Ωραίες μέρες στους Ανεπιθύμητους
Ολοκληρώθηκε και η παρουσίαση του Στρατιώτη Τάσου Σωτηράκη. Χαιρέτησε ζωηρά, έκανε μεταβολή και έφυγε από το γραφείο. Και τώρα; Ποιος έχει σειρά;
Στρατιώτης Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Καλώ τον υπασπιστή και του ζητώ να τον ειδοποιήσουν.
– Ο Στρατιώτης Γιώργος Σκαμπαρδώνης να παρουσιαστεί στο Διοικητή!
Αυτή η δυνατή φωνή του υπασπιστή κάθε φορά που του ζητώ να καλέσει τον επόμενο στρατιώτη για συνέντευξη κάνει τα τζάμια να τρίζουν. Πάλι καλά! Είναι και ζωηροί και πρόθυμοι!
Χτυπά η πόρτα και…
-Στρατιώτης Γιώργος Σκαμπαρδώνης! Διατάξτε κύριε Διοικητά!
-Πέρασε! Καλώς όρισες στη Μονάδα μας.
-Καλώς σας βρήκα κύριε Διοικητά!
-Τη διαδικασία τη γνωρίζεις;
-Μάλιστα κύριε Διοικητά!
-Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν.

Παρουσιάστηκα στην Τρίπολη, νομίζω το 1977. Από εκεί με βάλανε στα Τεθωρακισμένα και με στείλανε για εκπαίδευση στον Αυλώνα. Πολύ καψόνι, φτύσαμε αίμα. Μετά από δυο μήνες μετατέθηκα στο στρατόπεδο Νταλίπη, στην 20η ΕΜΑ στην Θεσσαλονίκη. Εκεί ήταν πραγματικά πολύ πιο άγρια, αλλά ήμουνα κοντά στο σπίτι μου και προσπάθησα να κάνω υπομονή.
Εκείνα τα χρόνια είχα πάθος και για το θέατρο. Στην πρώτη άδεια, μετά από κανένα μήνα, με το που βγήκα, αντί να πάω να δω τους δικούς μου πήγα κατευθείαν, με τα στρατιωτικά ρούχα, να δω ένα θεατρικό έργο στην «Αγράμπελη», κάπου στην Αγίου Δημητρίου, το «Μικρό Μαχαγκόνι» του Μπρέχτ. Μετά την παράσταση με σταματούνε έξω δυο της Στρατιωτικής Αστυνομίας και μου ζητούν ταυτότητα. Τους ρωτάω τι συνέβη, μου λένε τίποτε. Αλλά την άλλη μέρα, χαράματα, που ξαναμπαίνω στο στρατόπεδο, με συλλαμβάνουν. Οι δυο της στρατονομίας γράψανε ψέματα πως με είδαν να συμμετέχω σε συγκέντρωση του ΕΚΚΕ (κινεζόφιλοι) που είχε γίνει πριν την παράσταση, στο ίδιο θέατρο. Μου ρίχνουνε είκοσι μέρες φυλακή και μου δίνουνε αμέσως δυσμενή μετάθεση σε μονάδα Ανεπιθύμητων, στην Λήμνο, στην 88η ΕΑΡΜΕΘ, έξω από το χωριό Ρωμανού.

Στο μεταξύ εγώ ήμουν προοδευτικών αντιλήψεων με την ευρεία έννοια, αλλά δεν μπλέχτηκα ποτέ στην ζωή μου με κόμματα και οργανώσεις. Δεν αντέχω συλλογικότητες, πειθαρχίες και ιεραρχίες. Στην Λήμνο υποφέραμε πολύ, τον μισό χρόνο μέναμε στα σκοινάκια, στο βουνό. Κρύο, βροχές, πορείες και καψώνια. Έπαθα βρογχίτιδα κι έχασα δυο δόντια. Στο στρατόπεδο το 98% ήτανε αριστεροί, κομμουνιστές και Πασόκοι. Ήμασταν απομονωμένοι κι όταν έβγαινες δεν είχες να πας πουθενά, παρά μόνο σε δυο καφενεία που υπήρχαν στο χωριό κι ελάχιστοι κάτοικοι. Παντού φανταρίλα. Αλλά έκανα δυο πολύ καλούς, θερμούς φίλους στο στρατόπεδο. Αλλάζαμε βιβλία κρυφά και μιλούσαμε όλη μέρα κι όλη νύχτα για λογοτεχνία και πολιτική. Κι άρπαξα κι άλλες είκοσι μέρες φυλακή. Τελικά πήρα απολυτήριο στο βουνό.
Ωστόσο, νιώθω τυχερός που πέρασα τόσο άσκημα στο φανταρικό. Διδάχτηκα πολλά. Έχασα αυταπάτες. Ζορίστηκα άσκημα. Ενηλικιώθηκα βίαια. Έχω εμπειρίες βαριές, ανεξαγόραστες. Αλλά, τώρα, εκ των υστέρων, λέω: ήταν μέγα δώρο για έναν που γράφει και που τότε δεν το καταλάβαινα. Να σκεφτείς ότι πέρασαν τριάντα χρόνια για να αποφασίσω να ξαναπάω στην Λήμνο. Και τότε ήταν που τα είδα όλα διαφορετικά. Ξαναπήγα να βρω το παλιό στρατόπεδο, που είχε πια μεταφερθεί. Και ξαναείδα την οδύνη, που γίνηκε εσωτερικός πλούτος.