Μάνος Κατράκης

Μάνος Κατράκης
Ο Μάνος Κατράκης με τον Θ. Αγγελόπουλο στα γυρίσματα της ταινίας «Ταξίδι στα Κύθηρα»

Μάνος Κατράκης
14 Αυγούστου 1908 – 2 Σεπτεμβρίου 1984

«Και να γνώριζα τη γλώσσα του Ρακίνα και του Μολιέρου πάλι θα σας μίλαγα ελληνικά. Δεν θέλω τίποτα να ψευτίσει τη συγκίνησή μου και την ευγνωμοσύνη μου για την τιμή που μου κάνετε. Γι’ αυτό χρησιμοποιώ τις λέξεις της γλώσσας μου που ταυτίζονται με την ψυχή μου. Είναι λέξεις που κρύβουν μέσα τους την καθαρότητα του ελληνικού ουρανού και του ασίγαστου πόντου. Εσείς τιμάτε τα 50 χρόνια της καλλιτεχνικής μου δραστηριότητας. Σας ευχαριστώ. Εγώ όμως θέλω να σας πω ποιος είμαι. Θέλω να με γνωρίσετε σωστά. Θέλω να σας πω πως γεννήθηκα στην Κρήτη. Μεγάλωσα ξυπόλητο παιδί στις αμμουδιές της πατρίδας μου, που έβαζα στ’ αυτιά μου τα κοχύλια της θάλασσας να ακούσω τη βουή του ωκεανού. Δεν ήξερα να αποζητώ την ομορφιά, μα η ομορφιά ξεδιπλωνόταν ολόγυρά μου. Δεν ήξερα να αποζητώ τη λεβεντιά. Μα η λεβεντιά με συνέπαιρνε μέσα μου από τις ιστορίες του παππού μου. Αφήστε να παινέψω την πατρίδα μου. Το αξίζει. Εγινα ηθοποιός όπως θα μπορούσα να γίνω και σιδηρουργός. Ηθελα να ξοδιάσω όσες δυνάμεις κρύβαν τα μπράτσα μου και η ψυχή μου»…

Με αυτά τα λόγια, σχεδόν 73 χρόνια μετά τη γέννησή του, το Μάρτη του 1981, ο Μάνος Κατράκης απευθύνθηκε στους παρευρισκόμενους στην εναρκτήρια βραδιά, σε μια τιμητική εκδήλωση που διοργάνωσε ο Γιάννης Ιορδανίδης στο Παρίσι. Και εκεί μίλησε τη μητρική του γλώσσα, τη γλώσσα της καρδιάς, όπως έκανε πάντα.

Ο Μάνος Κατράκης, κορυφαίος πρωταγωνιστής και θιασάρχης, γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1908, στο Καστέλι Κισάμου της Κρήτης. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Στο Καστέλι ξαναγύριζε όποτε μπορούσε για να ξαναθυμηθεί τον πατέρα του, από τον οποίο ορφάνεψε νωρίς, τα άλλα τέσσερα αδέρφια του και την κυρα-Ειρήνη, τη μάνα του, που τη λάτρευε και της έμοιαζε όχι μόνο στην εμφάνιση, αλλά και στον πεισματικό χαρακτήρα και την αδάμαστη ψυχή.

Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο προστάτης της οικογένειας, καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδελφός του Γιάννης βρίσκεται στην Αμερική.

Ο Μάνος αρχίζει ν’ ασχολείται με πράγματα που του αρέσουν.

Ο Κατράκης στα νεανικά του χρόνια έπαιξε ποδόσφαιρο και αγωνιζόταν στην θέση του σέντερ μπακ. Έπαιζε αρχικά στην ανεξάρτητη ομάδα του «Κεραυνού Πολυγώνου» και το 1925 μεταπήδησε στον Αθηναϊκό. Με τον Αθηναϊκό αγωνίστηκε στα πρωταθλήματα της Ε.Π.Σ.Α το 1924-25 όπου τερμάτισε τρίτος στον όμιλο του και την περίοδο 1925-26 όπου τερμάτισε έκτος.

Γρήγορα, όμως, διαπιστώνει πως η μεγάλη του αγάπη είναι το θέατρο. Πριν καν κλείσει τα 18 του χρόνια κάνει ντεμπούτο στο θέατρο με το θίασο «Οι Νέοι» στο έργο «Για την αγάπη της». Είναι το έργο που του ανοίγει την πόρτα για τον κινηματογράφο καθώς το σπάνιο του ταλέντο τον κάνει να ξεχωρίζει. Τον εντοπίζει ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας και την επόμενη χρόνια, το 1928, έπαιξε την πρώτη βουβή ταινία: «Το λάβαρο του 21’».

