Το ΚΚΕ για την κρίση 1929 – 1933 – «Η καινούργια φάση της κρίσης, η αστική θεωρητική σκέψη και το ΚΚΕ»

ΚΚΕ κρίση Ριζοσπάστης

Το 1ο μέρος του αφιερώματος στην πρώτη μεγάλη καπιταλιστική κρίση, επικεντρώθηκε συνοπτικά στο πως 90+ χρόνια από τότε (1929) διαδέχονται η μια την άλλημαζί και οι τοπικοί και γενικευμένοι πόλεμοι ενώ ο σοσιαλισμός-κομμουνισμός παρά και ειδικά μετά τις ανατροπές της 10ετίας του 90, παραμένει επίκαιρος & αναγκαίος όσο ποτέ!

Στο σημερινό 2ο μέρος θα καταπιαστούμε με χαρακτηριστικές θεωρητικές επεξεργασίες του Κόμματος εκείνη την περίοδο.
Στο τέλος του σημειώματος μπορείτε να δείτε (pdf) σε πλήρη μορφή σχετικό δημοσίευμα του Ριζοσπάστη στο ένθετο της Κυριακάτικης έκδοσης 18-Δεκ-2011.

Ο σ. Στάλιν, μιλώντας στο 15ο Συνέδριο του Κομ. Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης το Δεκέμβρη του 1927, για τη μερική «σταθεροποίηση» του καπιταλισμού διεπίστωσε:
«Απ’ αυτήν την σταθεροποίηση, απ’ το ότι η παραγωγή αυξάνει, απ’ τ’ ότι …το εμπόριο αυξάνει, απ’ τ’ ότι η τεχνική πρόοδος και οι παραγωγικές δυνατότητες αναπτύσσονται, ενώ η παγκόσμια αγορά, οι διαστάσεις της αγοράς αυτής και οι σφαίρες επιρροής των ξεχωριστών ιμπεριαλιστικών ομάδων παραμένουν πολύ είτε λίγο σταθερές, ακριβώς απ’ αυτό ξεφυτρώνει η πιο βαθιά και η πιο οξεία κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού φορτωμένη με καινούργιους πολέμους και απειλούσα την ύπαρξη οποιασδήποτε σταθεροποίησης».

💥 Ύστερα από δυόμισι χρόνια τον Ιούνη του 1930 ο σ. Στάλιν πάλι, στο 16ο Συνέδριο του ΚΚ της Σοβιετικής Ένωσης στην έκθεσή του, έλεγε: «Πρέπει να παραδεχθούμε ότι η σημερινή οικονομική κρίση είναι η πιο σοβαρή και η πιο βαθιά κρίση απ’ όλες τις παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις που υπήρξαν ως τα σήμερα».

Όλη η πορεία των γεγονότων και η εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αποτελούν περίλαμπρη δικαίωση των διαπιστώσεων του σ. Στάλιν.
Η μαρξιστική – λενινιστική σκέψη απέδειξε περίτρανα ότι είναι η μόνη επιστημονική σκέψη που προέβλεψε και ανέλυσε την κρίση σ’ όλες τις λεπτομέρειες και σ’ όλα τα στάδια της εξέλιξής της.

Μα ταυτόχρονα αποδείχτηκε περίτρανα η χρεοκοπία και ο κομπογιαννιτισμός των διάφορων αστών και σοσιαλιστών, θεωρητικών και οικονομολόγων, που μπερδεμένοι μέσα στις αντιθέσεις της κρίσης στάθηκαν ανίκανοι να δώσουν μια σωστή διάγνωση.

Η χρεοκοπία αυτή της αστικής και σοσιαλφασιστικής θεωρητικής σκέψης (ΣΣ |> Εννοεί τη σοσιαλδημοκρατία – Η έννοια σοσιαλφασισμός χρησιμοποιόταν από τα ΚΚ για να δείξει το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας στην ενίσχυση των φασιστικών κινημάτων στις δεκαετίες 1920 και 1930) εκδηλώθηκε ξεκάθαρα και στη χώρα μας, σ’ όλο το διάστημα απ’ την αρχή της κρίσης, απογυμνώθηκε όμως πέρα για πέρα τελευταία με την όξυνση της οικονομικής κρίσης και το πέρασμά της στην καινούργια της φάση την πιστωτική – νομισματική κρίση, καθώς και την κρίση των δημόσιων οικονομικών.
Απ’ την πιο πάνω παρέα δεν ξεφεύγει και ο τρικέφαλος ελληνικός τροτσκισμός, με επικεφαλής τον χειροτονηθέντα επίσημα απ’ τον Τρότσκι αρχειοφασισμό (ΣΣ |> Εννοεί τον αρχειομαρξισμό), που μια αρνιότανε πέρα για πέρα την κρίση και μια διεκήρυττε ότι πάει πια ο καπιταλισμός καταστράφηκε(!), υπέγραψε μόνος του την καταδίκη (!) κτλ.

Ο τελευταίος μήνας μας έφερε ολόκληρη σειρά από καινούργια γεγονότα που δείχνουν το παραπέρα βάθεμα κι όξυνση της κρίσης.
Η οικονομική κρίση στην καινούργια της φάση κλονίζει βασικά ολόκληρο το πιστωτικό, νομισματικό και δημοσιονομικό σύστημα του ελληνικού καπιταλισμού. Η όξυνση και ο αντίχτυπος της παγκόσμιας κρίσης κάνουν τον κλονισμό αυτό πιο συνταραχτικό.

Στο επίσημο ανακοινωθέν που εκδόθηκε το βράδυ της 5-Δεκ-1931, ύστερα απ’ τη συνομιλία Βενιζέλου-Μαξίμου, ανάμεσα στ’ άλλα λεγότανε:

«Ο κ. Βενιζέλος, χωρίς να παραγνωρίζει την σοβαρότητα της διεθνούς οικονομικής καταστάσεως, νομίζει ότι υπάρχουν ακόμη ελπίδες επιτυχίας συνεννοήσεως μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, η οποία θα επιτρέψει την συνέχισιν της δι’ εξωτερικών δανείων χρηματοδοτήσεως των παραγωγικών έργων τοιουτοτρόπως δε και το κάλυμμα θα διατηρηθή ακλόνητον εν συνδυασμώ μάλιστα, προς τα ληφθέντα περιοριστικά μέτρα και το εθνικόν εισόδημα, μετά την συμπλήρωσιν των παραγωγικών έργων θ’ αυξήση εις τρόπον ώστε να μη υπάρχει του λοιπού ουδείς κίνδυνος διά το ισοζύγιον των οικονομικών μετά της αλλοδαπής λογαριασμών μας».

