Μια συζήτηση με τον ζωγράφο, ενδυματολόγο, σκηνογράφο, γλύπτη, αλλά και – κατά τη γνώμη μου – φιλόσοφο Γιάννη Μετζικώφ είναι πάντα μια ξεχωριστή εμπειρία. Με αυτόν τον μάγο των ψευδαισθήσεων, τον αγαπημένο μαθητή του Μόραλη, αυτόν τον μεγάλο καλλιτέχνη, που δημιουργίες του έχουν φιλοξενηθεί από την Εθνική Πινακοθήκη έως το Μουσείο Πούσκιν στη Μόσχα και που τα κοστούμια του θεωρούνται σύγχρονα έργα τέχνης, μιλάμε σήμερα για τη δύναμη της τέχνης, τη σημασία της αισθητικής, τους σπουδαίους δασκάλους του, τη σχέση του με την Ειρήνη Παπά, το λεύκωμά του «Ενδύματα και διηγήματα», αλλά και για τις οδυνηρές συνέπειες της σύγχρονης δυστοπίας.
Το όνομα Μετζικώφ πετύχατε να είναι συνώνυμο της υψηλής αισθητικής. Πολυβραβευμένος, πολίτης του κόσμου, περιζήτητος συντελεστής στο θέατρο, πώς …γλιτώσατε από την οικογενειακή προτροπή να γίνετε παπάς ή δάσκαλος;
Μπορεί ετεροχρονισμένα να φαίνονται αδιανόητες, ακόμα και αστείες αυτές οι παραινέσεις, όμως κάθε τι, ακόμα και τις εκδοχές αναμφισβήτητης αγάπης, πρέπει να τις δούμε μέσα στον καιρό που διατυπώθηκαν. Εκείνα τα χρόνια, εξήντα χρόνια πριν, δεν είχε ακόμα σβήσει η μνήμη του πολέμου, υπήρχε ανασφάλεια, φόβος και οικονομική αβεβαιότητα. Χιλιάδες φεύγαν για την ξενιτιά. Εκφράσεις όπως μην αφήνεις την μπουκιά στο πιάτο σου, ή να μπορέσεις αύριο – μεθαύριο να βγάλεις το ψωμί σου, μας ακολουθούν ακόμα. Μέσα λοιπόν σε μια φαμίλια βιοπαλαιστών, οι κουβέντες γύριζαν γύρω από την πείνα και την ανάγκη τα παιδιά τους να βρουν μια έντιμη δουλειά. Η προτροπή να πας να γίνεις δάσκαλος, παπάς ή δεν θυμάμαι τι άλλο μου έλεγαν, ήταν συμβουλές αγάπης. Για το δικό τους το μυαλό ήταν ό,τι πιο καλό είχαν να σκεφτούν για το παιδί τους. Αμόρφωτοι άνθρωποι, φτωχοί, μεγαλωμένοι μέσα στους πολέμους, είχαν ανορθόδοξα κριτήρια για θέματα εσωτερικής χαράς και ευτυχίας. Ανακάτευαν παντού την ηθική και την υπόληψη.
Όταν τους είπατε πως θέλετε να γίνετε ζωγράφος πώς αντέδρασαν;
Κόντεψαν να πεθάνουν. Έλεγαν: «Τι έχει να πει ζωγράφος, να μας πεθάνεις θες; Να πιάσεις μία σοβαρή δουλειά και άμα θες να ζωγραφίζεις, ποιος σε εμποδίζει να το κάνεις σαν χόμπι τον ελεύθερό σου χρόνο;». Παρ’ όλα αυτά ένιωθαν πως είχαν να παλέψουν μ’ ένα διαφορετικό παιδί, ένα παιδί που άλλα είχε στο μυαλό του, από αυτά που είχαν τα άλλα τους τα αγόρια. Στην παιδική μου τη ζωή, η τέχνη, το ταλέντο, το θέατρο, οι καλλιτέχνες ήταν σχεδόν άγνωστες λέξεις. Αυτό με έκανε μοναχικό, δεν έλεγα πολλά, φοβόμουν πως θα με αποπαίρνανε. Χρειάστηκα χρόνια για να το διαχειριστώ. Από φοιτητής, όμως, μέχρι τώρα, η τέχνη είναι ό,τι πιο στέρεο έχω στη ζωή μου. Και θεραπευτικό!