Την ίδια περίοδο εντάχθηκε στο Θίασο της Ελευθέρας Σκηνής της Μαρίκας Κοτοπούλη, του Σπύρου Μελά και του Μήτσου Μυράτ, παίζοντας σε έργα όπως Η λύρα του γερο-Νικόλα, Οι άθλιοι και Στέλλα Βιολάντη. Το 1930 συνεργάστηκε με το Λαϊκό Θέατρο του Β. Ρώτα και το 1932 προσλήφθηκε στο νεοϊδρυόμενο Εθνικό Θέατρο, όπου ερμήνευσε μεταξύ άλλων τον Κορυφαίο στον Αγαμέμνονα και τον Κρητικό στη Βαβυλωνία.

Το 1934 συνεργάστηκε με τον Β. Αργυρόπουλο και το 1935 ξανά με τη Μ. Κοτοπούλη, για να επιστρέψει, την ίδια χρονιά στο Εθνικό Θέατρο.

Όλα έδειχναν να κυλούν ομαλά για την ζωή του. Αυτό όμως αλλάζει με το ξέσπασμα του χειρότερου πολέμου στην ανθρώπινη ιστορία. Η Γερμανική εισβολή και η κατάρρευση του μετώπου, τον φέρνει και πάλι στην Αθήνα ενταγμένο στις γραμμές του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, το ΕΑΜ.

Δεν μπόρεσε να ξεφύγει από την μεγάλη πείνα του χειμώνα του 1941. Δεν υπήρχαν ούτε δουλειές, ούτε χρήματα. Ο ίδιος πασχίζει για να βρει ένα πιάτο φαγητό να φέρει στην οικογένειά του. Έτσι αναγκάζετε να πουλήσει τα κουστούμια του.

Ο ίδιος αφηγείται στην βιογραφία του:

«Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Ο μισθός του Εθνικού Θεάτρου είχε καταντήσει ίσα- ίσα για ένα πιάτο φαΐ. Πού να φτάσει να θρέψεις, μάνα, αδελφή, γυναίκα έγκυο. Η γυναίκα μου τελικά έκανε αποβολή οκτώ μηνών, είχε δίδυμα. Αρχίσαμε να πουλάμε ότι είχαμε. Τελειώσανε και αυτά. Τώρα;

Εγώ είχα κάτι κουστουμάκια γιατί ήμουν και λίγο μερακλής και πήγαινα και τα πούλαγα μόνος μου, αφού οι μεταπράτες παίρνανε όσο – όσο. Στην οδό Αθηνάς, έξω από τον ηλεκτρικό σταθμό, ήτανε το παζάρι τότε των αγοραπωλησιών. Πήγαινα λοιπόν κρατούσα το κουστουμάκι στα χέρια μου και περίμενα να έρθει ο πελάτης να το αγοράσει. Βλέπεις στα παλιατζίδικα μου παίρνανε μισοτιμής ό,τι είχα. Κάποτε ήρθε η ώρα να πουλήσω κι ένα κοστούμι που το αγαπούσα πολύ. Ήταν το καλύτερό μου. Μου το είχε ράψει ένας ράφτης, ο Ζοφάκης, που είχε έλθει από το Παρίσι και ραβότανε και ο Μινωτής σε αυτόν. Πάω λοιπόν στην οδό Αθηνάς στέκομαι και περιμένω. Κάποτε με πλησιάζει κάποιος καλή του ώρα και μου λέει:

  • Κύριε Κατράκη το πουλάτε;
  • Το πουλάω. Δεν το βλέπεις; Για να είμαι εδώ και να το κρατάω πάει να πει πως το πουλάω.
  • Θέλετε να έρθετε μαζί μου;…

Με παίρνει και με πάει σε μια λέσχη στην Ομόνοια. Εγώ δεν είχα δοσοληψίες με λέσχες. Λέω τι θα κάνουμε στη λέσχη;

Είναι κάποιος που θα αγοράσει το κοστούμι σου.

Να μη στα πολυλογώ πήγαμε, βρήκαμε τον άνθρωπο, δεν ήθελε τέτοιο κοστούμι γιατί ήταν πολύ λεπτό, με ρώτησε αν είχα κανένα άλλο σκωτσέζικο. Είχα. Μου είπε να του το πάω την άλλη μέρα. Πήγα την άλλη μέρα και πήρε το κοστούμι».