Τι μας είπε ο ίδιος ο Βενιζέλος φεύγοντας στις 20 του Γενάρη για τη Λωζάννη; «…Οπωσδήποτε και αν συνέλθη η εν λόγω συνδιάσκεψις δεν φαίνεται πιθανόν ότι θα δυνηθή να φθάση εις οριστικήν λύσιν είναι δε πιθανόν να ληφθούν προσωρινά μέτρα, αναβαλλόμενης επί τινας μήνας της οριστικής διευθετήσεως».

Όπως είναι γνωστό, όχι μονάχα δεν πάρθηκαν «προσωρινά μέτρα» μα η συνδιάσκεψη της Λωζάννης ούτε καν συνήλθε, ναυάγησε πέρα για πέρα.
Τι είναι εκείνο που ανάγκασε τον Βενιζέλο ν’ αλλάξει τόσο μέσα σ’ ενάμιση μήνα ώστε να γίνει «αγνώριστος»; Η αιτία βρίσκεται στα καινούργια στοιχεία που μας έφερε ο τελευταίος αυτός ενάμισης μήνας που δείχνουν όλο το βάθος της καινούργιας φάσης της οικονομικής κρίσης και δικαιώνουν πέρα για πέρα την προοπτική του ΚΚΕ που απ’ τον «Ριζοσπάστη» της 3-Νοε-1931 διακήρυττε:
«Τι έχουμε σήμερα στην Ελλάδα; Έχουμε μια βαθιά οικονομική κρίση που ολοένα οξύνεται, που πέρασε πια σε καινούργια φάση της εξέλιξής της, στην πιστωτική – χρηματική κρίση και που προχωρεί γοργά και υποσκάφτει τα θεμέλια της δραχμής. Τα δημόσια οικονομικά κλονίζονται και βαδίζουν προς τη χρεοκοπία».

Στη συνέχεια στο κεφ. «ποια είναι τα τελευταία αυτά γεγονότα»; ακολουθεί πλήρης και εμπεριστατωμένη οικονομική ανάλυση, για τα χρηματιστηριακά παιχνίδια της ελληνικής –δεμένης από τότε με το ξένο κεφάλαιο, αστικής τάξης (διαρροή συναλλάγματος στο εξωτερικό αγγλικό κραχ, «χάσιμο της χρυσής βάσης» -αντίκρισμα σε χρυσό, δηλ., της δραχμής και χρεοκοπία των κυβερνητικών μέτρων για τη «σωτηρία» της κά –όλα με ακριβή νούμερα) γράφοντας χαρακτηριστικά:

Το αγγλικό κραχ δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να επιταχύνει το ρυθμό της όξυνσης της κρίσης στη χώρα μας και του περάσματός της στην καινούργια της φάση την πιστωτική – χρηματική και νομισματική κρίση.

Η διαρροή συναλλάγματος στο εξωτερικό είναι γεγονός που συνόδευε πάντα την καπιταλιστική οικονομία της Ελλάδας στην εξέλιξή της και οφείλεται στο ότι η οικονομία αυτή ούτε ήταν πάντα ελλειμματική, το ισοζύγιον των πληρωμών της καπιταλιστικής Ελλάδος πάντα ήταν παθητικό.
Τα κέρδη της ναυτιλίας, τα εμβάσματα των μεταναστών κλπ. και κυρίως ο ακράτητος δανεισμός απ’ το εξωτερικό καλύπτουν έτσι είτε αλλιώς τα ελλείμματα αυτά.
Μα ο δανεισμός αυτός με τις αυξανόμενες πάντα υποχρεώσεις που δημιουργεί για την πληρωμή των τοκοχρεολυσίων αυτών, στους ξένους κατόχους των τίτλων των δανείων μας, σε ξένο συνάλλαγμα εις χρυσόν, αναπαρήγαγε ολοένα και πιο βαθιά τη βασική αυτή αντίθεση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.

Αυστριακοί ψάχνουν στα σκουπίδια για να βρουν κάτι φαγώσιμο.
Την ίδια εποχή το σιτάρι σάπιζε στα χωράφια αθέριστο ©®Ριζοσπάστης

Ανασκευάζει στη συνέχειαως «κομπογιαννίτικες» τις σοφιστείες του Αλέξανδρου Διομήδη –μεγαλοαστού δικηγόρου, οικονομολόγου και πανεπιστημιακού της εποχής (διοικητή της Εθνικής Τράπεζας και πρώτου διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος), μπαίνοντας και σε πολύ εξειδικευμένα ζητήματα, όπως πχ. «γιατί δεν κηρύττει χρεοστάσιο μόνη της η ελληνική μπουρζουαζία όπως έκαναν πριν πολλές χώρες»;
Με τρόπο πραγματικά αξιοθαύμαστο για τα δεδομένα της εποχής, που δείχνει πως μπορεί ένα Κόμμα –στα σπάργανα ακόμη να δει καθαρά έχοντας τα κατάλληλα εργαλεία –τη μαρξιστικολενινιστική διδασκαλία ως σημεία αναφοράς.

Ακόμη και σε λεπτομέρειες:
Με το χρεοστάσιο ακόμα χωρίς μια άμεση ενίσχυση απ’ το εξωτερικό πάλι δεν επέρχεται καμιά ουσιαστική μεταβολή, γι’ αυτό η καπιταλιστική Ελλάδα δεν μπορεί να δράσει «αποφασιστικά». Μόνο να ζητιανέψει μπορεί.
Και αυτό που της επιτρέπουν αυτό κάνει.
Ένας άλλος λόγος που εξηγεί γιατί ένα μέρος της ελληνικής μπουρζουαζίας είναι υπέρ της άμεσης κήρυξης χρεοστασίου, ενώ οι μεγάλοι καρχαρίες αντιστέκονται, είναι ότι οι τελευταίοι αυτοί κρατούν στα χέρια των τοποθετημένο στο εξωτερικό μεγάλο ποσό ελληνικών χρεογράφων. Κάθε λοιπόν κήρυξη χρεοστασίου θα τους έπληττε σοβαρά.
Γενικά μπορούμε να πούμε ότι τα χτυπήματα που καταφέρνει η οικονομική κρίση είναι τόσο πολυάριθμα και πολυποίκιλα που η σύγχυση μέσα στο στρατόπεδο της κεφαλαιοκρατίας ολοένα και αυξάνει.