Αν μπορούσατε, θα συμβουλεύατε σήμερα τον 20χρονο Μετζικώφ κάτι ασφαλές και χρήσιμο για τον ίδιο ή κάτι ριψοκίνδυνο ή ουτοπικό;
Αν ήμουν σήμερα 20 χρόνων, σίγουρα θα ‘μουν ένας άλλος Γιάννης, γιατί όλα αυτά που άλλαξαν γύρω μας αλλάζουνε και εμάς. Αλλιώς μεγαλώνουν τα παιδιά μας τώρα. Όλοι μιλάνε για τα σπίτια και για τους γονιούς. Ας δούμε όμως και τα έξω. Σήμερα οι συμβουλευτικές ομάδες του παιδιού είναι οι ίδιες οι παρέες του. Ο εικοσάρης μπαινοβγαίνει σε δυο κόσμους. Αλλά του λένε μες στο σπίτι κι άλλα του λένε έξω. Συχνά μιλάει και δύο γλώσσες. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να αφουγκραστείς με αληθινό ενδιαφέρον τα όνειρά του και τις βλέψεις του, έτσι όπως ποτέ δεν έκαναν σε μένα. Γιατί είναι πολύ σκληρή και δύσκολη η ζωή για έναν νέο σήμερα που πάει να πρωτανοίξει τα φτερά του. Από τη μία οι δρόμοι της ξενιτιάς και της ανεργίας και από την άλλη υπάρχει ο άγριος ανταγωνισμός, και μάλιστα με μισθούς ελεημοσύνης. Οι νέοι τελειώνουν τις σπουδές τους και απομένουν να κοιτάνε τα πτυχία τους, χωρίς να μπορούν να κάνουν το επόμενο βήμα. Αν μέσα από την όποια εμπειρία της ζωής μου, ψάξω κάτι πολύτιμο να πω σε κάποιον που είναι στο ξεκίνημά του, θα του έλεγα ότι «αξίζει να τρέξεις με ορμή, πίσω από το όραμά σου, όσο ανέφικτο κι όσο ουτοπικό κι αν μοιάζει. Κανένας στην πραγματικότητα δεν ξέρει μέχρι πού θα φτάσει η τροχιά σου. Τι θα πετύχεις, πού θα φτάσεις, ποιο ύψος θα αγγίξουν οι στόχοι σου στο τέλος. Κανείς δεν δικαιούται να σου κάνει τον προφήτη». Πάντα μπορεί να μας εκπλήξει ο νέος που ονειρεύεται. Τα όνειρά του μπορεί να είναι παντοδύναμα. Πρέπει να έχουμε ανοιχτή καρδιά πάντα γι’ αυτόν και πρέπει να μπορούμε να παραβλέψουμε ακόμα και μια αστοχία. Του οφείλουμε να είμαστε κοντά του.
Όλα τα σπουδαία που έχετε καταφέρει μέχρι σήμερα, στον ελληνικό και διεθνή χώρο, είχαν κρατική αναγνώριση; Σας υποστήριξε επί της ουσίας ποτέ η Ελλάδα;
Δεν αισθάνομαι ότι έχω καταφέρει τίποτα. Αυτό που νιώθω κυρίως όταν είμαι μόνος, όταν στρέφομαι στα μέσα μου, μελαγχολώ καθώς αναλογίζομαι πως έτσι όπως τρέχει ο σκληρός καιρός, ίσως να μην προλάβω να κάνω τα πολλά που έχω στο μυαλό μου. Μ’ αρέσει τόσο πολύ η διαδικασία όταν πρωτοπιάνω μια παράσταση, όταν ψάχνω και χάνομαι στα χίλια μύρια θέματά της, σαν να ‘χω μπρος μου ένα παζλ και προσπαθώ να εντοπίσω σχήματα, διαστάσεις, όγκους, χρωματισμούς και σύμβολα. Είναι η στιγμή της μοιρασιάς, που με τους τεχνικούς αποφασίζεις τι θα γίνει. Είναι σπουδαία ώρα. Η ενασχόλησή μου με το θέατρο ήταν στη ζωή μου ένα δώρο χαράς και εσωτερικής αυτάρκειας. Νιώθεις πως οργανώνεις έναν δικό σου άλλο κόσμο. Έναν συναισθηματικό μικρόκοσμο. Δεν ξέρω πώς θα ήμουν αν είχα επιλέξει έναν άλλο δρόμο στη ζωή μου. Μέσα στην τέχνη είμαι προστατευμένος και ασφαλής από πολλά που βασανίζουν τις ζωές άλλων ανθρώπων γύρω μας. Αναρωτιέμαι, ποιον ενδιαφέρουμε στ’ αλήθεια οι καλλιτέχνες; Μα προφανώς κανέναν από τους κρατούντες, γι’ αυτό και είναι άσκοπο ακόμα και ένα μικρό παράπονο. Δεν θέλουμε βοήθειες. Είναι και ταπεινωτικό να βρίσκεσαι απέναντι σε ένα αδιάφορο βλέμμα. Διάβαζα μια συνέντευξη της Βερναδάκη, που έγραφε πως το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης δεν έχει τίποτα δικό της και ξαφνιάστηκα. Χαρακτηριστικά είπε, «ούτε ένα τασάκι». Ας ρίξει μια ματιά το κράτος σε τέτοιους καλλιτέχνες κορυφές, που μόνο τιμή δίνουν σ’ αυτόν τον τόπο, και να διορθώσει αυτές τις αδικαιολόγητες παραλείψεις.