Ο πόλεμος τελειώνει αλλά όχι και οι δυσκολίες. Ο Κατράκης επιστρέφει δυναμικά στο θέατρο αλλά η κομμουνιστική ιδεολογία του σε συνδυασμό με την αμετακίνητη στάση του, τον βάζουν σε νέες περιπέτειες.

Ο φάκελος του Κατράκη στην Ασφάλεια ανοίγει το 1942 και δεν σταματάει να γεμίζει μέχρι και την πτώση της χούντας των συνταγματαρχών.

Το 1943 ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και από τη θέση αυτή συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946, οπότε επέστρεψε στο Εθνικό.

Οι κρατικές αρχές ζητούν από τον Κατράκη να υπογράψει δήλωση μετάνοιας. Το 1947 είχε έρθει η ώρα της εξορίας και των διωγμών. Όσο περισσότερο επιμένει ο Κατράκης τόσο πιο εκδικητικό γίνεται το κράτος απέναντί του. Αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη.

Απολύεται από το Εθνικό Θέατρο για τις ιδέες του, συλλαμβάνεται, του ζητούν να υπογράψει δήλωση, αρνείται και εξορίζεται στην Ικαρία, τη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη, μέχρι το 1952.

Έρχεται σε επαφή με τον Γιάννη Ρίτσο, τον Μενέλαο Λουντέμη και άλλους. Μέσα στο φάκελο του υπάρχει και ο «Χαιρετισμός Εξορίστων» από τον «Αγ. Ευστράτιον» προς το «Β΄ Συνέδριον Ειρήνης». Το 1950, οι εξόριστοι στον Αη Στράτη είχαν στείλει στον ΟΗΕ κείμενο με τίτλο «Η Ειρήνη αξίζει όλας τας ουσίας»!

Χαρακτηριστικό είναι ένα επεισόδιο που έχουν διηγηθεί, τόσο ο Γιάννης Ρίτσος, όσο και η Ρούλα Κουκούλου, όταν οι Αλφαμίτες τον βασάνιζαν: «Γονάτισε Κατράκη » – του έλεγαν – «αλλιώς θα πεθάνεις». «Οχι, ρε παιδιά, τέτοια χάρη δε σας την κάνω». «Τι παριστάνεις, ρε;» – συνέχιζαν – «Τον Μαρίνο Κοντάρα;» (τον ήρωα της ομώνυμης ταινίας που είχε ενσαρκώσει τον ατρόμητο ήρωα). Κι ο Κατράκης αποκρίθηκε «…όχι ρε παιδιά, δεν παριστάνω τον Μαρίνο Κοντάρα, απλά τον άνθρωπο».

Στη βιογραφία του μεγάλου ηθοποιού υπάρχει ένας συγκλονιστικός διάλογος με τη μητέρα του, από εκείνα τα δύσκολα χρόνια της εξορίας και των διώξεων.

Τι είναι Μανόλη;

Θες να ‘ρθω στο σπίτι, μάνα;

Πώς θα ‘ρθεις;

Ε… θα υπογράψω και θα ‘ρθω

Ιντα να υπογράψεις;

Δήλωση

Ιντα δήλωση;

Οτι δεν είμαι αυτό που είμαι…

Και δεν είσαι;

Είμαι

Μην υπογράψεις, κερατά, μην υπογράψεις…

Οι ιδέες, η ειλικρίνεια, το ανυπότακτο του χαρακτήρα, η ανθρώπινη και κοινωνική ευαισθησία, η καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία, αλλά και η κρητική ποιητική φύση του Κατράκη αντανακλώνται και σε ποιήματά του, τα οποία παρατίθενται στο βιβλίο και που έμειναν μια προσωπική υπόθεση που μοιράστηκε μόνο με τους πολύ κοντινούς του ανθρώπους και όχι με το αναγνωστικό κοινό κάποιας έκδοσης. Μέσα από αυτά τα ποιήματα φαίνεται πως στην ψυχή του ζει πάντα η ελπίδα για τον καινούργιο κόσμο:

«Στ’ ακροθαλάσσι του Αϊ-Στράτη

κρυφά από του Θεού το μάτι

Ζουν άνθρωποι και ωριμάζουν

καινούριο κόσμο ετοιμάζουν».

Οι δυσκολίες της εξορίας, τα βασανιστήρια, η αλληλεγγύη ανάμεσα στους δοκιμαζόμενους συναγωνιστές καταγράφονται από τον Κατράκη με ποιητικό τρόπο:

«Κείνο το βράδυ στη χαράδρα…

Δεν το ξεχνάω φίλε

Είχανε σπάσει δυο μπαμπού

στα κόκαλά μου…

Η ανανδρία θυμάμαι

τα ‘βαλε με τη λεβεντιά

κείνο το βράδυ.