Στο 1931 τα διαθέσιμα της Τραπέζης της Ελλάδος ελαττώθηκαν κατά 5 σχεδόν φορές και έφτασαν τα 213.000.000 δρχ. Κατώτερο ποσό δεν είχε σημειωθεί ποτέ.
Δεν θα ‘χουμε άδικο λοιπόν αν μιλήσουμε για σοβαρότατες δυσκολίες της Τραπέζης της Ελλάδος. Οι εισπράξεις των σιδηροδρόμων πέφτουν συνεχώς και είναι γνωστές οι προσπάθειες του κράτους για να τους σώσει.
Μετά το σταμάτημα των παραγωγικών έργων και των έργων οδοποιίας, τελευταία το υπουργείο Συγκοινωνίας διέταξε τους νομομηχανικούς να σταματήσουν κάθε δημόσιο έργο που δεν έχει σχετική πίστωση.
Η Αγροτική Τράπεζα περνά πολύ δύσκολες μέρες και κρατιέται μονάχα χάρις στην καταλήστευση των αγροτών απ’ τους οποίους αρπάζει και την τελευταία μπουκιά των. Η κατανάλωση καπνού σύμφωνα με ανακοινώσεις του υπουργείου των Οικονομικών πέφτει. Η κλωστοϋφαντουργία περνά σήμερα τις πιο δύσκολες μέρες…
Μα δεν υπάρχει σωσμός.


✔️ Βέβαια θα πρέπει να αποφύγουμε κάθε μηχανικό χειρισμό και αντιπαράθεση τραπεζικού και βιομηχανικού κεφαλαίου όπως κάνουν οι λικβινταριστές και αρχειοφασίστες.
Πρέπει να δώσουμε μια σωστή ανάλυση των φαινομένων.


Το βέβαιο είναι, όπως λέει και ο Μαρξ, ότι στην περίοδο των κρίσεων οι αλληλοσυναγωνιζόμενοι «αδελφοί» καπιταλιστές προσπαθούν να φορτώσουν ο ένας στον άλλο τις ζημιές.
Αυτή η πάλη για το αλληλοφόρτωμα των ζημιών της κρίσης σήμερα στην εποχή της σημερινής οικονομικής κρίσης παίρνει εξαιρετικές μορφές.
Βέβαια, είναι βασικά εσφαλμένος ο ισχυρισμός ότι απ’ την κρίση το ίδιο με το προλεταριάτο πάσχει και η μπουρζουαζία.
Αυτό το πράγμα είναι εσφαλμένο γιατί κρύβει τα προτσές εκείνα που στην πραγματικότητα λαβαίνουν χώρα μέσα στην μπουρζουαζία και δεύτερο σκεπάζει το γεγονός ότι η κεφαλαιοκρατία με όλες της τις δυνάμεις προσπαθεί τα βάρη της κρίσης να τα φορτώσει στο προλεταριάτο και στις εργαζόμενες μάζες.
Πάντως είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι η κρίση σημαίνει και δεν μπορεί να μη σημαίνει ελάττωση του όγκου της υπεραξίας που η κεφαλαιοκρατία βγάζει απ’ την εργατιά. Αυτό εκδηλώνεται στη μεγάλη πτώση του όγκου και της νόρμας του κέρδους.

Πάντως και η πάλη αυτή των διαφόρων καπιταλιστικών ομάδων είναι σχετική.
Στην περίοδο του ιμπεριαλισμού οι τράπεζες παίζουν ολότελα καινούργιο ρόλο.
Διαθέτουν αυτές όλο το κεφάλαιο της τάξης των καπιταλιστών και τα κυριότερα μέσα παραγωγής. Πολλές φορές οι καταθέσεις των τραπεζών κατά πολλές φορές ξεπερνούν το κεφάλαιό τους.
Λόγου χάρη, η Εθνική Τράπεζα έχει κεφάλαιο 1.205 εκατ. δρχ. και καταθέσεις 7.305 εκ. δρχ. Δηλαδή, ξεπερνούν οι καταθέσεις το κεφάλαιο σχεδόν 7 φορές!
Αν βάλουμε και το κεφάλαιο των βιομηχανικών και λοιπών επιχειρήσεων που ελέγχει τότε θα ξεπεράσουν τις 20 και 30 φορές.
Αυτό δημιουργεί στην Εθνική Τράπεζα, όπως και στις άλλες, την «υποχρέωση» να «σώζουν» τις βιομηχανικές και άλλες επιχειρήσεις απ’ τις δυσκολίες και τις χρεοκοπίες σε περιόδους κρίσης σαν τη σημερινή, δίνοντας καινούργιες πιστώσεις για να «σώσουν» έτσι και τις προηγούμενες
.
Έτσι αυξαίνουν τα «παγιωμένα» κεφάλαιά τους και τους κινδύνους που διατρέχουν οι ίδιες

Έτσι, κατά τους αστούς αυτούς οικονομολόγους και πολιτικούς, το άπαν της κρίσης είναι η χρηματική – πιστωτική κρίση.
Για τον Μαρξ, η πιστωτική κρίση δεν είναι παρά μονάχα «μια στιγμή των βιομηχανικών και εμπορικών κρίσεων» («Κεφάλαιο», τόμος I).
Σε άλλο μέρος, έτσι ο Μαρξ ορίζει την πιστωτική κρίση:
«Εφ’ όσον το προτσές της αναπαραγωγής διεξάγεται ομαλά, και έτσι η επιστροφική ροή του κεφαλαίου είναι εξησφαλισμένη, η πίστωση αυτή στέκεται στέρεα και ευρύνεται, όμως η εύρυνσή της στηρίζεται πάνω στην εύρυνση του ίδιου του προτσές της αναπαραγωγής.
Μόλις όμως πιάσει απραξία, τότε σαν συνέπεια της επιβραδυνθείσης επιστροφικής ροής του κεφαλαίου, των παραγιομάτων αγορών, των ελαττωθεισών τιμών, αποκαλύπτεται περίσσια βιομηχανικού κεφαλαίου, μα σε τέτοια μορφή στην οποία το κεφάλαιο αυτό δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις λειτουργίες του.
Υπάρχει μάζα εμπορευματικού κεφαλαίου, μα δεν υπάρχουν αγοραστές γι’ αυτό. Μάζα βασικού κεφαλαίου, μα χάρι στην απραξία της αναπαραγωγής αυτό κατά το μεγαλύτερο μέρος βρίσκεται χωρίς δουλιά. Η πίστωσις ελαττώνεται…
1. γιατί το κεφάλαιο αυτό δεν είναι απασχολημένο, δηλαδή σταμάτησε σε μια απ’ τις φάσεις της αναπαραγωγής του γιατί δεν μπορεί να εχτελέσει τις μεταμορφώσεις του,
2. γιατί υποσκάφθηκε η εμπιστοσύνη στη διαρκή ροή του προτσές της αναπαραγωγής,
3. γιατί ελαττώνεται η ζήτηση εμπορικής πίστωσης» («Κεφάλαιο», III τόμος, 2 μέρος).