Η Ελλάδα ενθαρρύνει τους καλλιτέχνες ή τους αγνοεί και τους αντιμετωπίζει ως χομπίστες;
Υπάρχουν καλλιτέχνες που άλλο δεν κάνουν από το να μπαινοβγαίνουν με αιτήματα στα υπουργεία. Αιτήματα για χορηγίες και πόθους διακαείς για μια καρέκλα. Μα σε έναν καλλιτέχνη, αξίωμα είναι η τέχνη του, μόνο μέσα από αυτή τον ξέρει ο κόσμος και τον τιμά. Ποιος ξέρει τα ονόματα των διευθυντών των θεάτρων και των μουσείων της Ευρώπης; Εδώ οι διορισμένοι γίνονται αυτομάτως σταρ! Κι εδώ, θέλω να πω για τον μεγάλο θαυμασμό μου στην Ειρήνη Παπά, που ενώ της προσφέρθηκαν μπροστά μου πολλές φορές τα πάντα, από θέσεις, πολιτικές, διευθυντικές, όχι μονάχα εδώ, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο, έλεγε πάντα «εγώ είμαι καλλιτέχνης και μόνο αυτό ξέρω να κάνω καλά». Έμαθα να πιστεύω πως η πατρίδα δεν μας οφείλει τίποτα. Ως καλλιτέχνες, ας τη δούμε μόνο σαν μια συναισθηματική έννοια που μας εμπνέει και μας ενώνει.
Πώς απευθύνεται σήμερα η τέχνη στην κοινωνία και τι σημαίνει για σας;
Η τέχνη λειτουργεί σαν ένα άλλο σχολείο. Με κωδικούς πιο γοητευτικούς. Απευθύνεται σε όλους μας, εξευγενίζει, εκπαιδεύει, προάγει και καλλιεργεί τον κάθε άνθρωπο, είναι – δεν είναι καλλιτέχνης. Η τέχνη μάς αφορά όλους και κάνει την πρόσκαιρη ζωή μας πιο υποφερτή. Μ’ αυτήν την έννοια τα έργα τέχνης δεν σε οδηγούν μόνο σε απόλαυση, που και αυτός είναι σκοπός της τέχνης, αλλά μας φέρνουν αντιμέτωπους με το πρόβλημα των αβάσταχτων κοινωνικών θεμάτων που είναι γύρω μας, πόλεμοι, προσφυγιά, φτώχεια, εκτοπισμοί, απειλές, βία, εκμετάλλευση, πανδημίες… Η τέχνη του σήμερα έχει άλλη σημασία, γιατί όταν καταπιάνεται με αυτά, μοιάζει να συμπορεύεται μαζί μας, με την αγωνία και με την ελπίδα μας, δεν είναι μόνο ομορφιά. Βλέπεις στο θέατρο έργο της Σάρα Κέιν κι αρρωσταίνεις. Φτιάχνει πελώρια γιατί, που μας τρυπάνε την καρδιά. Είναι μεγάλη δύναμη η τέχνη, σε όλες τις μορφές της. Και τώρα και πάντα. Η εξουσία πάντοτε το γνώριζε αυτό και την χρησιμοποίησε για να ισχυροποιηθεί μες στους αιώνες που πέρασαν. Και η θρησκεία. Σε ζωγραφιές κι αγάλματα μάθαμε να κλαίμε και προσευχόμαστε ελπίζοντας. Όμως, τελικά, η τέχνη είναι αυτή που μεσολαβεί, όταν έχουμε να απευθύνουμε μια λέξη στον Θεό. Σήμερα ο καλλιτέχνης δεν στέκεται στο αρχαίο βάθρο, βρίσκεται μες στην καθημερινότητά μας. Μέσα στο σύμπαν του χρήματος, χιλιάδες καλλιτέχνες έχουν απορροφηθεί σε μορφές τέχνης που δεν υπήρχαν στο παρελθόν, βιομηχανικός σχεδιασμός, ντιζάιν σύγχρονων προϊόντων, ηλεκτρονικά, αυτοκίνητα, έπιπλα, φωτισμοί, διακοσμητικά. Ο,τι υπάρχει γύρω μας, πριν πάει στην αγορά, πρέπει πρώτα να γίνει θελκτικό από το χέρι ενός προικισμένου καλλιτέχνη. Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζει και το πρόσωπο της τέχνης.
(Συνεχίζεται…)