, σε αντίθεση με αυτές του Ιούλη, κάνοντας πολλούς αναλυτές να μιλάνε για πραξικόπημα ή και για «χρωματιστή επανάσταση». Όπως αναμενόταν οι ΗΠΑ αρνήθηκαν κάθε ανάμειξη, εξέφρασαν όμως άμεσα την ικανοποίησή τους για τις εξελίξεις και «ενέκριναν» τη μεταβατική πρωθυπουργία του Γιουνούς, ο οποίος κατηγορείται στη χώρα του για διαφθορά και απάτες…
Πηγή: Ριζοσπάστης