Η κανονικότητα του προτσές της παραγωγής διαταράχθηκε απ’ τη βιομηχανική και αγροτική κρίση που μπήκε στον τρίτο της χρόνο.
Έτσι διαταράχτηκε και η ομαλή πορεία της επιστροφικής ροής του κεφαλαίου.
Οι αποθήκες και τα μαγαζιά είναι γιομάτα από εμπορεύματα. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει όγκος πολύς, κεφαλαίου σε εμπορεύματα, μα αγοραστές γι’ αυτό δεν υπάρχουν.
Έτσι έχουμε τη μόνη σωστή εξήγηση και ανάλυση της χρηματικής πιστωτικής κρίσης που δεν είναι παρά «μια στιγμή των βιομηχανικών και εμπορικών κρίσεων».
Έτσι η πιστωτική κρίση δεν είναι κάτι το αυτοτελές μα κάτι το παράγωγο. «Η επιπολαιότητα της πολιτικής οικονομίας αποκαλύπτεται ανάμεσα στα άλλα και στο ότι την εύρυνση είτε την ελάττωση των πιστώσεων, που είναι απλά συμπτώματα των εναλλασσομένων περιόδων του βιομηχανικού κύκλου, τις παραδέχεται σαν αιτίες (των περιόδων)»(«Κεφάλαιο» I τόμος).Ετσι ξεσκεπάζεται και όλη η ανικανότητα των μέτρων που προτείνουν οι αστοί οικονομολόγοι και πολιτικοί της χώρας μας για τη λύση των προβλημάτων της οικονομικής κρίσης.

💥 Στη Σοβιετική Ενωση η πραγματοποίηση μιας οικονομίας που βασίζεται πάνω σε σχέδια είναι δυνατή γιατί το προλεταριάτο ανέτρεψε την κεφαλαιοκρατία, εγκαθίδρυσε τη διχτατορία του, συγκέντρωσε στα χέρια του κράτους όλα τα διευθυντικά οικονομικά πόστα της χώρας (βιομηχανία, τράπεζες, μεταφορές, γη κλπ.) και παράλληλα κατάργησε κάθε είδος εκμετάλλευσης.

💰 Είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν αυτά στην καπιταλιστική Ελλάδα της ατομικής ιδιοκτησίας, της παραγωγής για το κέρδος;

Στη Σοβιετική Ένωση, η επιτυχία της σχεδιοποίησης και η διαρκής, τεράστια, άγνωστη για τον καπιταλισμό, αύξηση της παραγωγής στηρίζεται πάνω στην διαρκή καλυτέρευση των υλικών και πνευματικών συνθηκών ζωής των εργαζομένων κατοίκων.

Η πραγματοποίηση μιας οικονομίας σχεδίου στην Ελλάδα προϋποθέτει κατάργηση των θεμελίων του καπιταλισμού, κατάργηση του ίδιου.
Μια τέτοια οικονομία μονάχα το προλεταριάτο μπορεί να την πραγματοποιήσει, ανατρέποντας με την επανάσταση τους εκμεταλλευτές του.

Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι το κράτος στην καπιταλιστική Ελλάδα συγκεντρώνει στα χέρια του σύμφωνα με την πρόταση του Λ. Μακκά όλη την παραγωγή, κίνηση κ.τ.λ. αυτό θα σήμαινε στην ουσία ακόμα μεγαλύτερη κυριαρχία των μονοπωλίων, των τραπεζών, και του χρηματιστικού κεφαλαίου, τελειωτική υποδούλωση και υπερεκμετάλλευση του εργαζόμενου λαού.
Η «πραγματοποίηση» του σχεδίου αυτού μέσα στο πλαίσιο της καπιταλιστικής Ελλάδος όχι μονάχα δεν θα οδηγούσε στην υπερνίκηση της κρίσης, μα απεναντίας θα την όξυνε ακόμα περισσότερο, γιατί η υπερεκμετάλλευση του λαού θα στένευε περισσότερο ακόμα την αγοραστική του δύναμη, θα βάθαινε τη βιομηχανική και αγροτική κρίση, θα αύξαινε πιο πολύ την ανεργία κ.τ.λ.

Μα και η πιο πάνω πρόταση μας δείχνει το αδιέξοδο, τη στειρότητα και τη χρεοκοπία της αστικής θεωρητικής σκέψης που θέλει να δανειστεί απ’ τη Σοβιετική Ένωση τα μέσα της «σωτηρίας» του καπιταλισμού.
(…)

Ποτέ ακόμα πιο ολοφάνερα δεν αποκαλύφθηκε η αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και τον ιδιωτικό χαρακτήρα της ιδιοποίησης.
Ποτέ στην ιστορία της ανάπτυξης του καπιταλισμού οι παραγωγικές δυνάμεις και η ανάπτυξή τους δεν ήρθαν σε τόσο οξεία σύγκρουση με την καπιταλιστική ατομική ιδιοκτησία.
Στη Σοβιετική Ένωση όπου η εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου έθεσε τέρμα στην αντίθεση αυτή και άνοιξε απεριόριστο πεδίο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, δεν υπάρχει κρίση και ανεργία, η παραγωγή έφτασε το τριπλάσιο της παραγωγής του 1913, ενώ στις καπιταλιστικές χώρες κυλά πίσω και έφτασε είτε φτάνει το επίπεδο του 1890.
Οι μηχανές στη Σοβιετική Ένωση δεν είναι τύραννοι των εργατών, μα τους επιτρέπουν να δουλεύουν 7ωρο και 6ωρο και να καλυτερεύουν διαρκώς την υλική και πνευματική τους ζωή.

Αναφέραμε πιο πάνω μερικά παραδείγματα της χρεοκοπίας της αστικής σκέψης στο ζήτημα της διάγνωσης και της θεραπείας της κρίσης.
Μα θα ‘ταν λάθος μεγάλο αν πιστεύαμε ότι τα μέτρα των αρχουσών τάξεων περιορίζονται στα πιο πάνω.
Δεν θα αναπτύξουμε εδώ τα μέτρα που παίρνει η κεφαλαιοκρατία και το κράτος της με τη βοήθεια των οργάνων τους σοσιαλφασιστών, αντεπαναστατών τροτσκιστών και αγροτοφασιστών για το φόρτωμα των βαρών της κρίσης στις πλάτες των εργαζόμενων μαζών.
Η ένταση της επίθεσης κεφαλαίου και κράτους και το δυνάμωμα των φασιστικών μεθόδων καταπίεσης και κατάπνιξης του κινήματος των μαζών πήραν τελευταία αφάνταστες διαστάσεις.

