Ενα εκρηκτικό κοκτέιλ, που περιλαμβάνει αφενός μεν την εκτόξευση της τιμής του φυσικού αερίου τις τελευταίες μέρες, αφετέρου τις αυξήσεις σε βασικές χρεώσεις που έχουν προγραμματιστεί να γίνουν από 1 Μάρτη, θα φορτώσει ακόμα περισσότερο τους λογαριασμούς ρεύματος που θα πρέπει να πληρώσουν τα λαϊκά νοικοκυριά τον επόμενο μήνα.
Η τιμή του ρεύματος έχει εκτιναχθεί τις τελευταίες μέρες, φτάνοντας στα επίπεδα του Φλεβάρη του 2023, με το κόστος να διαμορφώνεται στα 182 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Οσον αφορά την τιμή του φυσικού αερίου, μέσα σε μία μέρα μόνο, από τη Δευτέρα στην Τρίτη, αυξήθηκε από τα 60 στα 72 ευρώ η μεγαβατώρα! Κάτι που σημαίνει ότι ένα νοικοκυριό που πλήρωσε τον Φλεβάρη 9 έως 18 λεπτά τη μεγαβατώρα, θα κληθεί να πληρώσει από 18 έως 27 λεπτά τον Μάρτη!
Δεν είναι η πρώτη φορά που τα λαϊκά νοικοκυριά έρχονται αντιμέτωπα με νέες αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος. Η κυβέρνηση επιχειρεί με αστεία επιχειρήματα, του τύπου «δεν είχε αρκετό αέρα» ή «έκανε πολύ κρύο», να το αιτιολογήσει. Ομως, πλέον δεν κρύβεται ότι η τιμή του εμπορεύματος «ρεύμα» εκτοξεύεται στο πλαίσιο της «απελευθερωμένης» αγοράς Ενέργειας, του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και βέβαια της πολιτικής της «πράσινης μετάβασης», που έχει τσακίσει τον λαό με τα υπέρογκα κόστη στους λογαριασμούς.
Αυτό το διάστημα, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποιούνται, τα αποθέματα μειώνονται, με τους χώρους αποθήκευσης στην Ευρώπη να έχουν ποσότητες αντίστοιχες με το 2022 που ήταν οι χαμηλότερες τα τελευταία χρόνια. Διεθνείς αναλυτές αναφέρουν ότι «η ταχεία εξάντληση των αποθεμάτων υπογραμμίζει την αδυναμία του εφοδιασμού της Ευρώπης. Η απώλεια του μεγαλύτερου μέρους της ρωσικής προσφοράς τα τελευταία τρία χρόνια έκανε τις ευρωπαϊκές αγορές φυσικού αερίου πιο επιρρεπείς σε κλυδωνισμούς τιμών ως απάντηση σε βραχυπρόθεσμες διακοπές λειτουργίας, ζήτηση LNG στην Ασία και αλλαγές στον καιρό». Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία, η κατανάλωση και ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη αναμένεται να αυξηθεί κατά 17% αυτόν τον μήνα σε σχέση με έναν χρόνο πριν, λόγω της οικιακής και εμπορικής ζήτησης. Τάση που θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες.
Στο «κόκκινο» η ενεργειακή επάρκεια λόγω των ανταγωνισμών και της Ενέργειας – εμπόρευμα
Πιο συγκεκριμένα, τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου (AGSI) καταγράφουν ότι στις 4 Φλεβάρη οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου ήταν καλυμμένες μόνο κατά 51,3%. Στις αρχές του Φλεβάρη του 2024 τα επίπεδα πληρότητας της δυναμικότητας άγγιζαν το 70%, ενώ η χαμηλότερη στάθμη της περσινής χρονιάς ήταν τον Μάρτη, με 59%.
Ανά χώρα, στη Γερμανία, οι αποθήκες φυσικού αερίου είναι γεμάτες σε ποσοστό 52%, στην Ιταλία κατά 61%, ενώ η Γαλλία καταγράφει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά στην ΕΕ, δηλαδή, περίπου 33%. Στα «κίτρινα» επίπεδα, δηλαδή κάτω του 40%, βρίσκονται το Βέλγιο, η Κροατία και η Ολλανδία. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός ΕΕ, στο «κόκκινο» βρίσκονται τόσο η Μεγάλη Βρετανία (26%), όσο και η Ουκρανία (10%).
