Ο μπακαλιάρος, το παραδοσιακό έδεσμα, η ιστορία του οποίου χάνεται στα βάθη των αιώνων και που δεν λείπει ποτέ από τα σπίτια των Ελλήνων, έχει συνδεθεί με την 25η Μαρτίου και με τον εορτασμό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Η διαδρομή του μπακαλιάρου στο ελληνικό τραπέζι
Ο μπακαλιάρος λέγεται ότι έφτασε στο ελληνικό τραπέζι κοντά στο τέλος του 15ου αιώνα και πολύ γρήγορα καθιερώθηκε ως το εθνικό φαγητό της 25ης Μαρτίου καθώς αποτελούσε την εύκολη και φθηνή ταυτόχρονα λύση. Όποιες και αν ήταν οι καιρικές συνθήκες οι πιστοί ήξεραν ότι θα βρουν παστό μπακαλιάρο ακόμη και στα μικρά μπακάλικα. Έτσι ο βακαλάος (μπακαλιάρος), αυτό το τόσο νόστιμο και θρεπτικό ψάρι μπήκε στο τραπέζι μας και κατάφερε να διεκδικήσει επιτυχώς μια κορυφαία θέση στο εθνικό μας εδεσματολόγιο.
Ωστόσο η επιλογή του παστού μπακαλιάρου έγινε γιατί όσοι ζούσαν κοντά στη θάλασσα είχαν την δυνατότητα να τρώνε φρέσκα ψάρια, αλλά όσοι ζούσαν μέσα στην ενδοχώρα είχαν πρόβλημα να προμηθευτούν φρέσκο ψάρι και από την άλλη πλευρά δεν υπήρχαν ψυγεία.
Μπακαλιάρος και Σαρακοστή
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η παλαιότερη και πιο αυστηρή χρονική περίοδος νηστείας για την ορθόδοξη εκκλησία. Από την καθιέρωσή της, περί τον 4ο αιώνα μ.Χ., προβλέπεται κατά τα μοναχικά πρότυπα ξηροφαγία με τους πιστούς να τρώνε μόνο μια φορά την ημέρα κι αυτή μετά τις 3 το μεσημέρι.
Μέσα στην περίοδο της Τεσσαρακοστής η νηστεία καταλύεται, διαφοροποιείται δηλαδή, τρεις φορές, δίνοντας μια ευκαιρία στους πιστούς για ενδυνάμωση μιας και η νηστεία αυτή είναι η πιο αυστηρή, αφού δεν επιτρέπεται ούτε το λάδι.
Η πρώτη από αυτές τις εξαιρέσεις γίνεται για την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπως έχει καθιερωθεί η 25η Μαρτίου.
Πρόκειται για μια χαρμόσυνη εορτή μέσα στην περίοδο του πένθους της Σαρακοστής και επειδή είναι θεομητορική εορτή, αφιερωμένη στην Παναγία και ως εκ τούτου ιδιαίτερα σημαντική για τα μοναχικά τυπικά, επιτρέπονται το ψάρι, το έλαιο και ο οίνος
Μπακαλιάρος με αντάλλαγμα σταφίδες
Η ακριβής όμως αιτία για την επιλογή μπακαλιάρου κι όχι κάποιου άλλου ψαριού χάνεται στο παρελθόν. Μια άλλη ιστορική εκδοχή αναφέρει ότι ο παστός μπακαλιάρος κατέκλυσε την αγορά της χώρας μας κάπου στον 17ο με 18ο αιώνα, όταν οι Άγγλοι τον έφερναν εδώ σε μεγάλες ποσότητες για να πάρουν ως αντάλλαγμα σταφίδες. Το γεγονός ότι ήταν παστός έκανε πιο εύκολη τη συντήρησή του αλλά και την εξάπλωσή του σε όλη τη χώρα.