Είναι γνωστό ότι κατά τα τελευταία χρόνια, ο στρατηγικός σκοπός της ελληνικής μπουρζουαζίας ήταν το ζήτημα της εξασφάλισης της αυταρκείας της χώρας.
Το σύνθημα της αυταρκείας αποτελούσε όμως μονάχα τη μια πλευρά, την εσωτερική, του σκοπού αυτού, που έκρυβε πίσω της, κάλυπτε την άλλη πλευρά την εξωτερική, την επιθετική, της εδαφικής επέκτασης για την οποία η ελληνική κεφαλαιοκρατία ετοιμαζότανε και ετοιμάζεται πυρετώδικα.
Η τεράστια όμως οικονομική κρίση έθεσε τέρμα στην ουτοπία της αυτάρκειας, σταμάτησε την εκτέλεση των παραγωγικών έργων που θα εξασφάλιζαν την αυτάρκεια και ξεσκεπάζει, προβάλλει στην πρώτη γραμμή, στο εξωτερικό μέτωπο, την επιθετική πλευρά.
(…)
Οι πόλεμοι και ειδικότερα η επέμβαση ενάντια στην ΕΣΣΔ για τη λύση της κρίσης καταχτά ολοένα έδαφος. Ηδη στη Μαντζουρία και στη Σαγκάη ο γιαπωνέζικος ιμπεριαλισμός, με την ενίσχυση της ΚΤΕ εφαρμόζει αυτόν τον τρόπο της λύσης της κρίσης.
Ο διεθνής ιμπεριαλισμός, μαζί με τον γιαπωνέζικο, προσπαθεί, με το διαμελισμό της Κίνας, το τσάκισμα του επαναστατικού κινήματος των Κινέζων εργατοαγροτών και με τη στρατιωτική επέμβαση ενάντια στην ΕΣΣΔ, να πετύχει δύο σκοπούς: να ρίξει πίσω για πολλά χρόνια το επαναστατικό κίνημα συντρίβοντας την ΕΣΣΔ και να βγει απ’ την κρίση με την κατάχτηση των απέραντων αγορών της Κίνας και της Σοβιετικής Ένωσης.
Την ίδια κατεύθυνση ακολουθούν και οι προσπάθειες του ελληνικού ιμπεριαλισμού, στη συμμετοχή, κυρίως και πρώτιστα, στην επέμβαση ενάντια στη Σοβιετική Ένωση.
(…)
Τα γεγονότα αυτά μιλούν καθαρά. Στις εσωτερικές μεθόδους ξεπεράσματος της κρίσης σε βάρος των εργαζόμενων μαζών με την αγρία επίθεση του κεφαλαίου κατά των μαζών αυτών και την ένταση της φασιστικοποίησης (χαρακτηριστική, απ’ την άποψη αυτή, είναι και η πρόταση που κάνει το ΓΕΣ για την οργάνωση της φυσικής εξόντωσης με δολοφονίες κλπ. των κομμουνιστών ηγετών) ανταποκρίνεται η αύξουσα επιθετικότητα του ελληνικού ιμπεριαλισμού στο εξωτερικό μέτωπο και κυρίως ενάντια στη Σοβιετική.

Ένα μονάχα πρέπει να προστεθεί: Φτάνουν πια οι «υψηλές διατυπώσεις» και «ακαδημαϊκές συζητήσεις» για το ότι έχουμε άνοδο του επαναστατικού κινήματος και οξεία κρίση του καπιταλισμού.
Τις διαπιστώσεις αυτές πρέπει να τις συνοδεύει η πιο έντονη, ακούραστη, καθημερινή, συστηματική δουλειά για την οργάνωση και καθοδήγηση των μαζών, για την οργάνωση της ανατροπής του καπιταλισμού, της επαναστατικής εξόδου απ’ την κρίση
.

«Διαρκείς κρίσεις δεν υπάρχουν», λέει ο Μαρξ στο βιβλίο του η «Θεωρία της υπεραξίας». «Απόλυτα αδιέξοδοι καταστάσεις για την μπουρζουαζία δεν υπάρχουν», έλεγε ο Λένιν στο II Συνέδριο της Κομμ. Διεθνούς.

Το δε IV Συνέδριό της στην απόφασή του λέει:

«Οι κυκλικές κρίσεις συνοδεύουν τον καπιταλισμό απ’ τη μέρα της γέννησής του ως το τέλος του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Μεταπολεμικά, οι κυκλικές αυτές κρίσεις λαβαίνουν χώρα πάνω στη βάση της γενικής κρίσης του καπιταλισμού».

Έτσι δεν υπάρχει ούτε είναι δυνατή η αυτόματη πτώση του καπιταλισμού. Μονάχα η ταξική πάλη του προλεταριάτου, που συγκεντρώνει γύρω του και κάτω απ’ την καθοδήγησή του όλες τις εκμεταλλευόμενες μάζες της πόλης, του κάμπου και των εθνικών μειονοτήτων, μπορεί ν’ ανατρέψει τον καπιταλισμό. Οι τύχες του καπιταλισμού αποφασίζονται όχι μονάχα απ’ τους αριθμούς που δείχνουν την πτώση της παραγωγής και του εμπορίου, την αύξηση της ανεργίας, τις χρεοκοπίες, την πτώση της δραχμής, των αξιών κ.τ.λ., μολονότι όλα αυτά έχουν μεγάλη σημασία.

Οι τύχες του καπιταλισμού κρίνονται απ’ την ταξική πάλη.
Για την πάλη αυτή το ΚΚΕ διαπαιδαγωγεί, οργανώνει και καθοδηγεί το προλεταριάτο, και κάτω απ’ την ηγεμονία του προλεταριάτου όλους τους εργαζόμενους
.

Ακολουθεί η απόφαση της 4ης ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ «Πάνω στην οικονομική και πολιτική κατάσταση της Ελλάδας, στην κατάσταση και τα καθήκοντα του Κόμματος» (14 §¶-κεφαλαίων), που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει:

  • Βάση και εκδηλώσεις της οικονομικής κρίσης
  • Μόνο η Σοβιετική Ένωση αναπτύσσεται
  • Καπιταλιστική έξοδος από την κρίση
  • Ο κίνδυνος του πολέμου
  • Η επαναστατική διέξοδος απ’ την κρίση
  • Οι σύμμαχοι του προλεταριάτου
  • Κατάχτηση των εργοστασίων

ℹ️ Το σημαντικό αυτό ντοκουμέντο της εποχής μπορείτε να το δείτε σε πλήρη μορφή στο συνημμένο pdf.

Κλείνοντας αυτό το 2ο μέρος του αφιερώματος στην πρώτη μεγάλη καπιταλιστική κρίση (1929-1933 +πόλεμος) θα κάνουμε μια σύντομη αναφορά, σε μια σχετικά άγνωστη πλευρά της σύγχρονης αστικής προπαγάνδας για το θέμα, που αφορά τα σχολικά βιβλία.
Και δεν εννοούμε το κάποτε…

ΣΣ |> Θυμάμαι, μαθητής του δημοτικού, που σε ένα κείμενο του αναγνωστικού μας διαβάζαμε για το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα, στην Κορέα, και κάπου μιλούσε για έναν «κίτρινο» -το έχω ακόμη, έγραφε επί λέξει:


«Καθὼς ὁ Μπάτζογλου ἐκάθητο μέσα εἰς ἓν χωματένιον κοίλωμα, βάθους 50 ἑκατοστῶν, ἡ χειροβομβὶς ἔπεσεν ἀκριβῶς ἀνάμεσα εἰς τὰ σκέλη του.
Χωρὶς νὰ χάσῃ τὴν ψυχραιμίαν του, τὴν ἥρπασεν ἀστραπιαίως καὶ τὴν ἔστειλεν ὀπίσω. Ἡ χειροβομβὶς ἐξερράγη ἄνω τῆς κεφαλῆς τοῦ Κιτρίνου, ὁ ὁποῖος ἐπλήρωσεν οὕτω ἀκριβὰ τὸ θράσος του».
[αναγνωστικό 6ης δημοτικού του 1955 κεφ 70, τίτλος «Το ύψωμα Ντικ εις την Κορέαν»
-δημοσιεύτηκε και στα «Στρατιωτικά νέα»).