Οι αποθήκες φυσικού αερίου της ΕΕ έπρεπε, βάσει των σχεδιασμών, να είναι γεμάτες κατά 90% τον περασμένο Νοέμβρη. Το 2025 αναμένεται να δυσκολευτούν να πιάσουν τους στόχους τους, εξαιτίας του ανταγωνισμού με άλλες περιοχές υψηλής κατανάλωσης φυσικού αερίου, όπως η Ασία, αλλά και λόγω της «στενότητας στην παγκόσμια αγορά LNG».
Παράλληλα, σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο περασμένος Γενάρης παρουσίασε το τρίτο μεγαλύτερο ποσοστό εισαγωγών LNG στα χρονικά και το υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων 12 μηνών. Ειδικότερα, οι εισαγωγές LNG παγκοσμίως αναμένεται να αυξηθούν σε 38,12 εκατ. μετρικούς τόνους για τον Γενάρη του 2025, από 37,69 εκατ. τόνους που εισήχθησαν τον Δεκέμβρη, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε η εταιρεία αναλύσεων εμπορευμάτων «Kpler». Οσον αφορά τις εισαγωγές LNG στην Ευρώπη, αυτές θα διαμορφωθούν, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Απρίλη του 2023. Οι 11,82 εκατ. τόνοι εισαγωγών LNG από την Ευρώπη τον Γενάρη θα είναι αρκετά περισσότεροι από τους 10,87 εκατ. τόνους του Δεκέμβρη, σύμφωνα με τα στοιχεία της «Kpler».
Αξίζει να αναφέρουμε ότι το δίκτυο των χώρων αποθήκευσης φυσικού αερίου σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ. Μέχρι στιγμής η ΕΕ έχει καταφέρει να αποφύγει μια χειμερινή κρίση εφοδιασμού, περιορίζοντας τη συνολική ζήτηση φυσικού αερίου και ενισχύοντας τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ, το Κατάρ, ακόμη και τη Ρωσία. Ομως, το 2025, αυτά τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Ενδιαφέρον έχει ακόμα το εξής: Σε όλο αυτό έρχεται να προστεθεί ο αντίκτυπος από την επιβολή των αμερικανικών δασμών που θα καταστήσουν ακριβότερες τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Ετσι, με φόντο και την αναζήτηση κάποιου είδους προσωρινού συμβιβασμού στην Ουκρανία, φουντώνουν τα σενάρια που θέλουν να έχουν ενταθεί οι συζητήσεις σχετικά με την προμήθεια φυσικού αερίου από τη Ρωσία καθώς ορισμένες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης εξακολουθούν να υποστηρίζουν την επιστροφή του φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας. Οπως αναφέρουν αναλυτές, «όσο περισσότερο οι τιμές του φυσικού αερίου παραμένουν υψηλές, τόσο πιο πιθανή είναι η επιστροφή στις ρωσικές ροές φυσικού αερίου κάποιου είδους μέσω της Ουκρανίας».
«Καπέλο» και μέσω βασικών χρεώσεων
Να σημειωθεί ότι ήδη από την 1.1.2025 οι λογαριασμοί ρεύματος «ανέβηκαν» αισθητά, πέρα από τις τιμές του ρεύματος, από την αύξηση των δημοτικών τελών και στη συνέχεια των ρυθμιζόμενων χρεώσεων.
Τώρα, από 1 Μάρτη 2025, οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος θα επιβαρυνθούν με νέες αυξήσεις, που αφορούν τόσο τις βασικές χρεώσεις όσο και τις επιπλέον ρυθμιστικές επιβαρύνσεις.
Μια επιπλέον επιβάρυνση λοιπόν θα προέρχεται από την αύξηση κατά 18,3% της χρέωσης για το Δίκτυο Μεταφοράς Ηλεκτρισμού, που εγκρίθηκε από τη Ρυθμιστική Αρχή. Συγκεκριμένα, η χρέωση αυξάνεται από 0,844 σε 0,999 λεπτά ανά κιλοβατώρα, κάτι που μεταφράζεται σε επιπλέον 8 ευρώ ετησίως για έναν μέσο καταναλωτή.
Πηγή: Ριζοσπάστης