Μα το νεράκι πού το βρήκες

σύντροφέ μου;

Τώρα που πέρασαν οι πόνοι

σε βλέπω αδύνατο κι ωχρό

να σεργιανάς.

Κι είπα να σου ‘δινα το χέρι

για να ξοφλήσω τη δροσιά

κείνης της νύχτας.

Μα το νεράκι πώς το βρήκες

το νεράκι

σ’ εκείνο τ’ άνυδρο το ρέμα».

Ο Κατράκης επιστρέφει στην Αθήνα το 1952 αλλά το μετεμφυλιακό κράτος του επιφυλάσσει… θερμή υποδοχή. Όλες οι πόρτες είναι κλειστές και ο σπουδαίους ηθοποιός έχει ελάχιστες ευκαιρίες για να κάνει αυτό που θέλει. Εργάζεται περιστασιακά στο ραδιόφωνο ενώ καταφέρνει να πάρει και κάποιους μικρούς ρόλους στο θέατρο. Σιγά σιγά, όμως, με την επιμονή του αρχίζει να καθιερώνεται και πάλι αν και επί της ουσίας μέχρι και την πτώση της χούντας δεν σταμάτησε να αποτελεί στόχο για το κράτος.

Στην Αθήνα το 1952, διοργάνωσε «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Ξανανέβηκε στη σκηνή με το θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, λίγο αργότερα με τον θίασο του Αδαμάντιου Λεμού και αμέσως μετά με τον Θυμελικό Θίασο του Λίνου Καρζή (Προμηθεύς Δεσμώτης).

Στη συνέχεια και μέχρι το 1955 εμφανίστηκε με την Κυβέλη και αμέσως μετά συγκρότησε δικό του θίασο με την Ασπασία Παπαθανασίου (Ευγενία Γκραντέ, Βαθιές είναι οι ρίζες, Το κορίτσι με το κορδελάκι κ.ά).

Το 1955 ίδρυσε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο και εγκαταστάθηκε στον υπαίθριο χώρο του Πεδίου του Άρεως, τον οποίο εγκαινίασε με τον Αγαπητικό της Βοσκοπούλας. Σ’ αυτό το θέατρο, με μεγάλη συμμετοχή κοινού και καλλιτεχνική επιτυχία, συνέχισε ως το 1967, υποστηρίζοντας συστηματικά το ελληνικό έργο (Ο μονοσάνδαλος, Το κορίτσι με το κορδελάκι, Η Αντιγόνη της Κατοχής, Ο Πατούχας και διασκευές από έργα του Καζαντζάκη όπως Ο Χριστός ξανασταυρώνεται και Ο Καπετάν Μιχάλης). Σποραδικά ανέβασε και κλασικό ρεπερτόριο (Ιούλιος Καίσαρ, Φουέντε Οβεχούνα). Τους χειμώνες, το ΕΛΘ φιλοξενείτο σε διάφορα θέατρα ή περιόδευε στην επαρχία, την Κύπρο και την Κωνσταντινούπολη.

Το 1968 του έγινε έξωση από το Πεδίο του Άρεως. Όμως ο Κατράκης συνέχισε την πρωταγωνιστική του πορεία, πότε με το θίασό του, πότε με άλλους πρωταγωνιστές. Το 1972 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο και πρωταγωνίστησε στον Οθέλλο και τον Δον Κιχώτη, και στην Επίδαυρο στον Οιδίποδα Τύραννο (1973) και στον Προμηθέα Δεσμώτη (1974).

Αργότερα, συνεργάστηκε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, το ΚΘΒΕ, για να επανιδρύσει το 1977 το ΕΛΘ, ανεβάζοντας έργα Αρμπούζοφ (Φθινοπωρινή ιστορία με την Έλλη Λαμπέτη), Γκόρκι (Οι Τελευταίοι), Μπρεχτ (Συντροφιά με τον Μπρεχτ, με τη Μελίνα Μερκούρη), Λέοναρντ (Ντα), Μασάρι (Ταμπού) και τη Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη του Νικηφόρο​υ Βρεττάκου. Η τελευταία του εμφάνιση έγινε το 1984 στο Ηρώδειο, με το μουσικό έργο του Θόδωρου Αντωνίου, Προμήθεια.