Θα εξετάσουμε κάποιες πλευρές της έκτασης και του περιεχόμενου της διαστρέβλωσης που επιχειρείται σήμερα γύρω από το συγκεκριμένο θέμα, μέσα από τα βιβλία Ιστορίας (Γ΄ Γυμνασίου & Γ΄ Λυκείου).
Μιας διαστρέβλωσης που θεμελιώνεται και εν συνεχεία οικοδομείται σε αλλοιώσεις και αποσιωπήσεις ιστορικών προσώπων και πραγμάτων, έτσι ώστε εν τέλει να «αποτυπωθεί» στην ιστορική συνείδηση του μαθητή -και αυριανού εργαζόμενου- το επιθυμητό, ιδεολογικοπολιτικά «εγκεκριμένο» από την άρχουσα τάξη.

Αναζητώντας τα αίτια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τα βιβλία ανατρέχουν στη διεθνή οικονομική κρίση του καπιταλισμού (1929-1933), η οποία -σύμφωνα πάντα με τα ίδια- έβαλε τέλος στην προηγούμενη περίοδο της «ευημερίας» και «αισιοδοξίας».
Βεβαίως ούτε αναφορά γίνεται στον καπιταλιστικό χαρακτήρα των κοινωνιών που εκδηλώθηκε η κρίση ούτε παρουσιάζεται η οικονομική κρίση ως εγγενές χαρακτηριστικό, αναπόσπαστο κομμάτι της λειτουργίας του καπιταλισμού (γεγονός που ενέχει σημαντικές προεκτάσεις και για το σήμερα). Τουναντίον, η κρίση εμφανίζεται λίγο-πολύ ως κάτι το τυχαίο, ως προϊόν ασυνεννοησίας ή παρεξήγησης, που ξεκίνησε από την επιθυμία κάποιων μεγαλοεπενδυτών «να εισπράξουν μέρος από τα κέρδη τους» πουλώντας μετοχές. Παρουσιάζεται ότι αυτό προκάλεσε πανικό μεταξύ των μικροεπενδυτών, ο οποίος με τη σειρά του επέφερε τη γενική κατάρρευση των τιμών στο χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης. Για την ουσία του φαινομένου (των κρίσεων στον καπιταλισμό) τίποτε.

Το κύριο είναι η αποσύνδεση της κρίσης από τη γενεσιουργό της αιτία, γεγονός που αναπόφευκτα οδηγεί σε ιστορικές διαστρεβλώσεις. Και βέβαια στο ίδιο σημείο θα μπορούσε να αναφερόταν -έστω και ως υποσημείωση, χάριν μιας στοιχειώδους σφαιρικότητας ή αντικειμενικότητας της επιστήμης- το ότι ταυτόχρονα με την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και την εξαθλίωση εκατομμυρίων εργαζομένων ανά την υφήλιο, υπήρχε και ένας «άλλος κόσμος».
Ένας κόσμος όπου οικοδομούνταν ένα άλλο κοινωνικοπολιτικό σύστημα.
Ότι την ίδια περίοδο στην ΕΣΣΔ εκπληρωνόταν με επιτυχία το Πρώτο 5χρονο Πλάνο, με ό,τι αυτό συνεπάγονταν για την υλική κατάσταση και την ποιότητα ζωής των εργαζομένων.
Ας θέτονταν στην κρίση του μαθητή η σύγκριση μεταξύ των δύο κόσμων. Αρκεί να υπήρχε η πληροφορία.

Απεναντίας, ο θύτης (το εκμεταλλευτικό σύστημα που γεννά τις κρίσεις, το φασισμό, τον πόλεμο) εξαγνίζεται, διαχωρίζεται από το έγκλημα, περιτυλίγεται με αγαστές προθέσεις και κατόπιν επαναλανσάρεται ως …θύμα.
Το βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου αναφέρει:
«Ισχυρό υπήρξε το πλήγμα που δεχόταν, γενικότερα, το φιλελεύθερο δημοκρατικό πρότυπο στο πεδίο της οικονομίας και, κατ’ επέκταση, η προοπτική της ευημερίας που ήδη διαφαινόταν. Πράγματι, η κοινοβουλευτική δημοκρατία, η οποία κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1920 φαινόταν ότι είχε κυριαρχήσει στο διεθνές στερέωμα, δεχόταν [ΣΣ |> με αφορμή την κρίση] την αυστηρή κριτική των εχθρών της.
Η σταλινική Ρωσία και η φασιστική Ιταλία στο εξωτερικό, αλλά και οι οπαδοί τους στο εσωτερικό των δημοκρατικών χωρών της Ευρώπης ενθαρρύνονταν και ενισχύονταν στην αντίθεσή τους κατά του φιλελευθερισμού»
Εχθρός της δημοκρατίας λοιπόν ο κομμουνισμός!
Εχθροί της δημοκρατίας οι κομμουνιστές και τα κόμματά τους «στο εσωτερικό των δημοκρατικών χωρών», στην περίπτωση της Ελλάδας το ΚΚΕ!

Τι αναδεικνύεται, τι μεταφέρεται στον αναγνώστη-μαθητή μέσα από αυτές τις λίγες και μόνο γραμμές;
Καταρχάς, παρατηρούμε την αναβίωση ενός εκ των πλέον αντιδραστικών αντικομμουνιστικών ιδεολογημάτων του αιώνα που μας πέρασε.
Ενός ιδεολογήματος που στη χώρα μας συνδέθηκε με τις πιο μαύρες σελίδες της Ιστορίας μας. Οι κατηγορίες περί «εχθρών της δημοκρατίας» και περί «οπαδών ξένων κρατών ή θεωριών» αντηχούν ακόμη στα εδώλια των έκτακτων στρατοδικείων, στους τόπους των εκτελέσεων, στα ξερονήσια και τις φυλακές, τόσο της «δημοκρατικής» όσο και της «μη-δημοκρατικής» Ελλάδας.

