Υπηρετώ κοντά 12 χρόνια στη Ελληνική Αστυνομία, η θητεία μου άρχισε σε μια δύσκολη οικονομικά περίοδο για τη χώρα μας και για τους πολίτες. Η οικονομική κρίση επηρέασε όλη τηω κοινωνία μας και επέφερε μεταβολές τόσο οικονομικές όσο και πολιτικές-κοινωνικές.
Η επίδραση της κρίσης στη δομή της ΕΛ.ΑΣ. είναι εμφανής, ακόμα και σ’ εμάς που απλά βρήκαμε «ξεχαρβαλωμένο» το μηχανισμό, και μάθαμε έτσι. Από το μακρινό 2010 ακούγαμε ότι θα έπρεπε να βάλουμε πλάτη να δεχτούμε μειώσεις μισθών και επιδομάτων, κατάργηση δώρων, κλείσιμο υπηρεσιών με συγχώνευση αυτών, περιστολή δαπανών για μέσα προστασίας και εκπαίδευση, φτάσαμε στο σημείο να σπάνε τα φρένα από τα υπηρεσιακά αυτοκίνητα ή να παίρνουν φωτιά εν κινήσει. Ζήσαμε στιγμές που ούτε χαρτί για φωτοτυπίες να μην υπάρχει στη υπηρεσία και να βάζουμε οι συνάδελφοι από τη τσέπη μας για τα αναλώσιμα, καθαριστικά. Στοιβαγμένοι κρατούμενοι στις άθλιες συνθήκες των κρατητηρίων, έπειτα τα λεγόμενα βανάκια ( van) της κάθε υποδιεύθυνσης για μεταγωγή και πάντα λιγότεροι συνάδελφοι από το προβλεπόμενο που ορίζεται στα αντίστοιχα Π.Δ. ενώ το οχτάωρο στη μεταγωγή είναι ανέκδοτο. Τα πάρεργα που αντί να μειώνονται αυξήθηκαν απομακρύνοντας τον αστυνομικό από τον ουσιαστικό ρόλο του τη προστασία του πολίτη και της περιουσίας του.
Ζήσαμε μέρες που ντραπήκαμε για τη στολή που φοράμε όταν μας έβαζαν κάθε κυβέρνηση και κάθε υπουργός, απέναντι από το λαό που έκανε απεργίες (πχ Χαλυβουργία), στις πορείες απέναντι απο τον λαό και τη νεολαία που διεκδικεί ένα καλύτερο αύριο, στους πλειστηριασμούς που μας έβαλαν να ταυτιστούμε με τα κοράκια και να προστατεύουμε αυτούς που αρπάζουν τα σπίτια του κόσμου και στο τέλος και τα δικά μας σπίτια. Ζήσαμε μέρες να μας στέλνουν στα νησιά και να μας καταντάνε «ανθρωποφύλακες» στο αίσχος της Μόριας και των κάθε hot spot, λες και το προσφυγικό είναι αστυνομικό πρόβλημα και θα λύνονταν με αυτού του είδους τα μέτρα και πιο πριν να πηγαίνουμε στο αίσχος της Αμυγδαλέζας.
Και θα αναρωτιέται κάποιος, γιατί αναφέρεις όλα τα παραπάνω αφού τα γνωρίζουμε όλοι. Τα αναφέρω γιατί δεν έχει γίνει κάτι για να αλλάξουν. Γιατί ακόμα και στη πανδημία μας πέταξαν χωρίς προστασία, χωρίς ενημέρωση, απλά για να κόβουμε πρόστιμα, ώστε να καλύψουμε το κενό της πολιτικής τους. Τα αναφέρω γιατί υπηρεσιακά ζω ένα déjà vu, τα ίδια προβλήματα χωρίς διέξοδο, τα ίδια “παχιά λόγια” και υποσχέσεις. Τα αναφέρω γιατί δεν θεωρώ τη ζωή μου, την υπόσταση μου ως άτομο αναλώσιμο υλικό.
Τα αναφέρω γιατί σιχάθηκα να ακούω τους συνδικαλιστές εκείνους που δεν έκαναν τίποτα για κάτι καλύτερο, τα βλέπουν όλα καλώς καμωμένα και είναι σε κάθε τηλεοπτικό παράθυρο να περιφέρουν αυτάρεσκα την ασχετοσύνη τους και την απάθεια τους απέναντι στα προβλήματα των συναδέλφων τους αλλά την ίδια ώρα με περίσσιο θάρρος να ρίχνουν χολή στις διαδηλώσεις και τις διαμαρτυρίες του λαού. Αλήθεια στα μέτρα του Πολυτεχνείου πού ήταν ο λαλίστατος πρόεδρος της Ομοσπονδίας μας και όλοι οι ομόσταυλοί του, να υπερασπιστούν την υγεία των «τσουβαλιασμένων» συναδέλφων; Εκεί χάσανε τη λαλιά τους. Έτσι όμως είναι ο κυβερνητικός συνδικαλισμός γεμάτος σάλια κολακείας προς την φυσική και πολιτική ηγεσία αποκομμένος από τη πραγματικότητα.
Η πλειονότητα των συναδέλφων θα συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της με σεβασμό σε όλους όσους βιώνουν τα βάσανα από την κρίση και την πολιτική της κυβέρνησης. Εξάλλου βράζουμε στο ίδιο ζουμί μαζί τους. Όμως έχουμε υποχρέωση απέναντι στους εαυτού μας και στις οικογένειες μας που μας περιμένουν πίσω να αλλάξουμε τις συνθήκες δουλειάς και ζωής μας προς το καλύτερο.
Ένας αστυνομικός