Συνεργάστηκε με πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες όπως Δ. Ροντήρη, Π. Κατσέλη, Τ. Μουζενίδη, Μ. Βολανάκη, Σπ. Ευαγγελάτο, Μ. Θεοδωράκη, Σπ. Βασιλείου, Α. Κατσέλη, Τ. Καρούσο, Ελ. Χατζηαργύρη, Αν. Βαλάκου και συμμετείχε σε εκατοντάδες εκδηλώσεις, όπου με την ανεπανάληπτη φωνή του δικαίωνε το νεοελληνικό ποιητικό λόγο. Οι αναγνώσεις του σε κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας παρέμειναν κλασικές. Όπως στο Άξιον Εστί, το 1977 στο Θέατρο του Λυκαβηττού

Και εδώ

Ο Μάνος Κατράκης διαβάζει το ποίημα του Κώστα Βάρναλη «Οι μοιραίοι», κάπου στα 1978. Το ηχητικό ντοκουμέντο συμπεριλήφθηκε στο δίσκο «Ένα ηχητικό αφιέρωμα στον Μάνο Κατράκη», που κυκλοφόρησε το 1987 από τη Minos σε επιμέλεια του Γιώργου Κάρτερ.

Βραβεύτηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο, για την ερμηνεία του στον ρόλο του Κρέοντα στην Αντιγόνη του Γ. Τζαβέλλα, και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για τη συμμετοχή του στο Συνοικία το όνειρο.

Λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας Ταξίδι στα Κύθηρα, με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο, άφησε την τελευταία του πνοή, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, χτυπημένος από καρκίνο των πνευμόνων.

Αυτός, που είχε πει: «Η ζωή άρχισε από τότε που μπήκα στο Κόμμα μου. Διάλεξα να είμαι κομμουνιστής. Αισθάνομαι υπερηφάνεια για το κόμμα, για τις εκατοντάδες χιλιάδες τους συντρόφους, που αποτελούν τον κορμό του μεγάλου δέντρου του μέλλοντος. Από αυτό αντλούμε όλη τη δύναμη για την τελική δικαίωση των αγώνων και θυσιών του λαού μας. Από τη ζωοδότρα πηγή αυτού του λαού παίρνουμε εμείς οι καλλιτέχνες το υλικό, που το κάνουμε λόγο, εικόνα, ποίηση, μουσική, θέατρο και ό,τι άλλο βοηθά στην καλυτέρευση του νου και της ψυχής». Αυτός, που δε λύγισε…

Κι όπως είχε γράψει ο Γιάννης Ρίτσος, για τον εορτασμό των 50 χρόνων στο Θέατρο του Μάνου Κατράκη, με τον οποίο πρώτα απ’ όλα μοιράστηκαν τα βάσανα της εξορίας, στη συνέχεια βρέθηκαν πλάι – πλάι στους αγώνες για την ειρήνη και το σοσιαλισμό, χτίζοντας έτσι μια βαθιά φιλία

«Σύντροφε Μάνο,κρητικόπουλο, Ερωτόκριτέ μας,

άξιε γιε της Ρωμιοσύνης

Ερωτας είσαι και ομορφιά και λεβεντιά και αγάπη

στο μπόι σου παίρνει μέτρο η ανθρωπιά καιη τέχνη

μες στη φωνή σου ακέριος ο

λαός βρίσκει την πιο σωστή φωνή του

μες στη φωνή σου πέντε αηδόνια, τρεις

αητοί κι ένα λιοντάρι δένουν τη φιλία

του κόσμου.

Σύντροφε Μάνο εσένανε σου

πρέπουν αψηλόκορφοι ύμνοι σαν τον πάππο

σου τον ψηλορείτη λόγια τρανά για την

αντρειά σου και την τέχνη σου καθώς αυτά

στις ραψωδίες του Ομήρου όμως εγώ φτωχές

ακούω τις λέξεις μου μπροστά στην ελατόφυτη

καρδιά σου κι έτσι μονάχα δέκα στίχους σου

αφιέρωσα κι ένα μεγάλο “Γεια σου ορέ

ΛεβεντοΜάνο” ένα μεγάλο “Γεια”»

Σύνταξη – Επιμέλεια: Γιάννης Αγγέλου

ΣΣ. Χτες έφυγε ο Μίκης, χτες πριν 37 χρόνια χάσαμε το Μάνο. Ο Σεπτέμβρης τρυγά τον πολιτισμό μας…

Πηγές: www.rizospastis.gr, www.enimerotiko.gr, http://www.dioti.gr

Δείτε ακόμα...