Ναι, ο κομμουνισμός έρχεται σε αντίθεση με την αστική «δημοκρατία», που αποτελεί μορφή της αστικής εξουσίας, της κυριαρχίας του κεφαλαίου.
Η αστική δημοκρατία, όπως και κάθε άλλη μορφή της αστικής εξουσίας, πχ. ο φασισμός, αποσκοπεί στη διαιώνιση της εκμετάλλευσης, θωρακίζει και υπερασπίζεται με κάθε μέσο (άλλοτε με την ενσωμάτωση, άλλοτε με την καταστολή και τις διώξεις ή -όπως συμβαίνει συνήθως- με έναν συνδυασμό όλων των παραπάνω) την εκμετάλλευση και καταπίεση.
Πρόκειται για τη «δημοκρατία» της μειοψηφίας σε βάρος της πλειοψηφίας.
Μόνο η εργατική εξουσία αποκαθιστά τη δημοκρατία της πλειοψηφίας, την κυριαρχία της πάνω στους παλιούς εκμεταλλευτές.
Σκόπιμα η αστική ιστοριογραφία προβάλλει τον όρο «δημοκρατία» ταξικά αποστεωμένο. Επιδιώκει την εξίσωση κομμουνισμού – φασισμού.
Στο πλαίσιο αυτό, η ιστορική διαπάλη μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού (γέννημα-θρέμμα του οποίου είναι και ο φασισμός) αποσιωπάται, διαγράφεται και τελικά αντικαθίσταται από την «αντίθεση» μεταξύ «δημοκρατίας» και «ολοκληρωτισμών».

Η κρίση όντως προκάλεσε ισχυρό πλήγμα στο «φιλελεύθερο δημοκρατικό πρότυπο» (δηλαδή στον καπιταλισμό) και πιο συγκεκριμένα στην ικανότητα-δυνατότητά του να ενσωματώνει σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας, όπως έκανε προηγουμένως.
Αυτή είναι μια εύλογη και καθ’ όλα κατανοητή ανησυχία από τη μεριά της κυρίαρχης ιστοριογραφίας.
Στο βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Γυμνασίου υιοθετείται η κλασσική σοσιαλδημοκρατική-οπορτουνιστική εκδοχή, ότι, ναι μεν κομμουνισμός και φασισμός αποτελούσαν «δύο διαμετρικά αντίθετες προτάσεις οικονομικής και κοινωνικής αναδιοργάνωσης», ωστόσο, τη 10ετία του 1930, ο κομμουνισμός είχε πλέον διαστρεβλωθεί σε «σταλινισμό».

Έτσι αναπαράγεται η εξής εκτίμηση για την ΕΣΣΔ:
«Σχεδόν όλες οι εξουσίες συγκεντρώθηκαν στην κορυφή της κρατικής ηγεσίας.
Όσοι κρίνονταν ότι μπορούσαν να απειλήσουν το καθεστώς διώκονταν ανελέητα.
Την περίοδο 1936-1938 εκτελέστηκαν ως υπονομευτές του καθεστώτος, μετά από δίκες-παρωδίες, οι περισσότεροι από τους μπολσεβίκους ηγέτες που είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση του 1917.
Έτσι το κομμουνιστικό κόμμα μετατράπηκε βαθμιαία σ’ ένα συγκεντρωτικό μηχανισμό που απλώς υλοποιούσε τις αποφάσεις και λάτρευε τον ηγέτη του (προσωπολατρία).
Τα φαινόμενα αυτά, που αποτελούσαν σαφώς διαστρεβλώσεις των θεωρητικών αρχών του μαρξισμού, έγιναν γνωστά αργότερα ως σταλινισμός».

Δυστυχώς οι ανάγκες του συγκεκριμένου άρθρου και η στενότητα του χώρου δε μας επιτρέπουν να καταπιαστούμε ουσιαστικά με τη σκόπιμη και ισοπεδωτική διαστρέβλωση που πραγματοποιείται εδώ, τόσο αναφορικά με τη φύση και λειτουργία του σοβιετικού συστήματος γενικά, όσο και με τις ειδικότερες περιόδους της σοβιετικής Ιστορίας.
Ένα είναι σίγουρο: τα στοιχεία της αυτενέργειας, της αυτοθυσίας και του ηρωισμού, της συνειδητής πειθαρχίας και της προσήλωσης στο στόχο –την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, που επέδειξαν οι Σοβιετικοί (καθώς και οι πολίτες και μαχητές καθ’ όλη τη διάρκεια του «Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου»), δε θα μπορούσαν να είχαν αναπτυχθεί -και μάλιστα στο βαθμό που αναπτύχθηκαν- σε συνθήκες καταπίεσης και τρόμου.

Η ΕΣΣΔ ενέπνευσε εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο (περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον 20ό αιώνα) στον αγώνα τους για δικαιώματα και ελευθερίες, για μια καλύτερη ζωή, ενάντια στην εκμετάλλευση και την αδικία, ενάντια σε κάθε είδους καταπίεση, σε κάθε αποικιοκρατικό, ιμπεριαλιστικό ή φασιστικό ζυγό (αγώνας που δεν είναι βέβαια προϊόν «μαζικής εξαπάτησης», όπως θέλουν να τον παρουσιάζουν σήμερα ορισμένοι, στην προσπάθειά τους να διαγράψουν την προσφορά της ΕΣΣΔ στην ανθρωπότητα).

Και είναι ταξικά τα αίτια του γεγονότος ότι η ΕΣΣΔ ήταν το προπύργιο αυτού του αγώνα και όχι οι αστικές δημοκρατίες, το «φιλελεύθερο δημοκρατικό πρότυπο», που αποτελεί ένα από τα προσωπεία των ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Πάνω από το 1/3 της υφηλίου βρισκόταν τότε υπό αποικιοκρατικό ζυγό, γεγονός που περνάει στα «ψιλά», με σύντομες, άοσμες και άχρωμες περιγραφές, δίχως δυσάρεστες λεπτομέρειες για το τι σήμαινε για τους υποταγμένους λαούς η πολύχρονη αποικιοκρατική εκμετάλλευση.

Όλα αυτά τα ιστορικά δεδομένα παραλείπονται από τα σχολικά ιστορικά βιβλία.
Για να μη χαλάσει η αγγελικά πλασμένη εικόνα του «φιλελεύθερου δημοκρατικού προτύπου», παραλείπονται οι περίφημες «Πορείες Πείνας», που έγιναν στα διάφορα βιομηχανικά κέντρα της Βρετανίας καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου (τι ανεξήγητη «αντίφαση»! πορείες πείνας στη μεγαλύτερη αποικιακή αυτοκρατορία στον κόσμο, που επί δεκαετίες απομυζούσε τεράστια πλούτη από την καταπίεση των λαών!).
Ακόμη, σύμφωνα με στοιχεία του συντηρητικού Ινστιτούτου Brookings, κατά την «Χρυσή Εποχή» της δεκαετίας του 1920, λιγότερο από το 60% των Αμερικανών διέθετε εισόδημα ικανό να καλύψει τις βασικές του ανάγκες.

Άλλωστε και αυτή η πολιτική του «New Deal», για την οποία γίνεται τόση μνεία στα σχολικά βιβλία, φέρεται από πολλούς ακαδημαϊκούς-ιστορικούς ως η αμερικανική εκδοχή του οικονομικού προγράμματος του φασισμού.
Ακόμη και ο Μουσολίνι φρόντισε να αποδώσει τα εύσημα στον …εαυτό του για το «New Deal», δηλώνοντας στους «New York Times» (Ιούλης 1933), ότι «το σχέδιο για το συντονισμό της βιομηχανίας ακολουθεί κατά γράμμα τη δική μας πολιτική συνεργασίας».
Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, υποστηρικτής τότε της πολιτικής του «New Deal», τόνισε στο περιοδικό «Time» στις 17 Μάη 1976: «Ο φασισμός υπήρξε πράγματι η βάση για το “New Deal”. Ήταν η επιτυχία του Μουσολίνι στην Ιταλία, με την κυβερνητικά διευθυνόμενή του οικονομία, η οποία οδήγησε πολλούς από τους πρώτους οπαδούς του “New Deal” να πουν “ο Μουσολίνι όμως κάνει τα τρένα να έρχονται στην ώρα τους”».

Η σχέση της αμερικανικής άρχουσας τάξης με τα φασιστικά καθεστώτα της Γερμανίας και της Ιταλίας δεν αρκέστηκε μόνο στην ανταλλαγή «φιλοφρονήσεων» ή «συνταγών» για την οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας.
Ένα γεγονός, που δεν αναγράφεται βεβαίως στα σχολικά βιβλία και αποκρύπτεται επιμελώς από την κυρίαρχη ιστοριογραφία, είναι ο καταλυτικός ρόλος που έπαιξαν τα μεγάλα αμερικανικά μονοπωλιακά συγκροτήματα στην οικονομική-στρατιωτική ανόρθωση της Γερμανίας από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην προετοιμασία της για το Β΄.
Εταιρίες όπως η Ford, η General Motors (μέσω της θυγατρικής της Opel και όχι μόνο), η General Electric, η Standard Oil (η σημερινή Exxon-Mobil), η IBM, η ΙΤΤ (η σημερινή ΑΤ&Τ), η Τράπεζα Chase Manhattan και πολλές άλλες, έκαναν τεράστιες επενδύσεις, επωφελούμενες του «εξαιρετικού» επιχειρηματικού κλίματος που προσέφερε το Γ΄ Ράιχ, αποκομίζοντας ακόμη μεγαλύτερα κέρδη.

Λίγο πριν τον πόλεμο, 250 εταιρίες διέθεταν περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 450 εκατομμυρίων δολαρίων στη ναζιστική Γερμανία. Σχεδόν το 70% των ξένων επενδύσεων που εισέρευσαν στη Γερμανία τη δεκαετία του 1930 προέρχονταν από τις ΗΠΑ.
Η εκτίμηση υπήρξε αμοιβαία: τόσο ο πρόεδρος της IBM T. Watson όσο και ο πρόεδρος της Ford H. Ford τιμήθηκαν για τις «υπηρεσίες» τους στο Γ΄ Ράιχ με το μετάλλιο του Μεγάλου Σταυρού της Γερμανικής Τάξης του Αετού το 1937 και 1938 αντίστοιχα.

Όσον αφορά την αποσιώπηση της κοινής στόχευσης φασισμού και αστικής δημοκρατίας ενάντια στην ΕΣΣΔ, αυτή εξυπηρετεί το αστικό ιδεολόγημα περί αντίθεσης δημοκρατίας – ολοκληρωτισμού, που αναπαράγεται στην κυρίαρχη ιστοριογραφία.

Τι «επιλέγουν» να «γνωστοποιήσουν» τα σχολικά βιβλία από το σύνολο των διπλωματικών κινήσεων, επαφών και συμφωνιών της προπολεμικής περιόδου;
Το Σύμφωνο «Μολότοφ-Ρίμπεντροπ» (γερμανοσοβιετικό σύμφωνο μη επίθεσης), το οποίο -σύμφωνα με το βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου- «ενίσχυσε» τον Χίτλερ «στην επιλογή του υπέρ του πολέμου». Επίσης γνωστοποιούν τις «φιλικές σχέσεις Χίτλερ – Στάλιν που επισφραγίστηκαν με τον από κοινού διαμελισμό της Πολωνίας».
Για να γίνει πειστική αυτή η εκτίμηση, σκοπίμως υποβαθμίζεται ως προς τη σημασία άλλα και το περιεχόμενό της η Συμφωνία του Μονάχου μεταξύ Γαλλίας, Αγγλίας, Γερμανίας και Ιταλίας, η οποία είχε προηγηθεί.
Τέλος, η αναφορά στον Ισπανικό Εμφύλιο, το σημαντικότερο ίσως πρόδρομο γεγονός του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, περιορίζεται, στο μεν βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Γυμνασίου σε μισή -κυριολεκτικά- γραμμή, ενώ στο βιβλίο της Γ΄ Λυκείου παρατίθεται μόνο ως υποσημείωση στην αναφορά στο έργο «Γκουέρνικα» του Π. Πικάσο.
Έτσι ο μαθητής δε θα μάθει ποτέ για το ρόλο των αστικών κυβερνήσεων της Γαλλίας και της Βρετανίας (καθώς και της Κοινωνίας των Εθνών) στην απομόνωση (εμπάργκο) της Δημοκρατικής Ισπανίας, την ίδια στιγμή που οι δυνάμεις του Φράνκο απολάμβαναν την αμέριστη υποστήριξη του Άξονα, τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό.

ΣΣ |> Πρόκειται για τα βιβλία: Ε.Λούβη, Δ.Χρ.Ξιφαράς «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία», Ι. Κολλιόπουλος, Κ. Σβολόπουλος, Ε. Χατζηβασιλείου, Θ. Νήμας, Χ. Σχολινάκη- Χελιώτη «Ιστορία του Νεότερου και Σύγχρονου Κόσμου» που αν και διαφορετικών ιδεολογικών ρευμάτων, υπηρετούν ενιαία την αστική αντίληψη για την Ιστορία. Την περίοδο 2010-2011 αποτέλεσαν τα κύρια βοηθήματα των μαθητών, στην πορεία προστέθηκαν και άλλα …παρόμοιας «ιστορικής αξίας».


Το ΚΚΕ για την κρίση 1929 – 1933


  • Με πληροφορίες από Ριζοσπάστη & ΚΟΜΕΠ

|> Συνεχίζεται
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαγιάννης

Δείτε ακόμα...