Υπέρογκες χρεώσεις στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος περιλαμβάνουν οι λογαριασμοί των παρόχων ηλεκτρικής Ενέργειας που φτάνουν το τελευταίο διάστημα σε εκατομμύρια λαϊκά νοικοκυριά. Τα «ραβασάκια» των παρόχων αποτελούν κυριολεκτικά έναν εφιάλτη, αφού διαπιστώνουν ότι οι μηνιαίες χρεώσεις έχουν αυξηθεί κατακόρυφα.
Ενώ λοιπόν προεκλογικά η κυβέρνηση παραμύθιαζε τον λαό ότι η τιμή του ρεύματος θα σταθεροποιούνταν σε χαμηλά επίπεδα, η πραγματικότητα αποδείχθηκε διαφορετική. Οι λογαριασμοί είναι αυξημένοι, όπως προκύπτει και από τις τιμές που ανακοίνωσαν οι 15 προμηθευτές Ενέργειας για τον μήνα Νοέμβριο, από 9% έως 50%. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΔΕΗ, που παρέχει οικιακό ρεύμα σε 6 στα 10 νοικοκυριά, ανέβασε κατά 9,6% το τιμολόγιο του Νοεμβρίου, το οποίο από 0,155 ευρώ ανά KWh τον Οκτώβριο – όταν είχε αυξηθεί σε σχέση με τον Σεπτέμβριο – ανήλθε στα 0,17 ευρώ/KWh.
Ετσι, ένα νοικοκυριό με μηνιαία κατανάλωση 350 KWh θα πληρώσει τον Νοέμβριο 59,5 ευρώ μόνο την αξία του ρεύματος, από 54,25 ευρώ τον Οκτώβριο. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση στρώνει το χαλί με τα νέα τιμολόγια, που συντηρούν την κερδοφορία των προμηθευτών, καθώς υποχρεώνει τους καταναλωτές που δεν αλλάζουν πρόγραμμα να τους εντάσσει ο προμηθευτής στο πρόγραμμα το οποίο θα επιλέγει ο ίδιος. Ηδη έχουν φτάσει στην εφημερίδα μας καταγγελίες ότι από εκεί που τον Ιούλιο και τον Αύγουστο πλήρωναν 70 ευρώ τον μήνα, ο τελευταίος λογαριασμός ήρθε στα 250 ευρώ!
Θυμίζουμε ότι από 1η Μαΐου ισχύει αυξημένο πάγιο, που έχει φτάσει στα 38 ευρώ τον χρόνο (από 4,5) για μονοφασικό ρολόι και στα 118 ευρώ (από 14) για τριφασικό. Επιπλέον, το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση στέλνει και τον «λογαριασμό» για τις επιδοτήσεις – κοροϊδία στο ρεύμα, με αυξημένα τέλη για τις λεγόμενες Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) στους λογαριασμούς, ενώ ουσιαστικά έχει επανέλθει η περιβόητη ρήτρα αναπροσαρμογής. Θυμίζουμε επίσης ότι η ίδια η κυβέρνηση, επιβεβαιώνοντας την κοροϊδία σε βάρος των νοικοκυριών, πριν μερικούς μήνες είχε πει ότι το διάστημα που ίσχυε η προσωρινή αναστολή της ρήτρας «οι τιμές λιανικής ήταν μέχρι και 61% υψηλότερες», επιβεβαιώνοντας ότι τα μέτρα που τότε διαφήμιζε ως «ανάσα» εξασφάλισαν την κερδοφορία των εταιρειών με λεφτά του λαού, ενώ τώρα η επιστροφή στην «κανονικότητα» σηματοδοτεί αυξημένους λογαριασμούς και κλιμάκωση της ενεργειακής φτώχειας.
Αξίζει να επισημάνουμε ότι χτες η χονδρεμπορική τιμή ρεύματος κατέγραψε αύξηση της τάξης του 80,66% (!), καθώς από 76,62 ευρώ/MWh την Κυριακή έφτασε τα 138,42 ευρώ/MWh. Αυτές οι αλλαγές είναι αποτέλεσμα του Χρηματιστηρίου Ενέργειας (μετατροπές στο ενεργειακό μείγμα), στο πλαίσιο της «απελευθερωμένης» αγοράς. Προχτές, για παράδειγμα, το μεγαλύτερο ποσοστό της ζήτησης καλύφθηκε από τις ΑΠΕ, που είχαν μερίδιο 41,42%, ενώ αυξημένες ήταν και οι εισαγωγές, που κάλυψαν το 22,25% της ζήτησης. Αντίθετα, χαμηλές «πτήσεις» είχαν οι μονάδες φυσικού αερίου, οι οποίες είχαν μερίδιο μόλις 14,39%. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ελάχιστη τιμή εκκαθάρισης της αγοράς διαμορφώθηκε στα 29,19 ευρώ/MWh. Η εικόνα αυτή ανατράπηκε χτες, καθώς το φυσικό αέριο ανέβηκε στην πρώτη θέση του ενεργειακού μείγματος της αγοράς, με μερίδιο 41,52%, οι ΑΠΕ ήταν στη δεύτερη θέση με μερίδιο 23,27%, ενώ χαμηλά κινούνται και οι εισαγωγές, με μερίδιο 11,82%. Τα μεγάλα υδροηλεκτρικά καλύπτουν το 9,82%, οι δε λιγνίτες το 9,45%.
Εξάλλου, η άνοδος των τιμών στην Ενέργεια είναι πάνω και από τις αυξήσεις του τελευταίου τριμήνου (+25,5% στις τιμές του πετρελαίου). Τώρα – και ενώ διακινούνται «εφιαλτικά» σενάρια, με την τιμή του βαρελιού του πετρελαίου να φτάνει ακόμα και τα 150 ή και τα 300 (!) δολάρια το βαρέλι, από περίπου 90 σήμερα – οι διεθνείς τιμές των ενεργειακών εμπορευμάτων αυξήθηκαν μέσα σε μόλις μια βδομάδα κατά 6,5% στο μπρεντ (91,3 δολάρια), κατά 6,39% στη βενζίνη (στα 2,3 δολάρια το λίτρο), ενώ η τιμή του ολλανδικού φυσικού αερίου TTF (αποτελεί βάση αναφοράς στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού) αυξήθηκε κατά 10,3%, στα 52 ευρώ η μεγαβατώρα, συνολικά πάνω από 30% από τις αρχές του μήνα.
Επιπλέον, η ακρίβεια συνεχίζει να θερίζει το λαϊκό εισόδημα, ενώ στοιχεία δείχνουν ότι οι καταναλωτές πληρώνουν ακριβότερα πολλά προϊόντα σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ. Στα δημητριακά, μια συσκευασία 375 γραμμαρίων στην Αθήνα κοστίζει από 2,66 μέχρι και 3,88 ευρώ, ενώ στις Βρυξέλλες είναι μόλις στα 2,27 ευρώ. Η διαφορά στο ίδιο προϊόν κυμαίνεται από 17% μέχρι 70%. Βούτυρο γνωστής εταιρείας στο Λονδίνο κοστίζει 12,18 ευρώ, ενώ στην Αθήνα ο καταναλωτής θα το βρει από 13,46 ευρώ μέχρι και 17,51 ευρώ το κιλό. Ετσι, η διαφορά στο γνωστό βούτυρο κυμαίνεται από 10,5% μέχρι και 43,7%, ενώ τα απορρυπαντικά είναι έως και 361% πιο ακριβά σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ.